Η πολιτική τέχνη κυριωτάτη πασών των επιστημών και των τεχνών

Γράφει ο Σπύρος Βρεττός

«… εν πάσαις μεν ταις επιστήμαις και τέχναις αγαθών το τέλος, μέγιστον δε και μάλιστα εν τη κυριωτάτη πασών, αύτη δ’ εστίν η πολιτική δύναμις έστι δε το πολιτικόν αγαθόν το δίκαιον, τούτο δ’ εστί το κοινή συμφέρον». (Αριστοτέλους Πολιτικά, ΙΙΙ 1282 b 521). [ … Πασών μεν των επιστημών και των τεχνών ο τελικός σκοπός είναι το αγαθόν, το μέγιστον δε ο τελικός σκοπός της κυριωτάτης πασών· αυτή δε είναι η πολιτική επιστήμη και τέχνη. Πολιτικόν δε αγαθόν είναι το δίκαιον, και τούτο πάλι το κοινή συμφέρον.]

Από την 3η π.Χ. χιλιετία που εμφανίζονται οργανωμένες πόλεις – κράτη στη Μεσοποταμία και την Αίγυπτο, και ως τις μέρες μας, η πολιτική, με όποια μορφή κι αν ασκείται, επηρεάζει ολόκληρη την ιστορική πραγματικότητα. Και είναι σχεδόν αυτονόητο ότι η ενάσκησή της εκ των πραγμάτων αποτελεί έργο υψηλής ανά τους αιώνες ευθύνης και εξαιρετικά δυσχερές.

Ενδεχομένως, και για τους παραπάνω λόγους, ο Πλάτων, όποιες κι αν ήταν οι πολιτικές του πεποιθήσεις, έχοντας βαθειά και πλήρη επίγνωση της σπουδαιότητας και του άκρως δυσχερούς της ενάσκησης της πολιτικής, συμπύκνωσε τις απόψεις του στις δύο ανά τους αιώνες πολυσυζητημένες φράσεις: «εάν μη, ην δ’ εγώ, ή οι φιλόσοφοι βασιλεύσωσιν εν ταις πόλεσιν ή οι βασιλείς τε νυν λεγόμενοι και δυνάσται φιλοσοφήσωσι γνησίως τε και ικανώς, και τούτο εις τ’ αυτόν συμπέση, δύναμίς τε πολιτική και φιλοσοφία, των δε νυν πορευομένων χωρίς εφ’ εκάτερον αι πολλαί φύσεις εξ ανάγκης αποκλεισθώσιν, ουκ έστι κακών παύλα, ω φίλε Γλαύκων ταις πόλεσι, δοκώ δ’ ουδέ τω ανθρωπίνω γένει …» (Πολ. V 473 D) [Αν, είπα εγώ, οι φιλόσοφοι δεν ασκήσουν την εξουσία στις πόλεις ή αν αυτοί που σήμερα λέγονται βασιλείς και κυβερνήτες δε φιλοσοφήσουν γνήσια και ικανοποιητικά και δεν συμπέσει στο ίδιο πρόσωπο η πολιτική δύναμη και η φιλοσοφία, και δεν αποκλεισθούν αναγκαστικά οι πολλές και διάφορες φύσεις ανθρώπων που πορεύονται σήμερα χωριστά τον ένα ή τον άλλο δρόμο, δεν υπάρχει τέλος των κακών, ω φίλε Γλαύκων, για τις πόλεις, νομίζω δε ούτε για το ανθρώπινο γένος…]

Το ίδιο εμφαντικά εκφράζεται και στην Ζ Επιστολή (326 ΑΒ). «…κακών ουν ου λήξειν τα ανθρώπινα γένη, πριν αν ή των φιλοσοφούντων ορθώς γε και αληθώς γένος εις αρχάς έλθη τας πολιτικάς ή των δυναστευόντων εν ταις πόλεσιν εκ τινος μοίρας θείας, όντως φιλοσοφήση» [… οι συμφορές δε θα σταματήσουν να χτυπούν τα ανθρώπινα γένη πριν έρθει στην πολιτική εξουσία το γένος εκείνων που φιλοσοφούν ορθώς και αληθώς ή πριν το γένος αυτών που κυβερνούν τις πόλεις, από κάποια θεία μοίρα όντως φιλοσοφήσει].

