8 υπέροχα κάστρα της Ελλάδας – Στιβαρά τείχη, ψηλοί πύργοι και πολεμίστρες

Ένα κομμάτι ιστορίας που μοιάζει βγαλμένο από παραμύθι εντυπωσιάζει τους επισκέπτες μέχρι και σήμερα.

Όπου και να ταξιδέψετε σε νησιωτική και ηπειρωτική Ελλάδα, κάπου θα δείτε και ένα κάστρο, μικρό ή μεγάλο. Ορισμένα διατηρούνται σε πολύ καλή κατάσταση ενώ άλλα δείχνουν να μην αντέχουν την φθορά του χρόνου. Εάν στα παραμύθια τα κάστρα ήταν γεμάτα ρομαντικές ιστορίες με πρίγκιπες και ιππότες, στην περίπτωσή μας ήταν γεμάτα με στρατιώτες και μάχες καθώς είχαν αμυντικό χαρακτήρα, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις αποτελούσαν έναν ολόκληρο οικισμό.

Πού θα τα βρείτε; Σχεδόν παντού: στη Λέρο, στην Κω, στη Χίο, στην Κεφαλλονιά, στην Κέρκυρα, στη Θεσσαλονίκη, στο Ηράκλειο, στην Άρτα, στο Ναύπλιο, στο Άργος, στα Ιωάννινα, στην Πάργα, στην Καβάλα, στη Λέσβο, στη Μονεμβασιά, στη Λευκάδα, όρεξη να έχετε να τα ανακαλύπτετε ένα ένα.

Κάστρο Πλαταμώνα

Είναι ένα από τα πιο καλοδιατηρημένα κάστρα και το όνομά του, Πλαταμών, σημαίνει «βραχώδης άκρα επί της θαλάσσης» καθώς πρόκειται για έναν ψηλό κατάφυτο βράχο μια ανάσα από τη θάλασσα. Η θέση του είναι κομβική καθώς βρίσκεται πάνω στη δίοδο Θεσσαλίας-Μακεδονίας-νότια Ελλάδας. Είχε υπό τον έλεγχό του δηλαδή το πέρασμα προς το βορρά και την κοιλάδα των Τεμπών. Πρόκειται για ένα κάστρο –πόλη του 10ου αιώνα που εκτός από την στρατηγική του θέση στο δρόμο προς τη Μακεδονία, προστάτευε την περιοχή από τις πειρατικές επιδρομές.

Στο επιβλητικό κάστρο του Πλαταμώνα/Photo: Shutterstock

Το πιο εντυπωσιακό στοιχείο του κάστρου εξωτερικά είναι ο 18 μέτρων ύψους οκταγωνικός πύργος που είναι εμφανής από μακριά. Εσωτερικά είχε τέσσερα επίπεδα, το υπόγειο που είχε τη χρήση δεξαμενής σε περίοδο πολιορκίας, το ισόγειο, τον πρώτο και το δεύτερο όροφο. Το κάστρο παραχωρήθηκε από τον Βονιφάτιο Μομφερατικό στους Ενετούς ωστόσο καταλήφθηκε το 1244 από τον Θεόδωρο Κομνηνό Δούκα μέχρι τη στιγμή που γίνεται η άλωσή του από τους Οθωμανούς. Πέρασε ξανά το 1425 στους Ενετούς και μετά από πολιορκία το 1427 ξαναπερνά στην κυριαρχία των Οθωμανών δίνοντάς τους ένα ακόμα πλεονέκτημα ώστε να αλώσουν ευκολότερα την Θεσσαλονίκη το 1430. Το μέγιστο ύψος των τειχών, που διατηρούνται σε πολύ καλή κατάσταση, φτάνει τα 9,5 μέτρα ενώ το πάχος κυμαίνεται μεταξύ 1,2 και 2 μέτρων. Στο εσωτερικό του σώζεται ακόμα η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής η οποία στα χρόνια των Οθωμανών είχε μετατραπεί σε τζαμί.

