Γιατί πήρε φωτιά η αγορά του ελαιολάδου

«Πουλούσαμε ακριβά και δεν ξέραμε γιατί» – Η πτώση της παραγωγής, λόγω κλιματικής αλλαγής, και η ταυτόχρονη αύξηση της ζήτησης έχουν οδηγήσει στην έκρηξη της τιμής του ελαιολάδου. Μπορεί να επανέλθει η τιμή; Και πότε;

Πέρυσι τον Νοέµβριο, όταν βγήκαν τα πρώτα λάδια από τα ελαιοτριβεία, πουλήθηκαν κάτω από 4 ευρώ. Σύντοµα η τιµή για τον παραγωγό άρχισε να ανεβαίνει… Eύκολα έπιασε τα 4 ευρώ και µέσα σε λίγες ηµέρες πλησίαζε τα 5 ευρώ. «Βλέπαµε ότι υπήρχε άνοδος, αλλά δεν ξέραµε τι συμβαίνει. Ο ένας με τον άλλο παραγωγό μιλούσαν, ρωτούσαν “πόσο πούλησες;” και ανέβαζαν και αυτοί την τιμή, ζητούσαν περισσότερα χρήματα. Αναρωτιόμασταν τι γίνεται με το λάδι», λέει ο Παύλος Καπλάνης, ιδιοκτήτης της πρότυπης ελαιοκομικής μονάδας Ben Olive Mill στην Aνω Μεσσηνία, ο οποίος διαθέτει ελαιώνα αλλά και ελαιοτριβείο και συσκευαστήριο. «Αν σου δίνουν καλή τιμή, δεν ρωτάς και πολλά. Απλώς πουλάς», συμπληρώνει.

Λίγες ημέρες νωρίτερα, στη γειτονική Λακωνία είχε συμβεί αυτό που ο κ. Νίκος Δήμας, ο οποίος διαθέτει μονάδα τυποποίησης ελαιολάδου στο Κορωπί, παρομοιάζει με το «πέταγμα της πεταλούδας» όσον αφορά στην επίδραση που είχε στην αγορά ελαιολάδου εκείνη η «απόβαση» Ισπανών εμπόρων.

«Κάποιοι εκπρόσωποι ήρθαν να αγοράσουν ποσότητες για λογαριασμό ισπανικής αλυσίδας. Εδιναν 5,5 ευρώ το λίτρο. Απίστευτη τιμή για εκείνη την εποχή», περιγράφει. «Οι ποσότητες ελαιολάδου που είχαν μείνει στις δεξαμενές ήταν μικρές, αλλά η νέα σοδειά του 2022-2023 βρισκόταν προ των πυλών», προσθέτει. «Και όλοι ήξεραν ότι οι ελληνικοί ελαιώνες είναι φορτωμένοι με καρπό».

Η Ισπανία

Οι μεμονωμένοι παραγωγοί αλλά και οι συνεταιρισμοί και οι μεταποιητές δεν είχαν εικόνα για το τι συμβαίνει στην παγκόσμια αγορά ελαιολάδου, όπου την πρωτοκαθεδρία έχει η Ισπανία. «Η Ισπανία πέρυσι παρήγαγε το 50% του μέσου όρου της παραγωγής της. Από 1,6 εκατ. τόνους παραγωγή που μπορούν να φτάσουν, έπεσαν σε 700.000 τόνους πέρυσι. Και η Ιταλία είχε πολύ μικρότερη παραγωγή. Παράλληλα η ζήτηση έχει ανέβει σε όλο τον κόσμο. Στην Αμερική πριν από δέκα χρόνια κατανάλωναν 60.000 τόνους, τώρα χρειάζονται 300.000», λέει ο κ. Βασίλης Φραντζολάς, δοκιμαστής και σύμβουλος ποιότητας ελαιολάδου.

Ετσι, οι Ισπανοί και Ιταλοί έμποροι βγήκαν προς αναζήτηση ποσοτήτων χύμα έξτρα παρθένου ελαιολάδου για να μπορέσουν να ανταποκριθούν σε συμβόλαια με ρήτρες, με τα οποία είχαν δεσμευθεί. Το κόστος πληρωμής της ρήτρας είναι πολύ μεγαλύτερο από το να πληρώσεις το ελαιόλαδο λίγο παραπάνω.

