Άννα & Άγγελος Σικελιανός

Ο έρωτας τους στο πρώτο σανατόριο της Ελλάδας.

Από τη 

«Είσαι Δική μου, είμαι Δικός Σου! Αυτό μονάχα με γεμίζει, αυτό μονάχα με στυλώνει, αυτό μονάχα με κρατάει στη γη! Οι ρίζες του είναι μας είναι μπλεγμένες κάτου από το χώμα κι ολοένα μπλέκονται και σμίγουνε κι αναζητιόνται και τυλίγονται και πιάνονται κι ένας χυμός μονάχα ανηφορίζει βουίζοντας στις φλέβες μας κι ένας καημός ανοίγει αδιάκοπα σ’ αυτό το χωρισμό την αγκαλιά μας! Α, πώς δουλεύει μέρα – νύχτα μέσα μου, στο σώμα μου όλο, από τα νύχια στην κορφή, αυτή η αδιάκοπη αναζήτηση του νου μου για το νου Σου, των ματιών μου για τα μάτια Σου, της πνοής μου για την πνοή Σου, των ριζών μου για τις ρίζες Σου. Ούτε δευτερόλεπτο δεν σταματά η αδιάκοπη, η ακοίμητη αίσθησή της. Και μήτ’ έχω μέσα μου άλλη αίσθηση ζωής! Να Σε ζητώ μ’ όλες τις ίνες μου όλες τις στιγμές, να κολυμπάω αντίστροφα στο ρέμα της απόστασης για να Σε ‘γγίξω. Αυτή είναι τώρα η φοβερή, η ακοίμητη, η απόλυτη ζωή μου. Και θα τη ζήσω, όσο που ρίζες, κλώνοι και κορμός θα γίνουν αιώνια Ένα κι η πνοή του Σύμπαντος στα φρένα μας μια μόνη Μουσική…».

2 Ιουλίου 1939, Αθήνα

Eίχα προγραμματίσει για αργότερα αυτό το love letter, αλλά είπα  να γράψω για τον έρωτα αυτό τώρα. Εδώ και μήνες με «περιτριγυρίζει». Πρώτα, γιατί έμαθα ότι παντρεύτηκαν στο εκκλησάκι της Παναγίας της Μεσοσπορίτισσας το οποίο βρίσκεται μέσα στον αρχαιολογικό χώρο της Ελευσίνας, και για το οποίο ερευνώ τον τελευταίο καιρό. Έπειτα, γιατί άρχισα να διαβάζω το τελευταίο βιβλίο του Χωμενίδη  «Ο Φοίνικας», που είναι εμπνευσμένο από τη σχέση του Αγγέλου και της Εύας Πάλμερ. Και τώρα, φιλοξενήθηκα για λίγες μέρες σε ένα υπέροχο σπίτι στο Πήλιο οπότε και συνειδητοποίησα ότι το σανατόριο του συζύγου της Άννας βρισκόταν εκεί δίπλα!

Ο Άγγελος και η Άννα γνωρίστηκαν στην Αθήνα κι αγαπήθηκαν στο Πήλιο το 1938. Ο μεγάλος ποιητής μας ήταν πενηντατριών χρονών και είχε μόλις χωρίσει με την πρώτη του γυναίκα Εύα Πάλμερ. Η Άννα ήταν παντρεμένη με το γιατρό Καραμάνη ο οποίος είχε ιδρύσει το πρώτο σανατόριο της Ελλάδας στο Πήλιο. Οι δυο τους έζησαν μαζί   δεκατρία χρόνια, μέχρι το θάνατο του Σικελιανού, το 1951.

Όπως η ίδια η Αννα έχει εξομολογηθεί, φιλήθηκαν πρώτη φορά μια ανοιξιάτικη μέρα του ‘38 (μέχρι εκείνη τη στιγμή της μιλούσε στον πληθυντικό και δεν της είχε αγγίξει ούτε το χέρι) όταν το συνόδεψε να πάρει το τρένο από Βόλο για Αθήνα.