To κάστρο της Πύλου που χρονολογείται πίσω στον 16ο αιώνα/Photo: Shutterstock

Νιόκαστρο ή Κάστρο της Πύλου

Το Νιόκαστρο ή Κάστρο της Πύλου ή Κάστρο του Ναυαρίνου, χτίστηκε από τους Οθωμανούς το 1573 έπειτα από την ήττα τους στη ναυμαχία της Ναυπάκτου. Με αυτό ήθελαν να ελέγχουν τη νότια είσοδο του κόλπου του Ναυαρίνου και φυσικά το θαλάσσιο εμπόριο από την δύση προς την ανατολή. Μεταξύ του 1686 και του 1715 πέρασε στα χέρια των Ενετών ενώ μερικά χρόνια αργότερα καταλήφθηκε από Ρώσους αξιωματούχους, τους αδερφούς Ορλώφ. Δεν σταμάτησε εκεί όμως το πάρε-δώσε του κάστρου, το 1821 το κατέλαβαν οι Έλληνες για να περάσει τέσσερα χρόνια μετά στον Ιμπραήμ. Μετά τη μάχη του Ναυαρίνου ο Ιμπραήμ το εγκατέλειψε, στη συνέχεια χτίστηκε η νέα πόλη εκτός των τειχών και το κάστρο μετατράπηκε σε φυλακή. Εντυπωσιακή είναι η κατασκευή των τειχών καθώς είχαν μεγάλο πάχος ώστε να αντέχουν τους κανονιοβολισμούς, ήταν χαμηλά ώστε να αποφεύγεται ο στόχος των βλημάτων και με κλίση για να είναι η κρούση πιο ήπια. Διαθέτουν προμαχώνες, με πιο σημαντικούς αυτούς προς τη θάλασσα ώστε να προστατεύουν την είσοδο και το λιμάνι. Το τμήμα της ακρόπολης διέθετε έξι πεντάπλευρους προμαχώνες και σχεδόν εξήντα κανόνια ενώ πάνω από την είσοδο του κάστρου υπήρχε και ζεματίστρα. Εντός του κάστρου πλέον σώζονται κάποια ερείπια κατοικιών και άλλων κτιρίων καθώς και το τζαμί που έχει μετατραπεί σε εκκλησία της Μεταμορφώσης του Σωτήρος.

To βυζαντινό φρούριο της Καβάλας/Photo: Shutterstock

Φρούριο Καβάλας

Υψώνεται άκρως επιβλητικό πάνω από το λιμάνι στη χερσόνησο της Παναγίας και είναι σημείο αναφοράς στην πόλη. Αυτό που βλέπουμε σήμερα χτίστηκε κυρίως τον 15ο αιώνα, ωστόσο πήρε τη θέση της βυζαντινής Ακρόπολης της Καβάλας που είχε καταστραφεί τον 14ο αιώνα ενσωματώνοντας στην κατασκευή τα ερείπιά της. Στρατηγικό σημείο και αυτό καθώς έλεγχε το πέρασμα της Εγνατίας. Και σε αυτή την περίπτωση το κάστρο πέρασε τόσο στα χέρια των Ενετών όσο φυσικά και στων Οθωμανών. Ανεβαίνοντας στο κάστρο μπορείτε να δείτε τον κεντρικό κυκλικό πύργο. Αν καταφέρετε να ανεβείτε μέχρι πάνω, θα απολαύσετε την καλύτερη θέα στην πόλη, τα φυλάκια, τη δεξαμενή νερού αλλά και το χώρο όπου βρίσκονταν τα πυρομαχικά. Στα τέλη του 17ου αιώνα χρησιμοποιείται και ως τόπος εξορίας και φυλάκισης για τους υπηκόους του σουλτάνου, μάλιστα το 1759 ο Ιμπραήμ Πασάς με εντολή του σουλτάνου καθαιρέθηκε και εξορίστηκε στο φρούριο της Καβάλας. Το φρούριο αγοράστηκε στις αρχές του 20ου αιώνα από τον χεδίβη της Αιγύπτου Αμπάς Χιλμί για να εγκαταστήσει εκεί μια Βιομηχανική και Βιοτεχνική Σχολή, ωστόσο αυτό δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ και τη δεκαετία του 1960 ο δήμος Καβάλας το αγόρασε από τον Οργανισμό Αιγυπτιακών Βακουφιών για το ποσό των 70.000 δραχμών. Σήμερα, στον εξωτερικό περίβολο της Ακρόπολης λειτουργεί υπαίθριο θέατρο καθώς και αναψυκτήριο.

