Μαχάτμα Γκάντι: Η «Μεγάλη Ψυχή»

«Με έναν ήπιο τρόπο, μπορείτε να ταρακουνήσετε τον κόσμο»

Αγωνιστής για τα δικαιώματα και την αξιοπρέπεια όλων των ανθρώπων. Ο εισηγητής του δόγματος της μη-βίας (Αχίμσα), της μεθόδου της παθητικής αντίστασης, που ο ίδιος χρησιμοποίησε στον αγώνα του για την απελευθέρωση της χώρας του από τη βρετανική αποικιακή κατοχή. Ινδός εθνικός ηγέτης, πολιτικός και στοχαστής, ο πρωτεργάτης της ανεξαρτησίας των Ινδιών και μια από τις μεγαλύτερες ηθικές και πνευματικές μορφές της ιστορίας.

Γεννήθηκε στις 2 Οκτωβρίου 1869, σε μία σχετικά εύπορη οικογένεια. Σπούδασε νομικά στο Λονδίνο, επέστρεψε στη Βομβάη όπου άρχισε να ασκεί το επάγγελμα του δικηγόρου, οι συνθήκες όμως δεν ήταν αυτές που επιθυμούσε και δύο χρόνια μετά, το 1893 έφυγε για την Πραιτώρια της Ν. Αφρικής ως νομικός σύμβουλος ινδικού εμπορικού οίκου.

Μαχάτμα Γκάντι : «Ο άνθρωπος δεν είναι παρά προϊόν των σκέψεών του. Αυτό που σκέφτεται γίνεται»

Οι έντονες φυλετικές διακρίσεις στη νοτιοαφρικανική κοινωνία, τον οδήγησαν να οργανώσει τους Ινδούς στο «Ινδικό Κογκρέσο του Νατάλ» με στόχο την ειρηνική αντίδραση στους ρατσιστικούς νόμους και τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας των εγχρώμων. Οι δοκιμασίες και οι ταπεινώσεις που αντιμετώπισε στην πορεία δεν τον εμπόδισαν να συνεχίσει τους αγώνες του. Το 1903 άνοιξε στο Γιοχάνεσμπουργκ το δικό του δικηγορικό γραφείο και τον επόμενο χρόνο ίδρυσε το «Ασράμ του Φοίνικα», ένα αγροτικό κοινοβιακό καταυλισμό για Ινδούς- ινδουιστές, μουσουλμάνους, αλλά και Ευρωπαίους.

Είναι η περίοδος που ξεκινάει μεγάλη εκστρατεία κατά των φυλετικών διακρίσεων και της εκμετάλλευσης των ομοεθνών του, πάντοτε με τη μέθοδο της παθητικής αντίστασης, ενώ αρθρογραφούσε στην δικής του έκδοσης αγγλόφωνη εφημερίδα Ινδική Γνώμη. Οι αγώνες δικαιώθηκαν καθώς τα αιτήματα των 150.000 Ινδών της Ν. Αφρικής ικανοποιήθηκαν.

Μαχάτμα Γκάντι : «Ο δειλός είναι ανίκανος να επιδείξει αγάπη- είναι προνόμιο των γενναίων»

Ο Γκάντι επέστρεψε στην Ινδία το 1914, έτοιμος να ξεκινήσει νέους αγώνες για την ισότητα των ανθρώπων, τα ανθρώπινα δικαιώματα στην πατρίδα του τώρα, αλλά και για την εθνική ανεξαρτησία της. Ο αγώνας του «Σατυαγκράχα» (από τις λέξεις αλήθεια και σταθερότητα) στόχευε στη βελτίωση των συνθηκών της ζωής των παριών (ή «ανέγγιχτων») και των χωρικών. Πυρήνας του «Σατυαγκράχα» δύο αγροτικά ειρηνικά κοινόβια τα οποία ίδρυσε το 1915 και το 1917.

Παρά τις υποσχέσεις της Αγγλίας για αυτοδιάθεση της Ινδίας που οδήγησαν ένα εκατομμύριο Ινδούς να καταταγούν στον αγγλικό στρατό με την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η αποικιακή νοοτροπία και εκμετάλλευση συνεχιζόταν.

