Άρης Κωνσταντινίδης στα Γιάννενα

Μια γνωριμία με τα Γιάννενα του μοντερνισμού

Κεντρική φωτογραφία: Φωτ. Σπύρος Στάβερης

Βαρβάρα Αγγέλη

Ηπειρωτικός Αγών (16.02.2013)

Ο Άρης Κωνσταντινίδης άφησε έντονα το αρχιτεκτονικό του αποτύπωμα στα Γιάννενα τις δεκαετίες του ’60 και ’70, και ιδιαίτερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο, ένα έργο που αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της παραγωγής του. Ήταν εκφραστής μιας διαφορετικής “ελληνικότητας” στην αρχιτεκτονική, υπέρμαχος του λιτού μοντερνισμού και πολέμιος του ξενόφερτου νεοκλασικισμού. Για πολλά χρόνια, από το 1957 έως το 1978 (με μια διακοπή στα χρόνια της δικτατορίας), συμμετείχε στην προσπάθεια του ΕΟΤ, είτε ως προϊστάμενος του Τμήματος Μελετών είτε ως ειδικός σύμβουλος αργότερα, να αναδείξει την Ελλάδα μέσα από τον σχεδιασμό τουριστικών υποδομών, όπως των “Ξενία”.

Στα Γιάννενα, εκτός από το Αρχαιολογικό Μουσείο, την αποκλειστική του σφραγίδα φέρνει η “Όαση”, την οποία ανέλαβε ως ιδιώτης αρχιτέκτονας. Την ίδια περίοδο με την “Όαση”, ανέλαβε και το δημοτικό κτίριο στο Γυαλί Καφενέ, το οποίο κατέληξε αρκετά διαφορετικό από τα αρχικά του σχέδια. Το πρώην “Ξενία” Ιωαννίνων, διά χειρός του αρχιτέκτονα Γεράσιμου Βώκου, όπως και ο σχεδιασμός του πάρκου στα Λιθαρίτσια, έγιναν την περίοδο που ο Κωνσταντινίδης ήταν προϊστάμενος στο Τμήμα Μελετών του ΕΟΤ. Στο νομό Ιωαννίνων καταγράφεται και άλλη μία δημιουργία του Κωνσταντινίδη, η οποία δεν ήταν γνωστή μέχρι σήμερα: Πρόκειται για μια στάση λεωφορείου που χτίστηκε το 1955 στη Βίγλα της Κόνιτσας.

Το Αρχαιολογικό Μουσείο και η “Όαση” είναι πάντως τα κατ’ εξοχήν κτίρια του Κωνσταντινίδη. Το εντυπωσιακό είναι ότι αυτή τη στιγμή και τα δύο κτίρια δεν έχουν τη μορφή που τους έδωσε ο αρχιτέκτονας. Στο μουσείο, κατά την τελευταία δεκαετία, έγινε μια ανακαίνιση που χαρακτηρίστηκε από τον πανελλήνιο σύλλογο αρχιτεκτόνων αδόκιμη έως κάποιο σημείο (π.χ. κλείστηκε ένας ημιυπαίθριος χώρος, άλλαξε η πίσω όψη του κτιρίου).

Η “Όαση”, από την άλλη, έζησε πολλές περιπέτειες και σήμερα βρίσκεται στα κακά της χάλια. Ευτυχώς, για αυτό το κτίριο υπάρχει πολύ καλύτερο μέλλον, καθώς στις 5 Μαρτίου θα γίνει ο διαγωνισμός από τον δήμο Ιωαννιτών για την αποκατάστασή του. Ωστόσο, μέσω της πολιτικής και κοινωνικής έντασης που υπήρχε για τη χρήση της “Όασης” όλα αυτά τα χρόνια, επήλθε εντέλει από πολλούς μια αμφισβήτηση της αρχιτεκτονικής της αισθητικής. Μια αμφισβήτηση που έγινε και γίνεται με κριτήρια αποκλειστικά του σήμερα, και όχι του τότε, όταν η αρχιτεκτονική, όπως και άλλες μορφές τέχνης, προσπαθούσαν να βαδίσουν στον δρόμο του μοντερνισμού.