« Όταν γύρισα στο σπίτι μου, αναρωτήθηκα πότε είχα γνωριστεί μ’ αυτόν τον άνθρωπο. Δέκα μέρες πριν, δέκα χρόνια, δέκα αιώνες; Όσο και να γύριζα πίσω, δεν έβρισκα το στίγμα αυτής της αντάμωσης. Τότε ο χωρισμός αλάφιασε την ψυχή μου. Η ομορφιά της παρουσίας του, το τρυφερό και έντονο κοίταγμά του, το γλυκό και αυστηρό ήθος και ύφος και στις παραμικρές κινήσεις δεν πρέπει ουδέ στιγμή ν’ απολείπουν απ’ τα μάτια μου».

Ο Άγγελος Σικελιανός γεννήθηκε στη Λευκάδα στα τέλη του 19ου αιώνα σε οικογένεια με επτά αδέρφια και με πατέρα καθηγητή γαλλικών. Οι ρίζες τους ήταν στην Κεφαλονιά και στη Βενετία. Είχε από μικρός μεγάλη αγάπη στη λογοτεχνία αλλά αρχικά φοίτησε στη Νομική Σχολή. Το 1905 γνώρισε, και κατόπιν παντρεύτηκε, την Αμερικανίδα αρχαιολάτρη Εύα Πάλμερ.

Ο Σικελιανός με την πρώτη γυναίκα του ασχολήθηκαν με την αναβίωση των Δελφικών Εορτών στους Δελφούς, για το διαφωτισμό και την εδραίωση της ειρήνης στην Ελλάδα αλλά και σε όλο τον κόσμο.

Ο Σικελιανός ερωτεύτηκε τρελά την Άννα, ήταν μάλλον και η κρίση της μέσης ηλικίας. Είχε χωρίσει με την Εύα Πάλμερ, μιας και οι Δελφικές Γιορτές τους είχαν χρεοκοπήσει. Η πρώτη του γυναίκα, η Εύα, ήταν πλούσια κι είχε πάθος με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό.

Η πρώτη του γυναίκα, η Εύα Πάλμερ, ήταν πλούσια κι είχε πάθος με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό.

Ταυτόχρονα ήταν χορογράφος και ιστορικός του χορού, με επιρροή στη γνωστή Ισιδώρα Ντάνκαν αλλά ακόμη και την παγκοσμίου φήμης ηθοποιό Σάρα Μπερνάρ. Ο Άγγελος ήταν και θεατρικός συγγραφέας και σίγουρα αποτέλεσαν ένα ισχυρό δίδυμο που μαζί αγωνίστηκαν, με την αναβίωση των Δελφικών Εορτών στους Δελφούς, για το διαφωτισμό και την εδραίωση της ειρήνης στην Ελλάδα αλλά και σε όλο τον κόσμο. Από το 1907, που Άγγελος και Εύα παντρεύτηκαν στην Αμερική- μέχρι το 1938 που ο Άγγελος γνώρισε την Άννα- η δημιουργικότητα του ζεύγους ήταν στο προσκήνιο. Εκείνος εξέδωσε τις ποιητικές του συλλογές, όπως «ο Αλαφροΐσκιωτος», μαζί έκαναν ένα γιό, τον Γλαύκο, και μαζί (μεταξύ 1927 και 1930) ανέβασαν στο θέατρο των Δελφών σημαντικές παραστάσεις. Για τις πρωτοβουλίες αυτές, το 1929, η Ακαδημία Αθηνών  απένειμε στο Σικελιανό αργυρό μετάλλιο.  Η Εύα Πάλμερ  είχε γνωρίσει την Άννα στην Αθήνα πολύ νωρίτερα για να την διδάξει  αργαλειό που ήταν το χόμπι της αλλά και ο τρόπος της για να ντύνεται και να εξοπλίζει το σπίτι της (ακριβώς όπως οι αρχαίες ελληνίδες, κυκλοφορούσε παντού με χιτώνες και σανδάλια). Όταν χώρισαν με τον Άγγελο, η Εύα  εγκαταστάθηκε στην Αμερική και επέστρεψε μόνο μετά τον θάνατο του ποιητή.

Ο ιατρός Καραμάνης, ιδρυτής του πρώτου σανατορίου «ύψους” στην Ελλάδα, στο Πήλιο

Η Άννα Καμπανάρη, όπως ήταν το πατρικό της, είχε παντρευτεί  στα δεκαεννιά της (το 1922) τον ιατρό Καραμάνη, ιδρυτή του πρώτου σανατορίου στην Ελλάδα, στο Πήλιο σε ένα πρώην χάνι όπως μαρτυρά και το όνομα της περιοχής: Χάνια.

