Δημήτρης Γεωργιάδης: ένας ιδιότυπος ρεαλιστής ζωγράφος που ζει στη Λευκάδα

Κείμενο: Κλεοπάτρα Δίγκα*

Πάνε λίγα χρόνια που η εικαστικός Δήμητρα Κονδυλάτου είχε διοργανώσει μια έκθεση εικαστικών, στο παλιό Δημοτικό σχολείο του μικρού χωριού Αλέξανδρος της Λευκάδας, στο πλαίσιο των πολιτιστικών γιορτών που κάνει κάθε καλοκαίρι ο Σύλλογος Φίλων του Αλέξανδρου «ΦΗΓΟΣ». Εκεί είδα για πρώτη φορά ζωγραφική του Δημήτρη Γεωργιάδη, και ενθουσιάστηκα, όπως και μια εξαιρετική εγκατάσταση με βίντεο της Δήμητρας που ανασκάλευε τις μνήμες του έρημου από παιδιά πια σχολειού. Είχα χαρεί πολύ θυμάμαι εκείνο το απόγευμα, γιατί είχα δει πολύ καλή δουλειά δυο νέων ανθρώπων, αξιόλογων νέων καλλιτεχνών. Κι αλήθεια, ευχαριστιόμαστε πολύ εμείς οι παλιότεροι, να εντοπίζουμε καλούς νέους καλλιτέχνες – γιατί στις μέρες μας αυτό δεν είναι πολύ συνηθισμένο δυστυχώς – και βέβαια θεωρούμε υποχρέωσή μας να μιλάμε γι αυτούς και το έργο τους.

Δέντρο, πενάκια, 23×35

 

Ο Δημήτρης γεννήθηκε την Αθήνα. Τέλειωσε την ΑΣΚΤ (Αν. Σχολή Καλών Τεχνών) της Αθήνας το 2006. Βρέθηκε στη Λευκάδα ως αναπληρωτής δάσκαλος των εικαστικών του Δημοτικού σχολείου. Οι περισσότεροι ξέρουμε πως ζει ο κάθε αναπληρωτής στο ελληνικό σχολείο. Πολλές φορές αναγκάζεται για να συμπληρώσει το ημερήσιο πρόγραμμά του, να μεταβαίνει σε δυο η τρία σχολεία , ιδίοις αναλώμασι, αλλά από τον στοιχειώδη μισθό, να καλύψει και την στέγασή του, στήνοντας το μικρό του σπιτικό. Έτσι αποτελεί ένα μικρό θαύμα η επιβίωση όλων αυτών των νέων παιδιών ανά την ελληνική επικράτεια. Εκτός της ανάγκης εργασίας λοιπόν, πρέπει κάποιος να βρει και το ψυχικό του έρεισμα για να μπει σε μια τέτοια δοκιμασία. Και του Δημήτρη, όπως μου είπε, ήταν πως αγάπησε τη δουλεία με τα παιδιά, την αγνότητα της έκφρασής τους, που έκανε τον Πικάσο να πει το περίφημο « ελπίζω κάποτε να καταφέρω να ζωγραφίσω όπως τα παιδιά». Το άλλο κομμάτι αφορούσε τον τόπο. Το νησί μίλησε μέσα του, ταίριαξε στον σεμνό χαρακτήρα του που αποζητά την ηρεμία να ζωγραφίζει, την συγκέντρωση, την όψη της φύσης. Έτσι εδώ κι οκτώ χρόνια, μένει στη Λευκάδα. Ωστόσο κρατά την επαφή του με το κέντρο, την Αθήνα για να συνδέεται με το γίγνεσθαι της τέχνης – το όποιο.