Ο Κωνσταντινίδης στα Γιάννενα
Το βασικό πόνημα του Κωνσταντινίδη στην πόλη μας είναι το Αρχαιολογικό Μουσείο Ιωαννίνων. Για το μουσείο, τα δημοσιεύματα του Τύπου είναι ελάχιστα. Κάτι που αποδίδεται στο γεγονός ότι η κατασκευή του γινόταν σε έναν χώρο που δεν ήταν οικείος στην πόλη (μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’60 εκεί βρίσκονταν οι τούρκικοι στρατώνες). Επιπλέον, το έργο το είχε αναλάβει αποκλειστικά ο ΕΟΤ, χωρίς να εμπλέκονται τοπικοί φορείς.

Ο Κωνσταντινίδης άρχισε να αποκτά σχέση με τους φορείς της πόλης επί δικτατορίας, όταν κλήθηκε από τον διορισμένο δήμαρχο Σπύρο Φιλίππου, να αναλάβει ως ιδιώτης αρχιτέκτονας την ανέγερση της νέας Όασης. Εκείνη την περίοδο, υπάρχει γενικά μια έμφαση σε έργα εξωραϊσμού της πόλης. Την άνοιξη του 1970, ο δήμαρχος, αρχιτέκτονας-μηχανικός στο επάγγελμα, ενώπιον του Δημοτικού Συμβουλίου αναφέρει: “Όσον αφορά την αρχιτεκτονικήν μελέτην πρέπει να την δώσωμεν εις πεπειραμένον αρχιτέκτονα. Τοιούτος δε, δεν υπάρχει εις Ιωάννινα Προτείνω τον κ. Άρη Κωνσταντινίδη ο οποίος διετέλεσε διευθυντής των Αρχιτεκτονικών Μελετών του ΟΕΤ, γνωρίζει τα Ιωάννινα καλώς, έχει μελετήσει το κτίριον του Κρατικού Μουσείου της πόλεώς μας και θεωρώ οιούτον ως τον πλέον ενδεδειγμένον”. Το φθινόπωρο του ίδιου έτους, η μελέτη είναι έτοιμη.

Σε δημοσίευμα του “Η.Α.” στις 14 Οκτωβρίου 1970 αναφέρεται: “Βάσει του προσχεδίου το κέντρον θα έχη δύο αίθουσες εστιατορίου και καφεζαχαροπλαστείου, δυναμικότητος 150 ατόμων εκάστη. Επίσης το κέντρον θα διαθέτη σαλόνι και όλους τους απαραίτητους χώρους. Το εστιατόριον θα είναι ενός ορόφου και θα αποτελείται κυρίως από “τζαμαρίας”. Τέλος θα καταβληθεί προσπάθεια όπως μη κοπούν τα σημερινά δένδρα της Οάσεως”. Το έργο προχώρησε κανονικά, και η Όαση ξεκίνησε να λειτουργεί ξανά, υπό νέα μορφή, στον Αύγουστο του 1973.

Στο μεταξύ, στις αρχές του 1971, ο δήμαρχος προτείνει το δημοτικό καφενείο στο Γυαλί Καφενέ να το σχεδιάσει επίσης ο Κωνσταντινίδης. Η πρότασή του σε πρώτη φάση δεν περνά. Οι δημοτικοί σύμβουλοι είναι της άποψης ότι η μελέτη πρέπει να ανατεθεί σε κάποιον αρχιτέκτονα της πόλης. Διαβάζεται δε στο σώμα και σχετική επιστολή από τον αρχιτέκτονα Τάσο Παπασταύρο (τον μετέπειτα δήμαρχο της πόλης), ο οποίος προσφέρεται να κάνει τη μελέτη δωρεάν. Ο δήμαρχος υποχωρεί. Ωστόσο, λίγο καιρό αργότερα, η μελέτη του κ. Παπασταύρου απορρίπτεται, παρά την αντίθεση άποψη δημοτικών συμβούλων, και ο δήμαρχος προχωρά στην ανάθεση της μελέτης στον Άρη Κωνσταντινίδη. Μάλιστα, για να καθησυχάσει το σώμα, λέει πως αν χρειαστεί, θα πληρώσει ο ίδιος από την τσέπη του την αμοιβή του αρχιτέκτονα. Και η μελέτη όμως του Κωνσταντινίδη, ο οποίος σημειωτέον δεν ήθελε να αναλάβει το δημοτικό καφενείο (“Διεπίστωσα ότι δεν θα ήθελε να την αναλάβη καθόσον έχη άλλας απασχολήσεις. Του είπον ότι πρέπει να την αναλάβη” αναφέρει ο Σπ. Φιλίππου στο σώμα), δεν είχε και την καλύτερη τύχη. Το Δημοτικό Συμβούλιο εγκρίνει τον Ιούνιο του 1971 το σχέδιο του αρχιτέκτονα κατά το ήμισυ και προχωρά, μετά από εισήγηση των τεχνικών υπηρεσιών, σε τροποποιήσεις της μελέτης.