Στις πέντε ή έξι περίπου χιλιετίες που έχομε ενάσκηση πολιτικής εξουσίας, ενός δηλαδή μικρού -ή και πολύ μικρού- σχετικά χρονικού διαστήματος – υπήρξαν μεγάλα επιτεύγματα και πολύ τραγικές απολήξεις.

Η πραγματικότητα στις μέρες μας θεωρείται ότι οδηγείται και πάλι σε αδιέξοδο, και μάλιστα προς το μεγαλύτερο αδιέξοδο που έφτασε ποτέ η παγκόσμια ιστορία. Αν και τα επιτεύγματα της επιστημονικής σκέψης και της τεχνολογίας έχουν αναχθεί πράγματι σε υψηλό βαθμό θετικότητας, και με, ως συνήθως, αρνητικές ή και πολύ αρνητικές επιπτώσεις, αλλά και με μία δυνατότητα επιλεξιμότητας δρόμων θετικών, όχι όμως και περαιτέρω αρνητικών σε καμία περίπτωση. Το όλο ζήτημα μπορεί να μην έχει φτάσει ακόμα σε καταστάσεις εκτός ελέγχου. Αλλ’ επενδύσεις οποιασδήποτε μορφής– στη βάση της πολλαπλής καταστροφικότητας του φυσικού περιβάλλοντος του πλανήτη-, αποτιμώνται χωρίς παρόν και χωρίς μέλλον. Συνδράμουν αποφασιστικά μόνο τον θάνατο, από τον οποίο δεν εξαιρούνται ούτε οι ελίτ, ούτε οι «μάζες», ούτε και κανένας ζωντανός οργανισμός. Μόνο ο covid-19 και οι μεταλλάξεις του βρίσκουν έτοιμο εξαιρετικά ευεπίφορο έδαφος, ώστε να εμπαίζει διαρκώς την ανθρώπινη ευφυΐα και μαζί την επιστήμη και την τεχνολογία. Ο covid-19 όμως δεν αποτελεί παρά μια απλή προειδοποίηση για τα πολύ δυσμενέστερα που ακολουθούν…

Βρισκόμαστε μπροστά σε κάτι το εντελώς καινούργιο: Η όλη διαρκώς μεταβαλλόμενη πραγματικότητα στο σύνολό της αποτελεί ιστορικά το «εντελώς καινούργιο», αναμενόμενο ή μη αναμενόμενο. Με τα μάτια στραμμένα μόνο στο παρελθόν είναι αδύνατο να αντιληφθούμε την αληθινή φύση αυτού του «καινούργιου», που απειλεί βάσιμα και ολοφάνερα πλέον την ανθρωπότητα. Ούτε ο ιστορικός που προσπαθεί να κατανοήσει το παρόν με αναλογίες προς το παρελθόν (παρόλο που δεν μπορεί να μην εκτιμήσει κάποιος το εύρος των ουσιωδών του γνώσεων), ούτε ο πολιτικός, ούτε ο οικονομολόγος, ούτε καν ο φιλόσοφος έχει αντιμετωπίσει ποτέ κάτι παρόμοιο. Ένα καίριο ερώτημα που γεννιέται, φαίνεται πως είναι: «Καθιστάμεθα καθημερινά όλο και περισσότερο “άξιοι θανάτου”;»

Είναι προφανές ότι η ενάσκηση της πολιτικής γίνεται καθημερινά όλο και πλέον δυσχερής. και απειλεί να συντρίψει πρωτίστως και τους ενασκούντες την πολιτική. Εμφανίζεται όλο και περισσότερο αλγεινή και καταστροφική η συνδυασμένη επίθεση των ασθενειών, για παράδειγμα του covid-19 με τα μη αναμενόμενα αλλά διαρκώς επαναλαμβανόμενα ακραία καιρικά φαινόμενα ανά τον πλανήτη, δηλαδή τους σεισμούς και τις πυρκαγιές, τους φονικούς τυφώνες, σε μία όλο και περισσότερο αγαστή, καταστροφική άκρως συνύπαρξη…

