“Μικρή Εισαγωγή στην Κινηματογραφική Μουσική”: Η γοητεία της (ουσιαστικής) συμπύκνωσης

Το βιβλίο της Kathryn Kalinak απόκτησε μια όμορφη ελληνική έκδοση, θυμίζοντας γιατί θαυμάστηκε όχι μόνο από τους «νεοφώτιστους», αλλά και από όσους έχουν τριφτεί με τον κόσμο των soundtracks.

Παλιότερα ήμουν καχύποπτος με όσα βιβλία τιτλοφορούνταν ως “Εισαγωγή” (στο οτιδήποτε). Με την απόσταση που χαρίζει ο χρόνος, υποθέτω πλέον ότι τα πασαλείμματα της εγχώριας πανεπιστημιακής παιδείας με είχαν ωθήσει να τα βλέπω ως μέτρια πονήματα απευθυνόμενα σε βιαστικούς φοιτητές. Τα οποία –τουλάχιστον στα ιστορικά και τα αρχαιολογικά των δικών μου ενδιαφερόντων– άφηναν σταθερά την εντύπωση μιας τακτοποιημένης επιδερμικότητας, που δεν λειτουργούσε ως εφαλτήριο για περαιτέρω εμβάθυνση, μα πετύχαινε το ακριβώς αντίθετο: την αναπαυτική περιχαράκωση στην επιφάνεια των πραγμάτων.

Υπήρχαν κι εξαιρέσεις, βέβαια· πάντα υπάρχουν. Δεν το οφείλω όμως σε αυτές που άλλαξα ματιά, μα στη σειρά “Very Short Introductions” του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, την οποία ανακάλυψα στο διάστημα που έζησα στη Βρετανία. Αρχικά, με ιντρίγκαρε το “very short”: διέθετε μια ταπεινότητα, υπονοώντας ότι δεν θα ξεμπέρδευες με το όποιο ζήτημα επειδή θα διάβαζες μια εισαγωγή.

 Έπειτα (και κυρίως), ήταν η ποιότητα των κειμένων. Τα οποία, τουλάχιστον στη συντριπτική τους πλειονότητα, έμοιαζαν με το εκλεκτό απόσταγμα γνώσης που μπορεί να δημιουργηθεί μόνο από ανθρώπους που κατέχουν σε βάθος κάποιο θέμα, όντας έτσι σε θέση να φτάσουν σε μια πολύ ποιοτική “σούμα” μιλώντας σου γι’ αυτό. Μου θύμιζαν συχνά τα μαθήματα του Ανδρέα Ιωαννίδη για την ιστορία της τέχνης, ο οποίος –για όσους ευτύχησαν να τα παρακολουθήσουν κάπου, κάποτε– υπήρξε μέγας άσσος της εν λόγω αφαιρετικής ικανότητας (και θυελλώδης εκφραστής της).

Χάρηκα λοιπόν όταν έπιασα στα χέρια μου την ελληνική μετάφραση της very short introduction της Kathryn Kalinak στην κινηματογραφική μουσική (2010), η οποία κυκλοφόρησε μέσα στον Δεκέμβρη του 2022 από τις Εκδόσεις Fagottobooks. Άλλωστε, όταν την έγραψε, η Αμερικανή καθηγήτρια μας είχε ήδη χαρίσει ωραία βιβλία πάνω στο αντικείμενο –π.χ. το “How the West Was Sung: Music in the Westerns of John Ford” (2007)– δημιουργώντας αίσθηση εμπιστοσύνης στο πρόσωπό της.

Κλείνοντας το βιβλίο, ακόμα και όσοι έχουν σημαντική τριβή με τα soundtracks και με τους συνθέτες που έγραψαν μουσική για το σινεμά, θα μείνουν νομίζω πολύ ικανοποιημένοι: τα θεμελιώδη σημεία και οι βασικές φιγούρες δεν έχουν απλά καλυφθεί, μα αντιμετωπίζονται και με έναν τρόπο που διεγείρει ξανά τη σκέψη και τη φαντασία σου, κάνοντάς σε να επανεξετάσεις απόψεις, να ξανακάτσεις να ακούσεις τη δουλειά π.χ. του Antoine Duhamel για το “Weekend” του Ζαν-Λυκ Γκοντάρ (1967) και το πώς αξιοποίησε ο Tan Dun το τσέλο του Yo-Yo Ma στο “Τίγρης και Δράκος” του Ang Lee (2000) ή να καλύψεις πιθανά κενά, αναζητώντας λ.χ. το score του Hossein Alizadeh για την ταινία “Gabbeh” του Mohsen Makhmalbaf (1996). Ο δε φιλοπερίεργος αναγνώστης, αυτός που θα το προσεγγίσει ακριβώς επειδή αισθάνεται “νεοφώτιστος” και επιθυμεί να μάθει περισσότερα, θα πορευτεί με ευκολία και με σιγουριά. Λαμβάνοντας πλήθος χρήσιμων πληροφοριών, αλλά και κάποιες αφετηρίες συνολικότερου στοχασμού πάνω στο θέμα.