Το Κάστρο της Ναυπάκτου/Photo: Shutterstock

Κάστρο της Ναυπάκτου

Το κάστρο της Ναυπάκτου στέκει πάνω από την πόλη και το λιμάνι της από την αρχαιότητα. Η πρώτη φάση της οχύρωσης ανάγεται στα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ. και αργότερα, στα Ελληνιστικά χρόνια, ο οχυρωματικός περίβολος επεκτάθηκε προς τα ανατολικά ώστε να προστατεύει μεγαλύτερο τμήμα της πόλης. Η βυζαντινή φάση της οχύρωσης, η οποία ενσωματώνει σε σημεία και την αρχαία, ανάγεται στον 10ο-11ο αιώνα. Η συνολική του έκταση είναι 175 στρέμματα και η περίμετρος 2.250 μ. Όπως και στις προηγούμενες περιπτώσεις, έτσι και σε αυτή, το κάστρο καταλήφθηκε από τους Ενετούς οι οποίοι έκαναν εκ νέου επεκτάσεις και διορθώσεις και στη συνέχεια, από τους Οθωμανούς, μεταξύ 1499-1687 και 1699-1829. Η οχύρωση διαθέτει πέντε διαδοχικούς οχυρωματικούς περιβόλους που ξεκινάνε από την κορφή του λόφου και καταλήγουν στο λιμάνι ενώ ενδιάμεσα, στα τελευταία τμήματα, απλώνεται η παλιά πόλη όπου επικρατεί το οθωμανικό στοιχείο στην οχύρωση. Σήμερα ο επισκέψιμος χώρος περιλαμβάνει τους τρεις ανώτερους αμυντικούς περιβόλους που ουσιαστικά βρίσκονται στο ανώτερο σημείο του πευκόφυτου λόφου όπου κυριαρχούν τα βυζαντινά τείχη. Εντός των τειχών θα δείτε και το εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία του 19ου αιώνα που έχει χτιστεί πάνω στα θεμέλια παλαιότερης τρίκλιτης μεσοβυζαντινής βασιλικής. Η θέα προς την πόλη και τις ακτές της Πελοποννήσου όπως και στη γέφυρα του Ρίου είναι μοναδική.

Το κάστρο της Μυτιλήνης εκτείνεται σε περίπου 60 στρέμματα και αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα κάστρα της Μεσογείου/Photo: Shutterstock

Κάστρο Μυτιλήνης

Το κάστρο της Μυτιλήνης απλώνεται σε μια μικρή χερσόνησο στα βορειοανατολικά της πόλης και είναι από τα πιο όμορφα κάστρα. Πρόκειται για βυζαντινό κάστρο που όμως έχει χτιστεί πάνω σε θέση αρχαίας ακρόπολης. Να αναφέρουμε εδώ, πως από την αρχαιότητα μέχρι τα πρώτα βυζαντινά χρόνια η χερσόνησος αυτή ήταν νησί. Εκτείνεται σε περίπου 60 στρέμματα και αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα κάστρα της Μεσογείου. Από τη βυζαντινή φάση μέχρι σήμερα σώζονται μία βυζαντινή πυλίδα στη βόρεια πλευρά των τειχών, ο ανατολικός τοίχος του κεντρικού οχυρωματικού περιβόλου και η δεξαμενή στο μεσαίο κάστρο. Το 1355 το νησί της Λέσβου δίνεται ως προίκα στην αδελφή του αυτοκράτορα Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγου, στον γάμο της με τον Francisco Gattelusio, ο οποίος άρχισε άμεσα τις ανακαινίσεις, όμως ο δυνατός σεισμός του 1384 υπήρξε καταστροφικός τόσο για την πόλη όσο και για το κάστρο. Το 1462 οι Οθωμανοί κατέλαβαν την πόλη της Μυτιλήνης και φυσικά το κάστρο. Μέσα στα χρόνια δέχεται διάφορες προσθήκες κυρίως σε οχυρωματικούς πύργους φτάνοντας τον 19ο αιώνα να έχει κυρίως στρατιωτικό χαρακτήρα παρά αμυντικό. Στη συνέχεια, πέρασε στα ελληνικά χέρια, όταν το Νοέμβριο του 1912 η Λέσβος περιήλθε στο ελληνικό κράτος. Η πόλη εντός των τειχών κατοικήθηκε μέχρι και λίγο μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη δεκαετία του ’70 μετατράπηκε σε μνημείο.