Η αύξηση της τιμής, στα 5,5 ευρώ, σταδιακά διαδόθηκε σε όλη τη χώρα ενώ η συγκομιδή του καρπού βρισκόταν σε εξέλιξη. Ομως κανένας δεν μπορούσε να προβλέψει τι θα συνέβαινε. Συνήθως στην αρχή της συγκομιδής οι τιμές είναι υψηλές, όμως μετά, όσο αυξάνονται οι ποσότητες του προϊόντος στην αγορά, πέφτουν. Συνήθως, αλλά τίποτα δεν φαίνεται να πηγαίνει όπως συνήθως.

Στη Σητεία, το διάσημο ελαιόλαδο της περιοχής της Χρυσοπηγής πουλήθηκε 5,15 ευρώ το λίτρο, τον Μάρτιο, σε εμπόρους από την Ελλάδα αλλά και την Ιταλία. «Ευκαιρία» για τα δεδομένα τότε. «Ελεγα στους άλλους αγρότες του συνεταιρισμού να κρατήσουν ποσότητες και να τις πουλάνε σταδιακά. Αλλά ήθελαν να προλάβουν την καλή τιμή», λέει ο παραγωγός Βιτσέντζος Κορνάρος, επαγγελματίας αγρότης στη συγκεκριμένη περιοχή της Κρήτης, ο οποίος τυποποιεί και διαθέτει μόνος του το ελαιόλαδό του.

Πολλοί, όταν είδαν τις τιμές να ξεπερνούν τα 5 ευρώ, βιάστηκαν να πουλήσουν και έτσι οι δεξαμενές στην Ελλάδα –παρά το γεγονός ότι πέρυσι είχε παραγωγή-ρεκόρ–, άδειασαν.

Τα παγκόσμια δεδομένα –τα οποία διαμορφώνουν και τις τιμές– έγιναν ευρύτερα γνωστά τον Μάρτιο στην Ελλάδα. «Στην αρχή όλοι έλεγαν «εντάξει, λογικό, να ανέβει η τιμή αφού όλα έχουν ανέβει. Τα εφόδια, τα εργατικά, το κόστος ζωής. Κάπου κοντά στον Μάρτιο καταλάβαμε ότι οι καύσωνες στην Ισπανία, είχαν μειώσει δραματικά τις ποσότητες και μόνο εμείς είχαμε λάδι στην Ευρώπη», λέει ο κ. Καπλάνης. Δεν υπάρχει κάποιος τρόπος πληροφόρησης για τους παραγωγούς; «Από όσα γράφονται στις εφημερίδες και τα sites. Αλλά πολύ συχνά είναι εντελώς αντικρουόμενα και δεν ξέρεις τι να πιστέψεις», απαντά.

«Oι παραγωγοί ή οι συνεταιρισμοί μαθαίνουν και από τους μεσάζοντες που έρχονται εδώ να πάρουν το λάδι. Ξέρω, σας φαίνεται παράξενο. Κανονικά όποιος πουλάει λέει πόσο πουλάει το προϊόν του, αλλά στο ελαιόλαδο δεν συμβαίνει αυτό. Ερχονται εκείνοι και μας λένε την τιμή που δίνουν και αν θέλεις πουλάς. Φυσικά δεν θα έρθει κανείς να σου πει “καίγομαι”, “καταστράφηκα” χρειάζομαι οπωσδήποτε το προϊόν σου», προσθέτει.

Στο μεταξύ, παραμονές τουριστικής περιόδου, την άνοιξη, εστιάτορες και ξενοδοχεία όταν είδαν ότι ανεβαίνει η τιμή, σταμάτησαν να αγοράζουν ελαιόλαδο, πιστεύοντας ότι κατά τα ειωθότα θα πέσει. «Ελάχιστοι δέσμευσαν ποσότητες σε συγκεκριμένες τιμές. Οι υπόλοιποι ίσως να μην μπορούσαν κιόλας γιατί χρειάζεται να έχεις κεφάλαιο», λέει ο κ. Καπλάνης. Οσο οι διαθέσιμες ποσότητες λιγόστευαν, τόσο η τιμή ανέβαινε. H ερώτηση στην αγορά είναι «λάδι έχετε;» και όχι «πόσο έχει το λάδι;». Τον Αύγουστο οι τυχεροί που είχαν ακόμα λάδι πούλησαν στα 8,3.