*Βλ. επίσης: Χτίζοντας δοχεία ζωής.
Μια αθησαύριστη συνέντευξη του μεγάλου αρχιτέκτονα Άρη Κωνσταντινίδη (1913-1993) στον Στάθη Τσαγκαρουσιάνο με αφορμή την έκδοση τριών σπάνιων βιβλίων του.

Πάνω αριστερά, μία φωτογραφία του Ξενία των Ιωαννίνων. Δεξιά, μία ετικέτα του ξενοδοχείου για τις αποσκευές.

Τομή της δυτικής όψης του Αρχαιολογικού Μουσείου Ιωαννίνων. Σχέδιο του Άρη Κωνσταντινίδη. (Αρχαιολογία και Τέχνες)

Φωτογραφίες του Κώστα Μπαλάφα σε διάφορες αίθουσες του μουσείου.

Εξατομικευμένο πορτρέτο, πιθανόν του Ηπειρώτη βασιλιά Πύρρου. Εκμαγείο ρωμαϊκού αντιγράφου χαμένου έργου ελληνιστικής εποχής.

Καταπέλτης της ελληνιστική εποχής που εξακόντιζε γιγάντια βέλη σε μεγάλες αποστάσεις με τόση δύναμη κι ακρίβεια ώστε να διαπερνούν ακόμη και μία ασπίδα.

Αριστ., όπλα από τον “τάφο του Γενάρχη”. Δεξ, έφιππος χάλκινος αδριάντας αξιωματούχου του Κοινού των Ηπειρωτών. Αναπαράσταση με ενσωματωμένα χάλκινα μέρη, ορισμένα από αδριάντα του Μύλωνα, γιου του Σωσάνδρου, Θεσπρωτού. Δωδώνη, βουλευτήριο, ελληνιστική εποχή.

Αριστ., χάλκινιο αγαλμάτιο άνδρα, ίσως δούλου, πιθανότατα Αφρικανού (Ρωμαϊκή εποχή). Δεξ., επιτύμβια στήλη σε σχήμα ναϊσκου από αμμόλιθο. Ανάγλυφη παράσταση αποχαιρετισμού ανδρόγυνου με χειραψία (κάστρο Ιωαννίνων, Ρωμαϊκή εποχή).

Δεξ., τιμητικό ψήφισμα για τον Συρακούσιο Αλκέτα. Ανάγλυφη παράσταση αλόγου και στεφανιού ελιάς που πιθανόν αναφέρονται σε ιππική νίκη.

Το κέντρο “Όασις”, όπως είναι σήμερα μετά την ανακαινισή του.

Το μέγα σκάνδαλο της κατεδάφισης του Ξενία

Babylonia.gr (αναδημοσίευση από Indymedia)

