Το πέρασμα στη Γουργουβλή – του Πάνου Σκληρού

Μήταε με τη μια ρόδα το Ντόιτς μέχρι το καπάκι και σιγά σιγά γλιστρούσε και η άλλη ρόδα η μπροστινή, μέχρι να κάτσει όλο το σασί στο νερό. Τυχεροί θα ήταν οι επιβάτες αν το φούσκωμα του ποταμιού δεν ήταν τέτοιο που να περνάει το νερό απ’ το πάτωμα και να βραχούνε τα ποδάρια τους.

Μερικές φορές έτσι από το αίσθημα της αυτοσυντήρησης το λεωφορείο όταν έμπαινε ακόμα και σε λακκούβα, οι επιβάτες μάζευαν τα ποδάρια τους μη… βραχούνε. Μια τέτοια εικόνα σίγουρα θα έζησαν κάποιες ηλικίες πριν από εμάς. Και θα ήταν μια αξέχαστη εμπειρία.

Αυτό γινόταν στη Γουργουβλή, στο δρόμο από Δρυμό- Βόνιτσα, κοντά στη διασταύρωση για τον Άη Βασίλη, το Θύριο του Ξηρομέρου. Το λέγανε στο γιοφύρι του Τσάγγαρη. Εκεί που τώρα έχει γίνει μια τεράστια γέφυρα πάνω από το μεγάλο ρέμα που έρχεται από τα Ακαρνανικά βουνά.

Ερχόταν τα λεωφορεία αγκομαχώντας και κατάφορτα μέσα κόσμο κι από πάνω τα εμπορεύματα σκεπασμένα μ’ ένα σκληρό μουσαμά να μη βρέχονται. Βαλίτσες, κιβώτια, μπαούλα, καλάθια, κόφες, καρέκλες, βαρέλια ακόμα και λαμαρίνες. Ερχόταν ντουγρού απ’ την Αθήνα αλλά με αρκετές στάσεις στον Ισθμό, στην Ακράτα, στο Ρίο, στην Αμφιλοχία. Μικρές ταχύτητες, στενοί δρόμοι με λακκούβες και με πολλές στάσεις για να βάνει ο σωφέρης νερό κάθε τόσο στο ψυγείο που ζεμάταγε από την πίεση της μηχανής.

Σ’ εκείνο το σημείο «κατέβαζε» το ποτάμι, που ακόμα συμβαίνει αυτό αλλά σπανιότερα, και τα αυτοκίνητα έπρεπε να περάσουν χωρίς επιβάτες. Αφενός για να ‘ναι λιγότερο επικίνδυνη η διάβαση για τους επιβάτες και δεύτερο για να ‘ναι πιο ελαφρύ το λεωφορείο κι έτσι να περάσει πιο εύκολα…

Το πέρασμα στη Γουργουβλή το έζησαν σαν σωφεραίοι πολλοί όπως ο Αποστόλης Κρητικός με το ταξί που ήταν από τους πρώτους που έκανε το Λευκάδα-Αθήνα, ο Κίτσος ο Κατωπόδης, ο Δευτεραίος, ο Κάργας, ο Λάππας, ο Βαγενάς, ο Λάκης ο Θερμός, ο Κώστας Καραούλης κι ο Μάχος ο Μάλφας, ο Άγγελος Κοψιδάς-Λούντρος και τόσοι άλλοι . Ακόμα κι η “Αλανιάρα” του μπάρμπα Αρεστή Προδρομίτη-Τζάου που ήταν ένα αυτοκίνητο παντός χρήσης ή ο Μέμος απ’ το Σύβρο που είχε επίσης ένα φορτηγό που μετέφερε από ανθρώπους μέχρι ζώα. Ο Άγγελος Κοψιδάς- Λούντρος, φίλος του πατέρα μου είχε ένα παλιό φορτηγό που το είχαν αφήσει φεύγοντας οι Ιταλοί και μου είπαν ότι ήταν μάρκας ΙΖΟΤΤΑ. Επίσης ο Κουνιάκης, ο Φλώριος, ο Κατηφόρης, ο Αρίδιας, ο Γιώργος ο Κόγκας, ο Μπάκος, οι Βλαχαίοι, ο Λάζαρης, ο Κατωπόδης, ο Γατσούλης, ο Νίκος Γράψας ή Γάτος που έκανε κι όλες τις επισκευές επί τόπου άμα χρειαζότανε, ο Λαμπόβας, ο Κατσινάς, ο Γιωργουλάς, ο Πολυνίκης, ο Πέτρος ο Θεριανός, ο Κόγκας, ο Αγωγιάτης, ο Κιμωλιάτης και πολλοί άλλοι θαρραλέοι οδηγοί. Τα ίδια κι ο Τάσος ο Κακλαμάνης που μια φορά πέρασε μόνος του τους επιβάτες έναν έναν στην πλάτη του γιατί οι Αηβασιλιώτες είχαν πάει στο μοναστήρι της Παναγίας της Ρόμβης, ψηλά στα Ακαρνανικά και δεν ήταν εκεί να τους περάσουν.

(Περίληψη)… Αυτά και άλλα στο νέο βιβλίο.