Αδειες δεξαμενές

Η αυξημένη ζήτηση στράγγιξε τις δεξαμενές. «Από τον Ιούλιο δεν έχουμε πλέον λάδι. Ολοι περιμένουν τη νέα σοδειά. Ερχονται και μας λένε: Ξέρουμε ποια είναι η τιμή, κράτησέ μου λάδι». Και το πρώτο συμβόλαιο για λάδι που κλείστηκε για τη φετινή σοδειά σε δημοπρασία στους Αγίους Απόστολους Λακωνίας πουλήθηκε στην τιμή των 9,25 ευρώ (τιμή για τον παραγωγό πάντα).

Τώρα οι παραγωγοί έχουν τα μάτια στραμμένα στα ελαιόδεντρα, όμως φέτος στην Ελλάδα η παραγωγή προδιαγράφεται εξαιρετικά μειωμένη. «Βιαζόμαστε να μαζέψουμε. Είμαστε λίγο ανήσυχοι να μη συμβεί κάτι την τελευταία στιγμή. Γιατί συνέχεια κάτι συμβαίνει», λέει ο κ. Καπλάνης.

Το πλήγμα της ξηρασίας

Μετά την περυσινή υπερπαραγωγή στην Ελλάδα είναι φυσικό η επόμενη χρονιά να είναι χαμηλή, έτσι συμβαίνει συνήθως με τα ελαιόδεντρα, δίνουν μεγάλη παραγωγή χρόνο παρά χρόνο. Κάποιοι επιπλέον παράγοντες έχουν παίξει ρόλο ώστε να μειωθεί ακόμη περισσότερο η παραγωγή. Τον Ιούλιο οι κατά τόπους ΔΑΟΚ (Διευθύνσεις Αγροτικής Οικονομίας) έδιναν πρόβλεψη παραγωγής 215.000 τόνων για την Ελλάδα, ωστόσο οι εκτιμήσεις λίγο πριν ανοίξουν τα ελαιοτριβεία μιλούν για αρκετά χαμηλότερη παραγωγή. Οι υψηλές θερμοκρασίες την άνοιξη και την εποχή της ανθοφορίας έφεραν πρόβλημα στο δέσιμο των καρπών, ενώ και η ξηρασία δεν βοήθησε για να μεγαλώσουν οι ελιές. «Η παραγωγή της Ελλάδας είναι πιθανό να πέσει στα όρια της εσωτερικής αυτάρκειας, δεδομένης της χαμηλής καρπόδεσης και της ξηρασίας του καλοκαιριού», εκτιμά ο Βασίλης Μουσελίμης, γεωπόνος ειδικός στην ελαιοκομία.

«Ο χειμώνας ήταν πολύ ζεστός και το δέντρο δεν πρόλαβε να κοιμηθεί για να ξεκουραστεί και να μπορέσει να αποδώσει», εξηγεί ο κ. Νικόλαος Μάρκελλος, ελαιοπαραγωγός στην Κορινθία, κοντά στα Λουτρά της Ωραίας Ελένης, όπου διαθέτει 6.000 ρίζες, κυρίως της ποικιλίας μανάκι. Συσκευάζει ο ίδιος το ελαιόλαδο που παράγει. «Φέτος το ποσοστό ακαρπίας φτάνει στο 50%. Θα ξεκινήσουμε τη συγκομιδή αργότερα και ίσα που θα πάρουμε μυρωδιά από ελαιόλαδο». Οσο για τις τιμές για τους παραγωγούς, υπολογίζει ότι θα κυμανθούν από 8,5-10 ευρώ. «Πέρυσι η τιμή που έδινε το ελαιοτριβείο στους παραγωγούς ήταν από 4,35-4,7, οπότε μπορούμε να καταλάβουμε πόσο μεγάλη είναι η διαφορά», λέει ο κ. Μάρκελλος.