Η Kalinak, δηλαδή, δεν συζητά μόνο το τι κάνει ένα score και πώς ακριβώς λειτουργεί, μα επεκτείνεται και στο γιατί τελικά λειτουργεί, βάζοντας τον ιδανικό της αναγνώστη στα πρώτα βαθιά νερά (Adorno, Σχολή της Φρανκφούρτης, ψυχαναλυτικές θεωρήσεις κτλ.). Είναι ένα τμήμα στο οποίο γίνεται, αναγκαστικά ίσως, κάπως ακαδημαϊκή. Δεν αργεί ωστόσο να πάρει τη ρεβάνς της αξιοθαύμαστης αμεσότητας. Είτε στην ενότητα όπου, έστω και επί τροχάδην, εξετάζει την καταγεγραμμένη σχέση διαφόρων συνθετών με την τέχνη τους –στεκόμενη λ.χ. στην παροιμιώδη αδιαφορία του Bernard Herrmann για τις λεπτομέρειες των σεναρίων του Άλφρεντ Χίτσκοκ (δείτε και την τόσο χαρακτηριστική τους φωτογραφία στην αρχή) ή στο πώς την πάτησε ο Maurice Jarre το 1986, γράφοντας μουσική για το “The Mosquito Coast” του Peter Weir πριν ξεκινήσει η παραγωγή– είτε διηγούμενη υπέροχα την ιστορία της κινηματογραφικής μουσικής.

Ο Tan Dun (αριστερά) με τον Yo-Yo Ma, συνεργάτες στο score του “Τίγρης και Δράκος”

Κάνοντας λοιπόν την εξαρχής σοφή παραδοχή ότι πρόκειται για μια ιστορία ημιτελή, αρχίζει από την πειραματική ταινία των εργαστηρίων Edison (1894) με το μελωδικό απόσπασμα από την κωμική όπερα “The Chimes Of Normandy” και κλείνει ψηλαφώντας την πρώτη δεκαετία του 21ού αιώνα. Στην πορεία παίρνει αποφάσεις καίριας σημασίας, αφού κουβεντιάζει το θέμα σε πλανητική κλίμακα, προτιμώντας να ανοίξει πολλές πόρτες, παρά να επεκταθεί σε έργα της Δύσης που άνετα σηκώνουν πολυσέλιδες κουβέντες, όπως λ.χ. το καταλυτικό soundtrack του Ennio Morricone για το περίφημο φιλμ του Σέρτζιο Λεόνε “Ο Καλός, ο Κακός και ο Άσχημος” (1966). Είπαμε, άλλωστε: οι εν λόγω εισαγωγές είναι του “very short” τύπου.

Δεν είναι μόνο η ουσία των περιεχομένων, πάντως. Σε καιρούς που ακόμα και στην αργή απέναντι στις τεχνολογικές αλλαγές Ελλάδα κερδίζει έδαφος η ηλεκτρονική ανάγνωση, ένα βιβλίο –ακόμα κι ένα καλό βιβλίο– χρειάζεται να φαίνεται και ελκυστικό. Κι εδώ οι Εκδόσεις Fagottobooks πέτυχαν διάνα, παραδίδοντας ένα καλαίσθητο αποτέλεσμα, με ωραία χρώματα στο εξώφυλλο, με προσεγμένο χαρτί, με διόλου τσιγκούνικες γραμματοσειρές. Το οποίο διαθέτει το επιπλέον προσόν μιας καλής, ρέουσας μετάφρασης (από την Έφη Μακροπούλου), αλλά και τη μέριμνα για χρηστικές υποσημειώσεις, στις οποίες αναγράφονται λ.χ. οι τίτλοι με τους οποίους προβλήθηκαν διάφορες υπό συζήτηση ταινίες στα εγχώρια σινεμά.

Αν ενδιαφέρεστε λοιπόν για το θέμα και αναζητείτε έναν σοβαρό μπούσουλα που να διαβάζεται και εύκολα, το βιβλίο αυτό είναι απόκτημα. Ακόμα κι όταν θα ξεπεράσετε με το καλό τον ορίζοντά του, εμβαθύνοντας στα όσα πραγματεύεται, θα το θυμάστε ως ιδανικό πρώτο σκαλί προς το σύμπαν των soundtracks. Την Πέμπτη 12/1, μάλιστα, θα γίνει και η παρουσίασή του στο πατάρι “Μίνως Βολανάκης” στη στέγη Bibliotheque στα Εξάρχεια, με ομιλητές τον Νίνο Φ. Μικελίδη, τον Άκη Καπράνο, τον Ηλία Φραγκούλη και τον σκηνοθέτη/καθηγητή σκηνοθεσίας Δημήτρη Παναγιωτάτο.

Κείμενο: Χάρης Συμβουλίδης

πηγή