Tο κάστρο γνωστό με την ονομασία Χλεμούτσι στην Κυλλήνη/Photo: Shutterstock

Χλεμούτσι

Το Χλεμούτσι βρίσκεται στην Κυλλήνη και συγκεκριμένα στο χωριό Κάστρο, πάνω σε έναν λόφο που εποπτεύει τον κάμπο της Ηλείας και είχε κύριο στόχο την προστασίας της πρωτεύουσας του πριγκιπάτου, Ανδραβίδα. Ιδρύθηκε στις αρχές του 13ου αιώνα από τον Γοδεφρείδο Α΄ Βιλλεαρδουίνο και αποτελούσε το ισχυρότερο φρούριο του φράγκικου πριγκηπάτου της Αχαΐας. Οι φράγκοι το ονόμασαν Clermont και από εκεί μέσω παραφθοράς προέρχεται το όνομα Χλεμούτσι. Αρχές του 14ου αιώνα περνά στα χέρια των Καταλανών όχι όμως για πολύ καθώς οι Φράγκοι το ανακατέλαβαν και παρέμεινε σε αυτούς μέχρι τις αρχές του 15ου αιώνα όταν περιήλθε στον Κάρολο Τόκκο, κόμη της Κεφαλονιάς και Δεσπότη της Ηπείρου. Αλλάζει όμως ξανά ιδιοκτησία το 1427 με ειρηνικό τρόπο και περνά στον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο όταν εκείνος παντρεύεται την κόρη του Τόκκου. Τριάντα τρία χρόνια μετά το κατέλαβαν οι Οθωμανοί και το 1867 οι Ενετοί ενώ το 1715 ξαναπέρασε στα χέρια των Τούρκων οι οποίοι το κράτησαν μέχρι την Επανάσταση του ‘21. Το κάστρο έχει έκταση 15 στρέμματα, μέγιστο ύψος τειχών που φτάνει τα 10 μέτρα και έντονο το φράγκικο στοιχείο και είναι ένα από τα πιο καλοδιατηρημένα και σημαντικά κάστρα της Ελλάδας ως εξαιρετικό δείγμα φρουριακής αρχιτεκτονικής της εποχής της Φραγκοκρατίας στην Πελοπόννησο. Διαθέτει δυο περιβόλους, έναν εσωτερικό και έναν εξωτερικό και διατηρούνται ακόμα οι δεξαμενές και κάποια υπολείμματα κτιρίων όπως αυτά ενός τουρκικού τζαμιού. Εντυπωσιακό είναι το γεγονός πως κατά μήκος ολόκληρης της εσωτερικής παραμέτρου των τειχών του έχουν κατασκευαστεί μεγάλες θολωτές αίθουσες. Στο κάστρο λειτουργεί επίσης και μουσείο, του οποίου η μόνιμη έκθεση «Η εποχή των ιπποτών-Οι σταυροφόροι στο Μοριά», περιλαμβάνει περισσότερα από 500 αντικείμενα, που χρονολογούνται από τον 13ο έως τον 15ο αι μ.Χ. μάλιστα η συλλογή της μεσαιωνικής κεραμικής του είναι εξαιρετική και η πιο πλούσια στον ελλαδικό χώρο.