Η Λουιζιάνα των ΗΠΑ είναι αυτή τη στιγμή ένα πολύ «διαφωτιστικό» παράδειγμα συνδυασμένων καταστροφικών δυνάμεων. Με τις πληγές ακόμα ανοιχτές από τον τυφώνα Λάουρα, πριν ένα χρόνο, την χτυπάει σήμερα ο τυφώνας Άιντα με ταχύτητα των ανέμων από τα 187 km/h έως τα 240 km/h! Με τους δικαίως πανικόβλητους ανθρώπους στα αυτοκίνητά τους να αναζητούν εναγωνίως δρόμους διαφυγής…Ή να θρηνούν για την απώλεια συγγενικών και φιλικών τους προσώπων και των υπαρχόντων τους. Και μαζί και τα διαρκώς μεγεθυνόμενα πλήγματα από τον covid-19, με τον τρίτο μεγαλύτερο αριθμό κρουσμάτων μόλυνσης ανά εκατό χιλιάδες κατοίκους στις ΗΠΑ, τις τελευταίες 7 μέρες. (Στο Αγωνία Επιβίωσης οι τυφώνες έχουν αναχθεί σε ταχύτητες ανέμων έως και 350 km/h. Από ‘κει και πέρα τίποτα πλέον δεν μπορεί να κρατηθεί όρθιο… και οι πανδημίες επιμένουν ανυποχώρητες…)

Θα μπορούσαν να υπάρξουν ανθρώπινες δυνάμεις αντιρρόπησης αυτών των καταστάσεων, που δημιουργούν το φόντο μιας πολύ σκοτεινής απόληξης, που μπορεί να είναι και η πλήρης κατάρρευση του πολιτισμού μας;

Α. Θεωρητικά και πρακτικά το πρώτο που φαίνεται ότι μπορεί να γίνει είναι ένας επιμερισμός δραστηριοτήτων προς τους πολλούς ανθρώπους – τοπικά. Και επειδή ούτως ή άλλως αντιμετωπίζομε το μεγάλο ζήτημα των πυρκαγιών, ένα πρώτο βήμα που θα μπορούσε να γίνει -και που ενδεχομένως αρκετοί δήμαρχοι ανά την Ελλάδα το πραγματοποιούν- είναι η δημιουργία εθελοντικών ομάδων κατόπτευσης «καταγεγραμμένων» και «διεπιστευμένων». Αυτές οι εθελοντικές ομάδες έγκαιρης επισήμανσης μιας πυρκαγιάς, για παράδειγμα, μπορεί να αποτελούνται από κατοίκους οικισμών που βρίσκονται κοντά στα εναπομείναντα δάση ή και που έχουν τα σπίτια τους μέσα στα ίδια τα δάση και για όλη την επικίνδυνη χρονική περίοδο.

Και ομάδες καλά εκπαιδευμένων εθελοντών άμεσης παρέμβασης. Οι παραπάνω δεν υποκαθιστούν σε καμία περίπτωση τους επαγγελματίες πυροσβέστες. Όλοι τους έχουν επιδείξει έναν αξιοθαύμαστο ηρωισμό, επαγγελματίες και μη, και όλοι τους συνειδητοποιούν καθημερινά ότι έχουν τις δυνάμεις – και τις ηθικές δυνάμεις- να προσφέρουν πολύ περισσότερα. Σε καταστάσεις δέους και τρόμου, που για να αντιμετωπισθούν απαιτείται πραγματική γενναιότητα και αυτοθυσία. και δεν μπορεί να μη μιλάμε βέβαια και για τους ηρωικούς αγωνιστές που μάχονται, χωρίς να λογαριάζουν καθόλου τη ζωή τους, για να περισώσουν τα με πολύ μόχθο αποκτηθέντα σπίτια τους, και γενικότερα κάτι από την περιουσία και τα υπάρχοντά τους…