Μαχάτμα Γκάντι : «Ευτυχία είναι όταν αυτό που σκέφτεσαι, αυτό που λες και αυτό που κάνεις βρίσκονται σε αρμονία»

Ήταν η ώρα για ένα νέο κίνημα παθητικής αντίστασης και μη συνεργασίας με τους Άγγλους. Κήρυξη λαϊκής απεργίας, κλείσιμο καταστημάτων και νηστείες σε όλη τη χώρα χαρακτήρισαν το κίνημα. Η βίαιη καταστολή της εξέγερσης στη Βεγγάλη το 1919 δεν πτόησε τον Γκάντι, ο οποίος επανήλθε το 1921 με νέο αγώνα, τον «Χαντί». Κάλεσε τους Ινδούς να σταματήσουν τις δοσοληψίες με τους Άγγλους και να μην προμηθεύονται ξένα προϊόντα.

Μαχάτμα Γκάντι : «Η ελευθερία δεν αξίζει τον κόπο αν δεν περιλαμβάνει την ελευθερία να κάνεις λάθη»

Ο Γκάντι αναδεικνύεται στην κυριότερη πολιτική φυσιογνωμία της χώρας του. Στους αμέτρητους πια οπαδούς του, έθεσε ως αρχές την αγνότητα, την πενία, την αλήθεια και την αφοβία. Διακήρυσσε την αξία και την ισότητα των γυναικών που ως τότε θεωρούνταν υποδεέστερα όντα. Παρά τις συχνές συλλήψεις και φυλακίσεις του από τις οργισμένες αγγλικές αποικιακές αρχές, ο Γκάντι δεν έπαψε να αγωνίζεται. Χρησιμοποίησε ως όπλο τη νηστεία, την οποία θεωρούσε και ως κάθαρση του οργανισμού. Ήταν ένα αποτελεσματικό όπλο για τον τερματισμό διακοινοτικών συγκρούσεων και για τη συμφιλίωση αντιμαχόμενων ομάδων, όπως ινδουιστών και μουσουλμάνων.

Για την προαγωγή των σκοπών του ο Γκάντι χρησιμοποίησε την εφημερίδα του «Η Νεαρά Ινδία» και το κόμμα του «Ινδικό Εθνικό Κογκρέσο», το οποίο με δική του εισήγηση διακήρυξε το 1929, την πλήρη ανεξαρτησία της χώρας ως στόχο του.

Παγκόσμια αίσθηση προκάλεσε η φυλάκισή του μαζί με ένα εκατομμύριο οπαδούς του, μετά την ιστορική «Πορεία του Αλατιού» που πραγματοποίησε τον επόμενο χρόνο, με αφορμή τη νομοθεσία για τη μονοπωλιακή εκμετάλλευση του αλατιού από τους Άγγλους και θεωρήθηκε πρόκληση από τις αποικιοκρατικές δυνάμεις. Αποτέλεσμα, η σύγκληση στο Λονδίνο της πρώτης Διάσκεψης Στρογγυλής τραπέζης (Νοεμ. 1930- Ιαν. 1931), η οποία ετοίμασε σχέδιο Συντάγματος για την Ινδία. Η δεύτερη Διάσκεψη, πάλι στο Λονδίνο, το Σεπτέμβρη του 1931 στην οποία συμμετείχε και ο αποφυλακισμένος Γκάντι, απέτυχε.

Με την επιστροφή του στις Ινδίες το 1932, ο Γκάντι οδηγήθηκε και πάλι στις φυλακές Γεράβντα στην Πούνα, τις οποίες έδινε και ως μόνιμη διεύθυνσή του. Είναι η εποχή που η απεργία πείνας μέχρι θανάτου που κήρυξε, ανάγκασε τους Άγγλους να δεχτούν το αίτημά του να μην αντιπροσωπεύονται χωριστά στη Βουλή οι ινδουιστές και η κατώτερη τάξη (οι παρίες ή ανέγγιχτοι), γεγονός που θα συνέβαλε στην κοινοτική διαίρεση.

Δεν μπορώ να φανταστώ μεγαλύτερη απώλεια από την απώλεια του αυτοσεβασμού κάποιου.