Συντρίμμια στο όνομα του κέρδους και της ανάπτυξης. ΚΑΤΕΔΑΦΙΣΤΗΚΕ ΤΟ ΞΕΝΙΑ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΠΟΥ ΧΑΡΙΖΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΔΗΜΟ ΙΩΑΝΝΙΤΩΝ ΣΤΟΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΑ Κ. ΜΗΤΣΗ. Ένα από τα τελευταία αρχιτεκτονικά κομμάτια της συλλογικής ιστορικής μνήμης των Ιωαννίνων, ένα κτήριο που έχει ταυτιστεί με την μεταπολεμική ιστορία της πόλης, το ξενοδοχείο Ξενία γκρεμίστηκε στο όνομα της “ανάπτυξης”! Υπεύθυνοι για το γκρέμισμα του ξενοδοχείου-ποιοι άλλοι;- το τοπικό μπλοκ δημοτικής εξουσίας σε συνενοχή με τα όργανα του κεντρικού κράτους που έπαιξαν και συνεχίζουν να παίζουν το ρόλο των διεκπεραιωτών των συμφερόντων του επιχειρηματία Κώστα Μήτση στον οποίο εκχωρήθηκε η λειτουργία του χώρου και του υπό ανέγερση κτιρίου. Την Παρασκευή 19 Μαΐου κοινοποιήθηκε στον προσφεύγοντες, τον επικεφαλής της δημοτικής παράταξης του ΠΑΣΟΚ, Νίκου Ζαρμπαλά και τον Πανελλήνιο Σύλλογο Αρχιτεκτόνων (ΣΑΔΑΣ-ΠΕΑ), η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας σύμφωνα με την οποία το Ξενία δεν είναι διατηρητέο κτήριο και άρα η εκμισθώτρια εταιρεία “Ακτή Αριάδνη Α.Ε.” συμφερόντων Μήτση είχε δικαίωμα να κατεδαφίσει το κτίριο. Το δικαίωμα στο ανεπανόρθωτο έγκλημα της κατεδάφισης το παρείχε ο δήμος Ιωαννιτών με τους όρους του διαγωνισμού (καλοκαίρι του 2004) μετά την απόφασή του (τέλη 2003) να ενοικιάσει (βλ. εκποιήσει) το ξενοδοχείο με το επιχείρημα ότι είναι ζημιογόνο. Στην πραγματικότητα ζημιόγονος ήταν η δημοτική επιχείρηση (Δημοτική Επιχείρηση Τουριστικής Ανάπτυξης Ιωαννίνων) που διαχειριζόταν το Ξενία και αυτό ελέω χρόνιων πελατειακών εξυπηρετήσεων. Στη συνέχεια, το Φεβρουάριο του 2005 η Πολεοδομία του δήμου Ιωαννιτών ενέκρινε την κατεδάφιση, ωστόσο το κτίριο σώθηκε από τις μπουλντόζες κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή με την προσφυγή των Ζαρμπαλά-ΣΑΔΑΣ που ζητούσαν να κηρυχτεί διατηρητέο. Προηγουμένως ωστόσο το κτίριο εκκενώθηκε από αντικείμενα ενώ ξηλώθηκαν πόρτες, παράθυρα και άλλος εξοπλισμός με αποτέλεσμα να μείνει ουσιαστικά γυμνό γιαπί στον ήλιο και τη βροχή έως το Σάββατο 20 Μαΐου, την ημέρα που ξεκίνησε η κατεδάφιση για να ολοκληρωθεί τρεις ημέρες αργότερα. Η αρχική εισήγηση του ΣτΕ ήταν υπέρ της διατήρησης του κτιρίου αλλά τελικώς φτάσαμε στην κατεδάφιση με την πλειοψηφία του Συμβουλίου να δέχεται τις εισηγήσεις της Περιφερειακής Υπηρεσίας και του Κεντρικού Συμβουλίου Νεωτέρων Μνημείων περί έλλειψης “αυτόνομης” αρχιτεκτονικής αξίας του Ξενία. Ειδικά για την πρώτη υπηρεσία, το παρελθόν είναι εξόχως «αμαρτωλό»: μεταξύ άλλων, έχει εισηγηθεί από κοινού με τη δημοτική αρχή το χαρακτηρισμό του καφενείου της Όασης στην κεντρική πλατεία (δημιουργήματος του Άρη Κωνσταντινίδη) ως μη διατηρητέου. Σε αυτή την περίπτωση, το καλοκαίρι του 2003 οδηγηθήκαμε σε μερικό γκρέμισμα του κτιρίου το οποίο εκχωρήθηκε στην επιχείρηση “Καρούζος Properties” (στον ίδιο όμιλο ανήκουν τα εστιατόρια Applebee’s, που υπάρχουν στην Αθήνα) ενώ ο προϊστάμενος της Περιφερειακής Υπηρεσίας Νεωτέρων Μνημείων, Σπ. Πανταζής, κατά γενική ομολογία στην πόλη, έχει σφραγίσει ανεξίτηλα με την παρουσία του στην μεταπολιτευτική καταστροφή της αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας των Ιωαννίνων. Με μια φράση “όπου πέφτει ή αποχαρακτηρίζεται κτίριο στα Γιάννενα, το πιθανότερο να τον βρεις από πίσω”. Διατηρητέο το Ξενία; Γιατί άραγε; Δημιούργημα του αρχιτέκτονα Φ. Βώκου κάτω από την αρχιτεκτονική επίβλεψη του Κωνσταντινίδη ο οποίος είχε την καθοδήγηση για πολλά Ξενία στην Ελλάδα ως προϊστάμενος της υπηρεσίας μελετών του ΕΟΤ (Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού), το Ξενία ήταν κάτι παραπάνω από ένα αρχιτεκτονικό μνημείο για τα Γιάννενα για να κριθεί μοναχά ως τέτοιο. Από το 1959 που ανεγέρθηκε σε συνδυασμό με τον περιβάλλοντα χώρο του πάρκου του Κουραμπά έχουν καταγραφεί στη συλλογική μνήμη των κατοίκων ως ένα ενιαίο πολεοδομικό σύνολο, ως σημεία αναψυχής, συνάντησης και ανταλλαγής απόψεων, ως χώροι δημόσιοι και όχι ιδιωτικοί.