Υπάρχουν στην Ελλάδα εξαιρετικοί γνώστες όλων των επισφαλών καταστάσεων, που χρήζουν μελέτης και αποτροπής, μέχρι και –πάνω απ’όλα- την προστασία της πολύτιμης και ανεπίστρεπτης ανθρώπινης ζωής και της ζωής γενικότερα. Τους φέρνει όμως-μας φέρνει όλους- το «διαστημόπλοιο» κάπως καθυστερημένα και πάντοτε κατόπιν εορτής.

Το «προοράν» παραμένει πλέον και γι’αυτές τις μέρες και για τις μέρες που έρχονται, ο μοναδικός δρόμος ελπίδας. Από το ιστορικό παρελθόν της Ελλάδας μπορούμε να θυμηθούμε το απλό-και πολύ μεγάλο- παράδειγμα του Θεμιστοκλή, που συμβούλεψε έγκαιρα την Εκκλησία του Δήμου των Αθηνών για τη ναυπήγηση στόλου. Τι θα γινόταν, αν έβγαινε στην Εκκλησία του Δήμου και συμβούλευε τους Αθηναίους να ναυπηγήσουν στόλο όταν ολόκληρη η Νότια Ελλάδα θα είχε καταληφθεί από την περσική υπερδύναμη; Και να βγούνε τότε και οι ναυπηγοί της Αθήνας και να συμβουλεύουν, ποιος θα ήταν ο καλύτερος τύπος καραβιών…

Μπορεί να γίνει μια καταγραφή των μεγάλων ζητημάτων που πρέπει να τύχουν αντιμετώπισης στο παρόν και στο εγγύς μέλλον μέχρι ενδεχομένως και του μεγάλου ζητήματος της ανύψωσης της στάθμης των θαλασσών για τις παράκτιες περιοχές.

Β. Είναι γεγονός ότι η διαμορφούμενη πραγματικότητα ξεπερνά τις τοπικές δυνατότητες αντίδρασης. Ο ΟΗΕ θα μπορούσε να επιχειρήσει- ενδεχομένως και ως ένα βαθμό το επιχειρεί – ακόμα και μέσα σε καταστάσεις παγκόσμιας διαταραχής, απανθρωπιάς και αγεφύρωτων αντιθέσεων – που βιώνουμε αυτή τη χρονική περίοδο – να προσδιορίσει τα μεγάλα ζητήματα και την αναγκαιότητα μιας ειλικρινούς παγκόσμιας συνεργασίας. Προσδιορίζοντας ταυτοχρόνως ότι αυτή τη χρονική στιγμή διαφυγή άλλη για κανέναν κάτοικο αυτού του πλανήτη, είτε ανήκει στις ελίτ, όσο πλούτο και όση γνώση και αν έχει συσσωρεύσει, είτε και στις «πολύπαθες μάζες», δεν υπάρχει παρά μόνο προς την κατεύθυνση και το έδαφος αυτού του πλανήτη.

Ο Πλάτων είχε πλήρως και σε βάθος κατανοήσει το τι σημαίνει φιλόσοφος που απεργάζεται την ευδαιμονία των πόλεων, και τι σημαίνει κυβερνήτης που φιλοσοφεί γνήσια και ικανοποιητικά με τον ίδιο στόχο, την ευδαιμονία δηλαδή των πόλεων. Αλλ’ επειδή προφανώς δεν έκρινε επαρκείς τους παραπάνω προσδιορισμούς των φιλοσόφων και των κυβερνητών, στην Ζ΄ Επιστολή προσθέτει ότι: η ευδαιμονία των πόλεων μπορεί να προέλθει από τους φιλοσόφους που φιλοσοφούν «ορθώς τε και αληθώς»· και από τους κυβερνήτες, αν «όντως» φιλοσοφήσουν, από κάποια θεία μοίρα.

Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε τι θα προκύψει αν κυβερνήσουν τις πόλεις οι φιλόσοφοι, ακόμα και το είδος των φιλοσόφων, όπως το προσδιορίζει ο Πλάτων, αν θα προκύψει ευδαιμονία των ανθρώπων ή κωμωδία ή περαιτέρω τραγωδία… ούτε αν οι κυβερνήτες στις μέρες μας κάτω και από το βάρος συνθλιπτικών καθημερινών καταστάσεων ή και από την ίδια τους τη φύση μπορούν να φιλοσοφήσουν «όντως» έστω και από κάποια θεία μοίρα. Ούτως ή άλλως διαμορφώνεται μια πραγματικότητα, όπου δύσκολα μπορεί να υπάρξει ελπίδα για οποιονδήποτε κάτοικο αυτού του πλανήτη, εκτός αν και οι κυβερνώντες και οι πολλοί άνθρωποι κατανοήσουν σε βάθος τις πραγματικές διαστάσεις και την αληθινή φύση αυτού που συμβαίνει στις μέρες μας.

Στο «Αγωνία Επιβίωσης» (Σπύρος Βρεττός, εκδ. Γρηγόρη, 5η έκδ., σ.142-143), πριν από 30 περίπου χρόνια, αυτή η πραγματικότητα, σε πολλαπλές εικόνες και αποτιμήσεις, προσδιορίζεται και ως εξής: «Επειδή γενική ήταν η απαίτηση όλων των συνέδρων να πληροφορηθούν και να καταλάβουν τι ακριβώς είχε συμβεί (πέρ’ από τις διάσπαρτες τότε φήμες) και τι επρόκειτο ν’ ακολουθήσει, αποφάσισαν, για την ανάλυση μιας εξαιρετικά πολύπλοκης κατάστασης, να μην εμπιστευθούν κανέναν από τους υπερτέλειους υπολογιστές, με τους οποίους είχε πλέον πληρωθεί κάθε σημείο της Κόλασης και να μετακαλέσουν ένα μεγάλο φυσικό και μαθηματικό.

Αυθόρμητα σχεδόν από τους περισσότερους συνέδρους αναφέρθηκε το όνομα του Αϊνστάιν (στον οποίο και πράγματι, όπως ο αφηγητής έσπευσε να πληροφορήσει, είχε ανατεθεί μια παρόμοια ενημέρωση).

Ο Αϊνστάιν αρνήθηκε κάθε παρέμβαση.

Σιωπηλά τότε μεταξύ των συνέδρων κυκλοφόρησε η φήμη ότι περνούσε μια από τις συνηθισμένες κρίσεις διαταραχής, (μεγαλοφυούς ίσως διαταραχής), που απέκλειε όμως τη δυνατότητα της εναργούς εξήγησης. Έτσι μια και κατά τη γνώμη τους επρόκειτο για αυστηρό ζήτημα μετρήσεων και υπολογισμών προσκάλεσαν (ίσως και από πριν προετοιμασμένο για μια παρόμοια ανάλυση) το μεγάλο μαθηματικό Αρχιμήδη, ο οποίος και παρεμβαίνοντας πρόθυμα, συνόψισε την όλη κατάσταση χρησιμοποιώντας το ύφος, εν μέρει, παλαιών φιλοσόφων του έβδομου και έκτου π. Χ. αιώνα: «Το κάθε τι που υπάρχει, κάτω από ορισμένες αιτίες που είτε επιδρούν έξωθεν, είτε και υπάρχουν “εν αυτώ”, γεννάει δυνάμεις φθοράς, που βρίσκονται σε αναλογία με τις ζωτικές δυνάμεις της ανανέωσης. Κάθε παλαιά και κάθε νέα ανθρώπινη ανακάλυψη εμπεριέχει το ζωτικό και το καταστροφικό. Αθέατες οι δυνάμεις της καταστροφής, που πληθύνονται τόσο ώστε να καθίσταται αδύνατη πλέον κάθε ακριβής μέτρηση, πλήττουν τις δυνάμεις της ανανέωσης. Αιτίες ανθρώπινες και μη τείνουν να καταργήσουν τους προαιώνιους, αφανείς, τους σχεδόν απροσπέλαστους για τον ανθρώπινο νου συνδέσμους της μυστικής ισορροπίας, της ζωτικής ανανέωσης, της αθέατης μεγαλοφυούς απλότητας. Έμελλε λοιπόν οι αναλογίες να ανατραπούν και οι δυνάμεις της φθοράς, πέρ’ από κάθε έλεγχο, δρώντας συνδυασμένα και καταλυτικά σε ανύποπτο χρόνο, να παράξουν μιαν ανυπολόγιστη κατάσταση αφανισμού και τρόμου. Ερχόταν μια παρόμοια στιγμή…»