Η απλότητα, η αυτοπεποίθηση, η ειλικρίνεια, η ενσυναίσθησή του έκαναν τους ανθρώπους να τον θαυμάζουν. Και ο Γκάντι άρχισε πλέον να θεοποιείται στη λαϊκή συνείδηση, εξέλιξη που δεν τον ικανοποιούσε. Θεωρούσε επιζήμια για το έργο του αυτή τη λαϊκή ψύχωση, πιστεύοντας ότι ήταν προτιμότερο ο λαός να εγκολπώνεται το νόημα των λόγων του. Αφοσιώθηκε στην ανύψωση των «παιδιών του θεού», όπως αποκαλούσε τους φτωχούς, εξέδωσε εφημερίδα με αυτό τον τίτλο και εγκατέλειψε την ενεργό πολιτική δράση. Προσωρινά, αφού όταν τον Αύγουστο του 1942 το «Ινδικό Εθνικό Κογκρέσο» πήρε την απόφαση να φύγουν οι Άγγλοι από την Ινδία, ο Γκάντι κήρυξε πάλι πανεθνική εκστρατεία πολιτικής ανυπακοής με σύνθημα «Πράξε ή πέθανε» με αποτέλεσμα να φυλακιστεί μαζί με το γιο του κα τη γυναίκα του Καστουρμπάι που πέθανε το 1944 στη φυλακή.

Μαχάτμα Γκάντι : «Ζήστε σαν να πρόκειται να πεθάνετε αύριο. Μάθετε σαν να πρόκειται να ζήσετε για πάντα»

Στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ υπήρξαν αρκετές διεργασίες για την ανεξαρτησία της Ινδίας, σημειώθηκε με αγγλική υποκίνηση η σοβαρότερη διάσταση μουσουλμάνων και ινδουιστών. Οι νέες διαπραγματεύσεις για τη λύση του προβλήματος της Ινδίας οδήγησαν στην αγγλική πρόταση περί διχοτόμησης της χώρας σε Ινδουιστικό και Μουσουλμανικό κράτος. Ο Γκάντι αντιτάχθηκε στη διχοτομική αυτή πρόταση. Τα γεγονότα που ακολούθησαν επαλήθευσαν τους φόβους του. Επτά εκατομμύρια Ινδοί σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια μιας πραγματικής αλληλοσφαγής των αντιμαχόμενων πλευρών. Παρά τους συνεχείς αγώνες του, η χώρα τελικά αν και έγινε ανεξάρτητη το 1947, χωρίστηκε σε δύο κράτη, την Ινδία και το Πακιστάν. Οι μαζικοί αλληλοσκοτωμοί ξανάρχισαν και ο Γκάντι συνέχισε με πορείες και νηστείες τις προσπάθειες αυτή τη φορά για την ειρήνευση των συμπατριωτών του.

Μαχάτμα Γκάντι : «Οι αδύναμοι δεν μπορούν ποτέ να συγχωρήσουν. Η συγχώρεση είναι χαρακτηριστικό των ισχυρών»

Στις 13 Ιανουαρίου 1948 ο Γκάντι άρχισε την τελευταία απεργία πείνας με σκοπό την επίτευξη συμφιλίωσης και εθνικής ενότητας. Το κοινοτικό μίσος και ο θρησκευτικός φανατισμός αποδείχτηκαν πολύ ισχυρότερα πάθη από τη δύναμη της αγάπης και της αδελφοσύνης που εκείνος πρέσβευε και κήρυσσε.

Στο Δελχί, στις 30 Ιανουαρίου 1948, ενώ πήγαινε για την απογευματινή προσευχή του δολοφονήθηκε από ένα φανατικό ινδουιστή, ομόθρησκό του δηλαδή, θεωρώντας την πολιτική του Γκάντι υπεύθυνη για τη δημιουργία μουσουλμανικού κράτους σε ινδουιστικό έδαφος.

Η διδασκαλία του επηρέασε το διεθνές κίνημα για την ειρήνη, τον αγώνα κατά των φυλετικών διακρίσεων και της βίας. Από τη δράση του εμπνεύστηκαν ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και ο Νέλσον Μαντέλα.

Ο Μοχάντας Καραμτσάντ Γκάντι -όπως ήταν το πραγματικό του όνομα- έμεινε στην ιστορία με την προσωνυμία σεβασμού «Μαχάτμα» που σημαίνει «Μεγάλη Ψυχή», την οποία φέρεται να του απέδωσε το 1915 ο Ινδός νομπελίστας ποιητής Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ. Πίστευε ακράδαντα και εφάρμοζε τις αξίες της ενότητας, της ισότητας, της αλήθειας, της μη βίας, της δικαιοσύνης και της ειλικρίνειας. Ο πατέρας της σύγχρονης Ινδίας, αποτελεί ένα πανανθρώπινο σύμβολο.

Μαχάτμα Γκάντι : «Διαφωνώ με τη βία γιατί όταν φαίνεται να κάνει καλό, το καλό είναι μόνο προσωρινό. Το κακό που κάνει είναι μόνιμο»

πηγή