To Φραγκοκάστελλο στην παραλία των Σφακιών/Photo: Shutterstock

Φραγκοκάστελλο

Το Φραγκοκάστελλο σε αντίθεση με άλλα φρούρια δεν βρίσκεται σε κάποιο ύψωμα. Ορθώνεται επιβλητικό στην ομώνυμη παραλία των Σφακίων σε μια εντελώς επίπεδη τοποθεσία, εξαιρετικά κοντά στη θάλασσα. Χτίστηκε τον 14ο αιώνα από τους Ενετούς ώστε να προστατεύουν τα παράλια από τις επιδρομές των πειρατών αλλά και για να ελέγχουν τους ντόπιους οι οποίοι δεν είδαν με καλό μάτι τους Ενετούς. Λέγεται πως οι Ενετοί έχτιζαν το κάστρο τη μέρα και το βράδυ οι σφακιανοί με μπροστάρηδες τους αδελφούς Πατσούς το γκρέμιζαν, μέχρι που στο τέλος τους εκτέλεσαν και συνέχισαν την οικοδόμησή του. Χρειάστηκαν περίπου τρία χρόνια για να χτιστεί ωστόσο δεν εξυπηρέτησε τον λόγο για τον οποίο κατασκευάστηκε και έμενε χωρίς φρουρά για μεγάλα διαστήματα. Όπως κάθε κάστρο που σέβεται τον εαυτό του έχει και αυτό μια ταραγμένη ιστορία. Το Μάιο του 1828 κατά την ελληνική Επανάσταση ο Μουσταφά Ναϊλή Πασά πολιόρκησε σκληρά το κάστρο όπου είχε εντωμεταξύ οχυρωθεί ο οπλαρχηγός Χατζήμιχάλης Νταλιάνης μαζί με περίπου 700 άντρες. Όσοι από τους Έλληνες δεν σκοτώθηκαν στη μάχη παραδόθηκαν στον Ναϊλή ο οποίος ανατίναξε το φρούριο, ωστόσο για στρατηγικούς λόγους λίγα χρόνια αργότερα ο ίδιος αναγκάστηκε να το επισκευάσει. Αν και επιβλητικό δεν έχει κάποια περίτεχνη αρχιτεκτονική, αυτό που το βάζει στη λίστα μας είναι κυρίως ο μύθος γύρω από αυτό. Σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση κάποιες χρονιές προς το τέλος της άνοιξης, τις πρωινές ώρες όπου η υγρασία είναι περισσότερη, παρατηρείται το φαινόμενο γνωστό ως «Δροσουλίτες». Οι «Δροσουλίτες» είναι ανθρωπόμορφες μαυροντυμένες σκιές, οι οποίες περπατάνε ή καβαλάνε άλογα. Λέγεται πως είναι τα φαντάσματα των νεκρών πολεμιστών του Χατζημιχάλη Νταλιάνη, που σκοτώθηκαν στη μάχη εναντίον του Μουσταφά Ναϊλή Πασά στις 17 Μαΐου 1828.

To πανέμορφο κάστρο της Αστυπάλαιας σε ένα ψηλό λόφο στη Χώρα του νησιού/Photo: Shutterstock

Κάστρο Αστυπάλαιας

Το Κάστρο της Αστυπάλαιας ή Κάστρο της Αστροπλιάς δεσπόζει σε ψηλό λόφο πάνω από τη Χώρα του νησιού και εποπτεύει στεριά και θάλασσα. Χτίστηκε με τη ντόπια χαρακτηριστική σκούρα πέτρα του νησιού από τους Βενετσιάνους Κουερίνι πάνω σε αρχαία ακρόπολη με στόχο να προστατέψει τους κατοίκους από τους πειρατές. Έχει έκταση περίπου 4 στρέμματα και τα εγκαίνιά του έγιναν το 1453. Παραμένει στους Ενετούς και στους Κουερίνι μέχρι το 1537 και περνά και επίσημα στους Τούρκους το 1540. Σε αρκετά σημεία, τα τείχη ήταν μεσοτοιχία με κατοικίες οι οποίες σχημάτιζαν ουσιαστικά μια δεύτερη γραμμή άμυνας, τα λεγόμενα «ξώκαστρα», οι εξωτερικοί τοίχοι των οποίων είχαν μικρά παράθυρα που έπαιζαν το ρόλο πολεμίστρων. Τα σπίτια εντός του κάστρου τώρα, ήταν κυρίως τριώροφα και κάθε ένα από αυτά περιελάμβανε δυο με τρεις ξεχωριστές κατοικίες. Υπολογίζεται πως στο κάστρο ζούσαν περίπου 2.500 άτομα ενώ εικάζεται πως κάποια στιγμή συνυπήρχαν 4.000 άτομα. Μέχρι τον 19ο αιώνα ήταν ουσιαστικά ο μοναδικός οικισμός του νησιού, μετά την απελευθέρωση όμως ο Ιωάννης Καποδίστριας εξαπολύει κυνηγητό στους πειρατές και κατορθώνει σταδιακά να τους αφανίσει. Έτσι οι κάτοικοι άρχισαν σιγά σιγά να βγαίνουν εκτός του κάστρου και να χτίζουν νέους οικισμούς γύρω από αυτό. Οι περισσότεροι μέχρι το 1943 το είχαν εγκαταλείψει ενώ όσοι ακόμα έμεναν μέσα, έφυγαν και αυτοί με τον μεγάλο σεισμό του 1956. Μέσα στο κάστρο υπάρχουν ακόμα δυο ναοί, της Παναγιάς του Κάστρου, του 1853, χτισμένος στη θέση του αρχοντικού των Κουϊρίνι αλλά και του Αγίου Γεωργίου του 1790.

Κείμενο: Βούλα Ακριβάκη

πηγή