Μες στα μικρά τα καφενεία

Κείμενο: Δημήτρης Βεργίνης

Οι ρίζες του καφενείου, αυτού του χώρου που οι άνθρωποι γνωρίζονται και οι τόποι ορίζονται, τραβάν πολύ βαθιά.

Οι Γάλλοι, με μια δόση εγωισμού είναι η αλήθεια, θεωρούν ότι το καφέ Λε-Προκόπ που ιδρύθηκε το 1686, δεν ήταν μόνο το πρώτο του Παρισιού αλλά και το πρώτο στον κόσμο. Οι Τούρκοι απ’ την άλλη, λίγο πιο φανατικά βέβαιοι για την ιστορική πραγματικότητα, υποστηρίζουν ότι ήδη από το 1555 -ίσως και παλιότερα- υπήρχαν καφενεία στην Κωνσταντινούπολη που έψηναν τον τούρκικο (ή κατ’ εμάς ελληνικό) στη χόβολη! Η μορφή που έχει το παραδοσιακό καφενείο των ημερών μας είναι προϊόν του 18ου και του 19ου αιώνα με την υποβοήθεια του νέου ελληνικού κράτους.

Κι αυτό είναι το καφενείο που λατρεύω, που μ’ αρέσει να ακούω ιστορίες, να γράφω τις δικές μου, να βλέπω ποδόσφαιρο, να ακούω στο βάθος μουσική, να ξεφυλλίζω εφημερίδες ή βιβλία, να πιάνω τον παλμό της πολιτικής, να βλέπω πώς γελάνε και πώς διαφωνούν για τα πάντα μεταξύ τους οι θαμώνες, να μυρίζω πότε ξύλα σόμπας, πότε φρεσκοτριμμένο καφέ, πότε μικρά συνοδευτικά του κρασιού, της μπύρας ή της ρακής και του τσίπουρου.

Η επιστροφή στο νησί με έκανε να αναζητήσω καφενείο στέκι, να ψάξω το καφενείο του χωριού που μένω, να μπω σε καφενεία σε άλλα χωριά, να δω τι είχε μείνει από όσα θυμόμουν και τι νέο φτιάχτηκε για τις μνήμες του μέλλοντος. Και σε όλα είδα κάτι που μου άρεσε πολύ. Νέοι άνθρωποι που μέχρι πρόσφατα τα αγνοούσαν, δεν τους έδιναν σημασία, πια συχνάζουν εκεί. Παρέες ή κατά μόνας, πιάνουν διακριτικά το χώρο πλάι στους μεγαλύτερους και σαν να παίρνουν τη σκυτάλη για το από εδώ και πέρα αυτών των ξεχωριστών χώρων του πολιτισμού μας. Δεν ξέρω αν έχει να κάνει με τα φτηνότερα ροφήματα, που σίγουρα παίζουν το ρόλο τους στους καιρούς της κρίσης που ζούμε, με τα συνοδευτικά των ποτών, που στα μοντέρνα καφέ δεν υπάρχουν ή αν είναι κάτι άλλο.

Όπως και να ‘χει είδα και κάτι ακόμη όμως που μου άρεσε περισσότερο. Που πρόσθεσε το χρώμα που έλειπε από τα καφενεία των παλιότερων: κορίτσια, γυναίκες ως θαμώνες τους. Τα πάλαι ποτέ ανδροκρατούμενα καφενεία πάνε παρακάτω σπάζοντας σεξιστικά στεγανά, ανοίγοντας τις πόρτες τους σε όλους ανεξαιρέτως.

Τα καφενεία στην πόλη της Λευκάδας, στον Κάβαλο, στους Τσουκαλάδες, στα Χορτάτα, στο Μανάση, στην Εγκλουβή, σε κάθε χωριό του νησιού, παραμένουν ίδια αλλά ταυτόχρονα αλλάζουν κιόλας. Ρομαντικός και λίγο αφελής, θα σκέφτομαι ότι πρόκειται για την επιστροφή σε έναν κόσμο που έτρεχε με μικρότερες ταχύτητες. Για την ανάγκη αποφόρτισης από έναν τρόπο ζωής που όλοι είμαστε διαρκώς μεταξύ του ανικανοποίητου και του περισσότερου. Θα σκέφτομαι ότι εν τέλει, οι όμορφες ιστορίες στα όμορφα μέρη και θέλουν και έχουν τους όμορφους χώρους για να σκαρώνονται.