Στο συνέδριο επικράτησε για λίγο βαθειά σιωπή…»

Όλα τα σημάδια φανερά πλέον μας πείθουν όλο και περισσότερο για τη διαμόρφωση αυτής της πραγματικότητας. Η συνολική θέαση του κόσμου προβάλλει ως αδήριτη ανάγκη πλέον. Ο Κομφούκιος (Ανάλεκτα, τόμ. 1ος, εισαγωγή-μτφρ.-ερμηνευτικές σημειώσεις: Σωτήρης Χαλικιάς, Β’έκδ., Ίνδικτος, Αθήνα 2010, σ. 137) λέει: «Ο άριστος κοιτάει το σύνολο και όχι το επιμέρους, ο μικρός άνθρωπος κοιτάει το επιμέρους και όχι το σύνολο… Να μελετάς χωρίς να σκέφτεσαι δεν οδηγεί πουθενά. Να σκέφτεσαι χωρίς να μελετάς είναι επικίνδυνο…».

Γίνεται επίσης φανερή στις μέρες μας η ανάγκη μιας υπαρξιακής φιλοσοφίας, που θα δώσει νέα πνοή ζωής στους ανθρώπους, και που θα αποτρέψει αυτό που μάλλον καταιγιστικά βρίσκεται πολύ κοντά μας. Ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης, που διαμορφώνουν εν πολλοίς τον λεγόμενο Δυτικό πολιτισμό, και ο Κομφούκιος που διαμορφώνει εν πολλοίς τον πολιτισμό των Κινέζων, προσδιορίζοντας την έννοια της διακυβέρνησης ως πηγής ενότητας του κόσμου και της ανθρώπινης ευδαιμονίας, διείδαν τη σημασία της αγωγής και της παιδείας των κυβερνητών. Η ενότητα του κόσμου και οι αρμονικές σχέσεις των ανθρώπων, όπου η «ανθρωπιά» διατηρεί πάντα την απαρασάλευτη σημασία της, παραμένουν βασικό αξίωμα για τη συνύπαρξη των ανθρώπων. Η καλοσύνη, η φιλανθρωπία, η αγάπη, η δικαιοσύνη αντιτίθενται αιωνίως στην «απανθρωπιά». Η ελληνική σκέψη του 4ου αιώνα π.Χ. έτσι ακριβώς προσδιόρισε την ανθρωπιά ως διαρκή αντιπαράθεση προς την «απανθρωπιά».

Το ίδιο εξαιρετικής σημασίας για τις μέρες μας αποτελεί και ο προσδιορισμός ενός ελάχιστου «παγκόσμιου κοινού συμφέροντος», ως η βασική αφετηρία της ανθρώπινης επιβίωσης. Το «κοινή συμφέρον» του Αριστοτέλη προεκτείνεται σήμερα στο κοινό συμφέρον των κατοίκων ολόκληρου του πλανήτη.

Ο επιμερισμός δραστηριοτήτων δεν αφήνει έξω από την ανάγκη αντιμετώπισης αυτής της πραγματικότητας κανέναν συνειδητό -ή ασυνείδητο- άνθρωπο αυτού του πλανήτη.