Σύνθεση, λάδι σε μουσαμά και κολάζ, 14×15

Τα έργα του που είχα δει στον Αλέξανδρο, εκείνα τα μικρά τοπία, με είχαν συγκινήσει κι αμέσως κατάλαβα ότι έχουμε να κάνουμε με έναν ιδιαίτερα ευαίσθητο, χαμηλότονο και τρυφερό άνθρωπο. Αυτό έβγαζαν τα έργα του. Γιατί τα έργα μας μιλούν και για μας. Παραφράζοντας τον Σεφέρη, στα Τρία Κρυφά Ποιήματα στο Θερινό Ηλιοστάσι Η΄, « το άσπρο χαρτί (σκληρός) καθρέφτης, σου γυρίζει πίσω εκείνο που είσαι», το γεμάτο, ή το κούφιο. Ζήτησα να τον γνωρίσω κι αλλάξαμε τηλέφωνα. Του είπα αυτό που μου έβγαζαν οι ζωγραφιές του. Μικρά, πολύ ευαίσθητα τοπία, με ιδιαίτερη ματιά και γνώση της καλής ζωγραφικής. Αυτή η ευαισθησία τους έβγαινε από τον τρόπο της ζωγραφικής τους κι όχι από το θέμα, όπως δυστυχώς πιστεύει το μεγάλο κοινό που συγκινείται από ηλιοβασιλέματα και διάφορες τέτοιες γραφικότητες, που τις περισσότερες φορές είναι ζωγραφικά σκουπίδια.

Επικοινωνία, λάδι σε χαρτόνι, 26×32

Αυτό το καλοκαίρι τον αναζήτησα να δω δουλειά του και πέρασα από το εργαστήριό του εδώ στην πόλη της Λευκάδας. Ήξερα ότι θα εύρισκα τη χαρά να δω τη συνέχειά του και να χαρώ με λίγη καλά ζωγραφική. Την έχουμε αυτή την ανάγκη εμείς οι ζωγράφοι. Η καλή ζωγραφική μας δίνει χαρά κι οι ανοησίες που βλέπουμε γύρω μας, που τόσο εύκολα αρέσουν στον βουτηγμένο στην άγνοια κόσμο, μας εξοργίζουν. Καταπίνουμε όμως το θυμό μας και σωπαίνουμε. Ακούς εκείνο το ακαταμάχητο « μα εμένα όμως μου αρέσει» συνήθως, που δεν παλεύεται με τίποτα, παρά μόνο με πολύχρονη και «σωστή» παιδεία.

Μουσείο, λάδι σε χαρτόνι, 25×19

Πράγματι, οι προσδοκίες μου δεν διαψευστήκαν. Η δουλειά του Δημήτρη Γεωργιάδη ήταν άφθονη και ποιοτική μέσα σ’ αυτά τα χρόνια που μεσολάβησαν. Είναι ένας ρεαλιστής ζωγράφος. Ο ρεαλισμός του είναι ιδιότυπος. Κινείται από την λεπτομερή περιγραφή, που πολλές φορές αγγίζει τα όρια του νατουραλισμού, ως τον υπερρεαλισμό. Το φως και οι χώροι στα έργα του παίζουν κυρίαρχο ρόλο, ιδιαίτερα στα μεγάλα έργα του, διαστάσεων γύρω στα 1.50Χ1.00 που έχουν για θέμα τον άνθρωπο στην καθημερινότητά του, με ολοφάνερες τις «εργατοώρες» δουλειάς στο κάθε έργο. Μου είπε ότι ένα έργο μπορεί να το δουλεύει για κάποιους μήνες. Φυσικά αυτό δεν θα έλεγε τίποτα, γιατί πολλά παρόμοια έργα, πολλών και με όνομα ζωγράφων είναι κούφια και χωρίς κανένα ενδιαφέρον πέραν της επίδειξης της δεξιοτεχνίας τους- κι αυτό σπάνια το αντιλαμβάνεται ο κόσμος. Όμως τα έργα του Δημήτρη έχουν ψυχή, συγκινούν. Στα μικρά του, έως πολύ μικρά έργα του, στα τοπία του βγαίνει όλη η τρυφερότητα της ματιάς του στη φύση, τα χωράφια, τα βουνά, τα δέντρα. Η έμμονή του στην λεπτομέρεια πολλές φορές σε αφήνει άναυδο όμως αυτό προστίθεται στο νόημα του έργου και όχι στην επίδειξη της αναμφίβολης σχεδιαστικής του ευχέρειας. Αυτή, εδώ,βαθαίνει το έργο, δεν το ξεραίνει.