Φέτος, οι τιμές των τυποποιημένων ελαιολάδων στα ράφια των σούπερ μάρκετ κυμαίνονται σε ιστορικά υψηλά, ενώ παράγοντες της αγοράς εκτιμούν πως ακόμη και αν τα επόμενα 2-3 χρόνια ομαλοποιηθεί η παραγωγή, μια αύξηση της τάξης του 20%-30% στην τιμή παραγωγού θα παραμείνει. Φωτ. ΝΙΚΟΣ ΚΟΚΚΑΛΙΑΣ

Η πατέντα του τενεκέ

H κατακόρυφη αύξηση της τιμής του εμβληματικού ελληνικού προϊόντος έχει προκαλέσει πολλά προβλήματα και αντιπαραθέσεις. Θα μπορούσε όμως και να αποτελέσει ένα έναυσμα για μια νέα αρχή σε σχέση με το ελληνικό ελαιόλαδο, που για χρόνια έχει αφεθεί στη μοίρα του. Ας μην ξεχνάμε ότι νέες ελαιοπαραγωγικές χώρες και περιοχές ανά τον κόσμο μπαίνουν συνέχεια στο παιχνίδι θέλοντας να προσκομίσουν κέρδη από τη φήμη του ελαιολάδου και της ωφέλειάς του για την υγεία. Η Τουρκία, ενώ για πολλά χρόνια βρισκόταν στην 7η θέση στην παγκόσμια κατάταξη των ελαιοπαραγωγικών χωρών, πέρυσι σκαρφάλωσε στην 3η θέση βοηθούντος του καιρού αλλά και των επενδύσεων που έχουν γίνει. Μάλιστα, η χώρα ανέστειλε την εξαγωγή ποσοτήτων ελαιολάδου μέχρι τον Νοέμβριο για να προφυλαχθεί η εσωτερική αγορά της. 

Ο αστικός μύθος λέει ότι οι Ιταλοί παίρνουν το ελληνικό ελαιόλαδο για να το προσθέσουν στο δικό τους και να βελτιώσουν την ποιότητά του. Η αλήθεια είναι ότι το παίρνουν γιατί το αγοράζουν (αγόραζαν;) φθηνά και μπορούν να αποκομίσουν κέρδος πουλώντας το, μετά την τυποποίησή του, ακριβά.  

«Η Ελλάδα είναι η μόνη ευρωπαϊκή χώρα στην οποία πωλείται χύμα ελαιόλαδο σε τενεκέδες οι οποίοι είναι παράνομοι, μπροστά στα μάτια των αρχών», επισημαίνει ο Βασίλης Φραντζολάς, δοκιμαστής και σύμβουλος ποιότητας ελαιολάδου. Εκτιμάται ότι το 70% της εγχώριας κατανάλωσης αφορά σε ποσότητες που διακινούνται χύμα με τη μέθοδο του τενεκέ. 

«Εγώ περνάω από δέκα ελέγχους και όταν έρχεται το φορτηγό που μου φέρνει το ελαιόλαδο από το ελαιοτριβείο για την τυποποίηση, ανοίγω την πόρτα του και βλέπω στη μέση τις καλογυαλισμένες ανοξείδωτες δεξαμενές μου και γύρω γύρω δεκάδες τενεκέδες. Το λάδι που περιέχουν δεν το ελέγχει κανείς, φόρο δεν πληρώνει κανείς. Κάποτε το δικαιολογούσα, έλεγα είναι ένας τρόπος να βγάλει και ο παραγωγός κάποια χρήματα διαθέτοντας το λάδι του απευθείας. Τώρα όμως δεν είναι δυνατόν να συνεχίζεται αυτή η τακτική», λέει ο τυποποιητής Νίκος Δήμας. Οταν ο ίδιος πριν από μερικά χρόνια ξεκίνησε τις εξαγωγές, διαπίστωσε ότι πολύ μεγάλες αγορές του εξωτερικού δεν γνώριζαν καν ότι η Ελλάδα παράγει ελαιόλαδο. «Το κέρδος από το τυποποιημένο είναι δύο φορές μεγαλύτερο απ’ ό,τι από το χύμα και είναι κέρδος για όλους», επισημαίνει ο κ. Δήμας.

Ωστόσο, πολλά πράγματα φαίνεται να αλλάζουν αργά αλλά σταθερά μέσα από προσωπικές ιστορίες και προσπάθειες.  