Στο Ξενία πήγαινες για ένα καθημερινό ραντεβού, στο Ξενία γίνονταν πολλές πολιτικές εκδηλώσεις από τη Δεξιά ως την Αριστερά, στο Ξενία κατέλυαν οι πολιτικοί αρχηγοί όταν μιλούσαν στα Γιάννενα, στο Ξενία έμειναν ο Όρσον Ουέλς και η Ζαν Μορό το 1967 όταν γύριζαν μία ταινία στο αρχαίο θέατρο της Δωδώνης, στη δροσερή σκιά του Κουραμπά θα έπινες καφέ το καλοκαίρι, ακόμη και αν οι φίλοι σου προτιμούσαν τις τρέντυ καφετέριες… Επιπλέον, το κτίριο αποτελούσε δείγμα του ελληνικού αρχιτεκτονικού μοντερνισμού ενώ όπως συνέβη με τα περισσότερα Ξενία ανεγέρθηκε σε ένα σημείο σημαντικό για την πόλη. Ο χώρος του Κουραμπά και του Ξενία βρίσκονται στο κέντρο των Ιωαννίνων και αποτελούν ένα πάρκο, όαση δροσιάς για το αστικό περιβάλλον. Και μετά; Το γκρέμισμα του Ξενία είναι, λοιπόν, ένα σοκ για πολλούς κατοίκους της πόλης, ένα σοκ που μπορεί να μην τους/τις κινητοποίησε να σταματήσουν έμπρακτα την κατεδάφιση, αλλά θα γίνει ακόμη μεγαλύτερο εάν αντικρίσουν αυτό που επιφυλάσσουν για μετά η εταιρεία και ο δήμος: ένα μπετονένιο μεγαθήριο πέντε ορόφων στο κέντρο της πόλης (το Ξενία είχε τρεις από την πλευρά της εισόδου) με μεγαλύτερο εμβαδόν, λιγότερο πράσινο (ήδη όπως καταγγέλθηκε χθες Παρασκευή κόπηκαν δέντρα στο χώρο παρά την περί του αντιθέτου διαβεβαίωση του δημάρχου ότι δεν θα απομειωθεί (sic) το πράσινο) και βεβαίως υψηλές τιμές, είσοδο με σεκιούριτυ (πολεοδομικός και κοινωνικός αποκλεισμός γαρ), αισθητική τύπου Γιουροβίζιον (η περίπτωση της επίσης εκποιημένης «Όασης» είναι χαρακτηριστική). Συνθήκες “καγκελοποίησης” δηλαδή και πολεοδομικού αποκλεισμού των κατοίκων και των περαστικών από τον περιβάλλοντα χώρο, όπως συμβαίνει ήδη με τα υπερυφωμένα πατάρια των καφετεριών και το παραδοσιακό καφενείο “Γυαλί Καφενέ” (ανήκει επίσης στο δήμο και έχει εκμισθωθεί στον επιχειρηματία και νυν γραμματέα της Νομαρχιακής Επιτροπής του ΠΑΣΟΚ, Θαν. Οικονόμου). Το κατεδαφισθέν κτίριο είχε δομημένη επιφάνεια 4.800 τ.μ., 60 δωμάτια και 113 κλίνες ενώ το “Grand Serai” όπως αναμένεται να είναι το όνομα του νέου ξενοδοχείου θα έχει ύψος 15 μέτρα, πέντε ορόφους και στα 10.000 τ.μ. που θα εκμεταλλεύεται για 35 χρόνια θα φιλοξενεί 250 δωμάτια και 500 κλίνες. Το πάρκινγκ του θα είναι μόνο 60 θέσεων ενώ θα είναι ένα κτίριο “με βυζαντινό-οθωμανικές επιρροές, τρούλους και χαγιάτια”. […]

Πηγή