Εσωτερικό, λάδι σε μουσαμά, 128×88

Του εύχομαι από καρδιάς να προχωρήσει και να βγει λίγο από το καβούκι του. Να δείχνει τη δουλειά του, γιατί τα έργα μας πρέπει να τα βάζουμε σε λειτουργία. Κι αυτή είναι η ματιά του άλλου – με κάθε κόστος. Πολλές φορές σκέφτομαι: Τί σημαίνει να είσαι από ένα τόπο; Μπορεί να μην έχεις καταλάβει τίποτα απ’ αυτόν, να τον προσβάλεις καταστρέφοντάς τον, η να τον αγαπάς όπως τη μάνα σου. Μερικοί διαλέγουν τους τόπους και τους αγαπούν όχι από καταγωγή, αλλά από προσωπική επιλογή. Κι αυτό, πολλές φορές έχει άλλη αξία .Ο Δημήτρης Γεωργιάδης είναι ένας απ’ αυτούς. Ένας ευγενής, τρυφερός, αθώος άνθρωπος, κυρίως όμως ένας πολύ καλός ζωγράφος που μένει στη Λευκάδα.

Αλεξάνδρα, λάδι σε μουσαμά, 132×92

Toπίο, λάδι σε χαρτόνι, 19×28

 

Σεπτεμβρης 2019, Λευκάδα

Κλεοπάτρα Δίγκα – ζωγράφος*

Η Κλεοπάτρα Δίγκα γεννήθηκε στην Αθήνα.Σπούδασε με υποτροφία του Ι.Κ.Υ. στην Αν. Σχολή Καλών Τεχνών ζωγραφική και σκηνογραφία, με δασκάλους τον Γ. Μόραλη και τον Β. Βασιλειάδη. Συνέχισε στο Παρίσι με υποτροφία της Ακ. Αθηνών, στην Beaux Arts, και στην Art Deco, όπου και δούλεψε στο θέατρο στις κρατικές σκηνές. .Έχει κάνει επτά ατομικές εκθέσεις, μια Αναδρομική στο Μ.Ι.Ε.Τ. και συμμετείχε σε πολλές ομαδικές. Έργα της υπάρχουν σε μουσεία και ιδιωτικές. συλλογές.Συμμετείχε την εικαστική ομάδα «Πέντε Νέοι Έλληνες Ρεαλιστές» (Βαλαβανίδης Διγκα-Κατζουρακης-Μποτσολγου-Ψυχοπαίδης) στο Κέντρο Εικ. Τεχνών Κ.Ε.Τ., κ.α. Σκηνογράφησε επανειλημμένως στις Εθνικές σκηνές, στα ΔΗΠΕΘΕ, το ελεύθερο θέατρο, τον ελληνικό και ξένα κινηματογράφο και την τηλεόραση. Οργάνωσε και διεύθυνε τα Εικαστικά Εργαστήριο των Δήμων Καλαμάτας και Πάτρας, αλλά και το Δίκτυο Εικ. Εργ. του ΥΠΠΟ επί υπουργίας Σ. Μπένου. Συμμετείχε με δυο εκπομπές στο Τρίτο πρόγραμμα του Μ. Χατζηδάκι..Είναι ιδρυτικό μέλος στο σωματείο για τα Αρχ. Θέατρα «Διάζωμα».

Έχει γράψει τα βιβλία: «Ξέρεις τα σπίτια πεισματώνουν εύκολα» εκδ. Εξάντας 1992, «Θέση 44-Παράθυρο» εκδ. Γαβριηλίδης 2013 «Το βιβλίο Νο512» εκδ. Γαβριηλίδης ,20016.