«Τα τελευταία 10 χρόνια έχουν γίνει μεγάλες επενδύσεις σε κεφάλαιο και προσπάθεια από την ιδιωτική πρωτοβουλία σε επίπεδο παραγωγής. Η ελαιοκαλλιέργεια απλώνεται και σε περιοχές όπου δεν καλλιεργείτο παραδοσιακά η ελιά. Επίσης, η ποιότητα του παραγόμενου ελαιολάδου ανεβαίνει, υπάρχει πολύ μεγάλη βελτίωση. Κρατική υποστήριξη δεν υπάρχει και οι συνεταιρισμοί στην πλειονότητά τους έχουν μείνει πολύ πίσω», λέει ο γεωπόνος Βασίλης Μουσελίμης. 
«Η Ελλάδα διαθέτει πολλές ποικιλίες ελιάς που θα μπορούσαν να δώσουν ελαιόλαδο αλλά δεν τις έχουμε μελετήσει, είναι εντελώς άγνωστες. Ξέρουμε την κορωνέικη, το μανίκι, την καλαρύτικη και μέχρι εκεί», προσθέτει. 

Οι προσδοκίες που αφορούν στην παραγωγή βασίζονται στην τύχη. «Αν το επιτρέψει ο καιρός» ή «αν θέλει ο Θεός». Ομως «πολλά πράγματα θα μπορούσαν να έχουν προληφθεί. Δεν έχουμε νερό για να βοηθήσουμε τα φυτά γιατί δεν έχουν γίνει έργα. Οι παραγωγοί έχουν πολύ ελλιπείς γνώσεις. Ψεκάζουμε για τον δάκο –ξοδεύοντας εκατομμύρια– λάθος περίοδο και αφού έχει ήδη ξεφύγει. Δεν υπάρχουν εργατικά χέρια», απαριθμεί τις δυσκολίες της ελληνικής ελαιοκαλλιέργειας ο κ. Μουσελίμης. 

Βασίλης Φραντζολάς 
Δοκιμαστής και σύμβουλος ποιότητας ελαιολάδου

Οι κίνδυνοι του «χύμα»

Τα ελαιόλαδα που «μπαίνουν» στον τενεκέ είναι οι ποσότητες που κόβονται στην τυποποίηση, καθώς η ποιότητά τους δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της αγοράς. 

Ειδικά φέτος, λόγω της υψηλής τιμής του ελαιολάδου, ο κίνδυνος νοθείας είναι αυξημένος. Η μείξη που προτιμάται είναι με σπορέλαια ή φουντουκέλαιο, ενώ το τελικό προϊόν δύσκολα μπορεί να το ξεχωρίσει ο μέσος καταναλωτής.

Τα ελαιόλαδα που διατίθενται σε 17λιτρους τενεκέδες είναι αφιλτράριστα και γι’ αυτό είναι θολά. Αυτό σημαίνει ότι το ελαιόλαδο ζει με τη μούργα, οπότε μέσα σε 5-6 μήνες οξειδώνεται λόγω της αυξημένης υγρασίας. 

Αγκούστι Ρομέρο 
Επικεφαλής τομέα ελιάς και ελαιολάδου, Ινστιτούτο IRTA, Καταλωνία 

Η σοδειά έπεσε στο 1/3

Η παραγωγή ελαιολάδου την προηγούμενη χρονιά ήταν πολύ χαμηλή στην Ισπανία. Ενώ μπορεί να φτάσει και το 1,6 εκατ. τόνους το έτος, έπεσε σε κάτω από 500.000 τόνους (σ.σ. τα επίσημα στοιχεία της Ε.Ε. αναφέρουν 670.000 τόνους) λόγω των κακών για την ελαιοκαλλιέργεια καιρικών συνθηκών. 

Οι τιμές για τους καταναλωτές έχουν διπλασιαστεί: από 5 ευρώ το λίτρο, τον προηγούμενο μήνα έφτασαν και τα 10 ευρώ. Ωστόσο, οι Ισπανοί παραγωγοί πούλησαν πέρυσι τον Νοέμβριο το λάδι τους κυρίως σε χαμηλές τιμές. Αυτοί που κέρδισαν είναι τα σούπερ μάρκετ. Και φέτος όμως αντιμετωπίζουμε προβλήματα. Σε πολλές περιοχές της Ισπανίας πέριξ της Μεσογείου ιδίως την εποχή της ανθοφορίας, τον Απρίλιο και τον Μάιο, είχαμε πολύ υψηλές θερμοκρασίες, με αποτέλεσμα πολλά άνθη να ξεραθούν και έτσι χάσαμε μεγάλο αριθμό ανθέων. Οι εκτιμήσεις για το ύψος της παραγωγής είναι χαμηλές και αυτή τη χρονιά. Επηρεάστηκαν κυρίως η Καταλωνία και η Κεντρική Ισπανία.

