Κείμενο: Νίκος Σπ. Κονδυλάτος
Φωτογραφία: Ανδρέας Θερμός (Μονή Αγίου Ασωμάτου Μιχαήλ στη Βαυκερή)
Στους κατοίκους και μελετητές του νησιού είναι γνωστό ότι υπάρχουν διάσπαρτα στην ενδοχώρα ερείπια από εκκλησίες και συγκροτήματα που παλιότερα συνιστούσαν οργανωμένες Μονές, τα οποία εδώ και πολλές δεκαετίες έχουν εγκαταλειφθεί. Ιστορικοί και ερευνητές έχουν καταγράψει αρκετές τέτοιες εγκαταστάσεις εκ των οποίων μια δεκάδα τουλάχιστον διατηρεί ακόμη ξεκάθαρα τα ίχνη της ορθόδοξης μοναστηριακής τυπολογίας.
Αυτά τα συγκροτήματα είναι διασκορπισμένα στην ορεινή ενδοχώρα του νησιού, άλλοτε συνδεδεμένα με οικισμούς, άλλοτε ενσωματωμένα στο φυσικό τοπίο, και πληρούν απολύτως τις προϋποθέσεις που τέθηκαν παραπάνω, διότι αποτελούν και εξαιρετικό περιβαλλοντικό και πολιτιστικό κεφάλαιο.
Ως προς το πρώτο, το περιβαλλοντικό, η αξία βρίσκεται στο ότι τα ερειπωμένα μοναστήρια αποτελούν αρχιτεκτονικά μνημεία που σταδιακά εντάχθηκαν στο φυσικό τοπίο και έγιναν μέρος των ποιοτήτων του. Σήμερα τα βρίσκουμε σε απόμερες γωνιές του τοπίου, σε απομακρυσμένες διαδρομές, ευχάριστες για πεζοπορία, μέσα σε δάση και ελαιώνες, σε απροσδόκητες θέσεις σε πλαγιές και ρεματιές.
Το δεύτερο σκέλος, το πολιτισμικό, είναι ακόμη πιο ενδιαφέρον, διότι τα Μοναστήρια της Λευκάδας είναι από ιστορικής απόψεως στενά δεμένα με τον τοπικό πολιτισμό. Υπήρξαν βασικές οικονομικές μονάδες της αγροτικής ενδοχώρας, και λειτούργησαν με τρόπο ώστε να θεωρούνται υποδείγματα οικονομικής αυτάρκειας και βιωσιμότητας, ενώ ήταν κέντρα πνευματικής και πολιτιστικής δραστηριότητας.
Απ’ ότι φαίνεται από τον 16ο έως τον 19ο αιώνα, τα Μοναστήρια στη Λευκάδα έγιναν παράγοντες ενίσχυσης περισσότερο, παρά καταπίεσης του αγροτικού πληθυσμού – όπως ενδεχομένως συνέβη αλλού- καθώς λειτουργούσαν σε σχέση αμοιβαίας υποστήριξης με τις τοπικές κοινωνίες, αναβαθμίζοντας έτσι το επίπεδο διαβίωσης παράλληλα με την πνευματική και πολιτιστική τροφοδοσία που παρείχαν.
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που τους προσέδωσε η ιστορία παρακινούν σε προβληματισμούς και συζήτηση για σύγχρονους εναλλακτικούς τρόπους βιώσιμης ανάπτυξης στην κοινωνία και την οικονομία. Και επιπλέον, η πνευματική ρίζα που διαθέτουν είναι σπάνιο πλεονέκτημα για τη συγκρότηση μιας πρότασης ανάπτυξης όπως περιγράφηκε παραπάνω. Πρόκειται για μια πραγματική ρίζα Πολιτισμού, αφού παρά την ερείπωσή τους τα μοναστήρια εξακολουθούν να σημαίνουν νοήματα τα οποία αγγίζουν τις συνειδήσεις των ανθρώπων. Και υποδεικνύουν σταθερές ανθρώπινες αξίες αντί του γρήγορου εφήμερου κέρδους.
Από τη μεγάλη ομάδα ερειπωμένων συγκροτημάτων που είναι διασκορπισμένα σε όλη την έκταση της ενδοχώρας του νησιού επιλέγονται για την πρόταση, εννέα. Κριτήρια επιλογής είναι η ιστορική σημασία, ο βαθμός ανταπόκρισης στον αρχιτεκτονικό μοναστηριακό τύπο, και το επίπεδο διατήρησης του συγκροτήματος. Έτσι στην πρόταση περιλαμβάνονται καταρχήν οι εξής μονές:
1. Υπεραγίας Θεοτόκου Οδηγήτριας, Απόλπαινα
2. Αγίου Ιωάννη Προδρόμου, Λιβαδίου Καρυάς
3. Ησυχαστήριο Αγίων Πατέρων
4. Αγίου Γεωργίου, Σκάρων Αλεξάνδρου
5. Ευαγγελιστρίας / Κόκκινη Εκκλησιά, Πλατυστόμων
6. Αγίου Ασωμάτου Μιχαήλ, Βαυκερή
7. Αγίου Ιωάννη Θεολόγου, Ροδακίου Βουρνικών
8. Αγίου Γεωργίου, Μπισά Μαραντοχωρίου
9. Αγίου Νικολάου, Ιράς
Στην ουσία η πρόταση είναι ένα δίκτυο τόπων ενδιαφέροντος στο εσωτερικό του νησιού.
Τα μοναστήρια ως μνημεία μέσα στο φυσικό τοπίο, περισσότερο ή λιγότερο προσιτά, αποτελούν τους κόμβους ενός ενιαίου δικτύου που θα χαρακτηρίζει την ενδοχώρα. Αναμφίβολα αυτό το δίκτυο μπορεί να ενσωματώσει ως συμπληρωματικούς κόμβους και τα υπόλοιπα σημεία ενδιαφέροντος του νησιού που έχουν παρόμοιο περιβαλλοντικό ή μνημειακό χαρακτήρα.
Κάστρο – Αγία Μαύρα
Γύρα – Μύλοι
Φαράγγι Μέλισσας
Αλυκές Αλεξάνδρου
Σκάροι
Καταρράκτες
Οροπέδιο Εγκλουβής – Βόλτοι
Κόλπος Νυδριού
Κόλπος Συβότων κ.ά.
Αυτό το διευρυμένο σύνολο κόμβων για να λειτουργήσει απαιτεί δεσμούς επικοινωνίας.
Οι οδικές συνδέσεις υπάρχουν, ωστόσο σ’ αυτή την περίπτωση καταλληλότερη λύση δεν είναι η ενίσχυση της κυκλοφορίας των αυτοκινήτων. Αντίθετα, μια φιλική προς το περιβάλλον και τα μνημεία διασύνδεση, είναι ένα εκτεταμένο δίκτυο εναλλακτικών διαδρομών μέσα από το φυσικό τοπίο, οι οποίες θα προσφέρονται για ποδήλατο και πεζοπορία.
*Το κείμενο είναι απόσπασμα από το βιβλίο του Νίκου Σπ. Κονδυλάτου “Η Λευκάδα αύριο” που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Fagotobooks.