Το καλοκαίρι που ακολούθησε ήταν πολύ ξηρό. Τον Ιούλιο είχαμε μερικά σύννεφα και λίγη βροχή, αλλά σε γενικές γραμμές υπήρχε ξηρασία. Αυτό σημαίνει ότι μόνο οι περιοχές που είχαν καλή άρδευση (στην Ισπανία η ελαιοκαλλιέργεια σε ποσοστό της τάξης του 40% είναι αρδευόμενη καλλιέργεια) κατάφεραν να έχουν μεγάλο καρπό. Ωστόσο, στις άλλες περιοχές έχουμε μικροκαρπία και λίγο καρπό. Σε πολλά μέρη θα παράγουν το 20% της συνήθους παραγωγής. Κάποιοι δεν θα μαζέψουν καν γιατί η παραγωγή τους είναι τόσο μικρή που δεν θα αποκομίσουν κέρδος. Bέβαια, μεγάλο ποσοστό της ισπανικής παραγωγής προέρχεται από τους αρδευόμενους ελαιώνες. Εκτιμάται ότι φέτος θα είμαστε περίπου στο μισό, ίσως και λίγο λιγότερο της μέσης ετήσιας παραγωγής, αλλά τις επόμενες εβδομάδες θα έχουμε καλύτερη εικόνα. Ο υπουργός Γεωργίας της Ισπανίας εκτίμησε ότι η παραγωγή θα είναι 800.000 τόνοι περίπου. 

Tην περασμένη εβδομάδα βγήκαν κάποιες ποσότητες στην αγορά από το προηγούμενο έτος από μεγάλες εταιρείες διακίνησης σε συγκεκριμένες τιμές που είχαν συμφωνηθεί και οι τιμές έπεσαν στο 8,5-9,5 ευρώ το λίτρο. Τώρα περιμένουμε τη νέα σοδειά. Αναμένεται ότι οι υψηλές τιμές θα παραμείνουν για τουλάχιστον ένα χρόνο, γιατί αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν αποθέματα, οπότε η αγορά είναι εκτεθειμένη, αλλά σταδιακά θα μειωθούν. 

Παγκοσμίως υπήρξε μια μετακίνηση των καταναλωτών προς τα σπορέλαια. Όμως στην Ισπανία, όταν ακούστηκε ότι και αυτή τη χρονιά η παραγωγή θα είναι μικρή, οι καταναλωτές αγόρασαν περισσότερες ποσότητες έξτρα παρθένου ελαιολάδου για να έχουν στο σπίτι τους. Αυτό δείχνει ότι υπάρχει ισχυρός δεσμός των καταναλωτών με το ελαιόλαδο. 

Ρικάρντο Σκαρπελίνι 
Πρόεδρος του FJT Italia, ιδιοκτήτης εταιρείας εξαγωγών τροφίμων

To 80% αγοράζει την προσφορά

Οι χαμηλές τιμές για το ελαιόλαδο, 2 ευρώ το λίτρο, έχουν τελειώσει. Το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο είναι ένα μοναδικό, σημαντικό και πολύτιμο προϊόν, του οποίου οι καταναλωτές πρέπει να καταλάβουν την αξία.

Η Ιταλία εισάγει λάδι από την Ισπανία και την Ελλάδα και το συσκευάζει. Στο ιταλικό σούπερ μάρκετ αυτή την εποχή μπορείς να βρει ελαιόλαδο με 8,5-9,5 ευρώ το λίτρο, αλλά υπάρχει και ελαιόλαδο που κοστίζει 50 ευρώ το λίτρο. 

Oμως οι Ιταλοί καταναλωτές αγοράζουν σε ποσοστό 80% ελαιόλαδο από τα εκπτωτικά προϊόντα. Δεν ενδιαφέρονται παρά μόνον για την τιμή.  

πηγή