Η επανάσταση της 18χρονης Αννας ήταν να ζητήσει στους πλούσιους γονείς της να γίνει μοναχή στη Σύρο- με ένα μαγικό τρόπο έμαθε για το σανατόριο «ύψους” (όπως ονομάζεται αυτή η κατηγορία) «Ζωοδόχος Πηγή» κι αποφάσισε να «πάρει τα βουνά”, να δουλέψει εθελοντικά και να αφοσιωθεί στους φθισικούς. Εκεί ο Καραμάνης την εκπαίδευσε, την αγάπησε και τελικά την παντρεύτηκε.

Η Άννα για να ξεφύγει από την αστική πλούσια οικογένεια της στην Αθήνα- η επανάσταση της ήταν να τους ζητήσει να γίνει μοναχή στη Σύρο- με ένα μαγικό τρόπο έμαθε για το σανατόριο «ύψους”(όπως ονομάζεται αυτή η κατηγορία) «Ζωοδόχος Πηγή» κι αποφάσισε να «πάρει τα βουνά”, να δουλέψει εθελοντικά και να αφοσιωθεί στους φθισικούς. Εκεί ο Καραμάνης την εκπαίδευσε, την αγάπησε και τελικά την παντρεύτηκε. Το σανατόριο όμως εξελίχθηκε σε τόπο συνάντησης της πνευματικής ελίτ του Μεσοπολέμου. Ένα μέρος, όπου πολλοί φθισικοί-στις αρχές του 20 ου αιώνα δεν είχε ανακαλυφθεί η πενικιλίνη- βρήκαν γιατριά.

Στο λεγόμενο «Μαγικό Βουνό» του συζύγου της εξάλλου, «τα έφτιαξαν” με τον Άγγελο, μιας και πολλοί άνδρες της ελληνικής διανόησης, όπως ο Παλαμάς, ο Τσάτσος, ο Μαλακάσης, ο Μυριβήλης, ο Τριανταφυλλίδης, ο Δελμούζος, προκύπτει όχι πως ήταν φυματικοί αλλά πως φιλοξενούνταν στο σπίτι του ζεύγους δίπλα στο σανατόριο.

Στο λεγόμενο «Μαγικό Βουνό» του συζύγου της εξάλλου, «τα έφτιαξαν” με τον Άγγελο, μιας και πολλοί άνδρες της ελληνικής διανόησης, όπως ο Παλαμάς, ο Τσάτσος, ο Μαλακάσης, ο Μυριβήλης, ο Τριανταφυλλίδης, ο Δελμούζος, προκύπτει όχι πως ήταν φυματικοί αλλά πως φιλοξενούνταν στο σπίτι του ζεύγους δίπλα στο σανατόριο. Το λεγόμενο «λογοτεχνικό σαλόνι του Πηλίου» όπως προείπαμε, στο οποίο η πανάξια Άννα ήταν μια υπέροχη οικοδέσποινα.  Ένας από αυτούς, ο Σεφέρης-λάτρης της πανέμορφης εξοχής και συχνός επισκέπτης- ήταν που έφερε το Σικελιανό στο Πήλιο. Λέγεται πως κι εκείνος είχε ερωτευτεί την Αννα.

 

η Άννα έζησε με τον Καραμάνη βοήθησε στο σανατόριο (πολύ εξελιγμένο για την εποχή) και η ίδια συνέβαλε στη δημιουργία του πρεβαντορίου «Τα χελιδόνια» που φιλοξενούσε φιλάσθενα παιδιά, μιας κι η ίδια λαχταρούσε να αποκτήσει ένα παιδί και δε μπορούσε.

Στα περίπου 20 χρόνια που η Άννα έζησε με τον Καραμάνη βοήθησε στο σανατόριο (πολύ εξελιγμένο για την εποχή) και η ίδια συνέβαλε στη δημιουργία του πρεβαντορίου «Τα χελιδόνια» που φιλοξενούσε φιλάσθενα παιδιά, μιας κι η ίδια λαχταρούσε να αποκτήσει ένα παιδί και δε μπορούσε. Το σχολικό πρόγραμμα του πρεβαντορίου είχαν συντάξει ο Τριανταφυλλίδης και ο Δελμούζος που προαναφέρθηκαν. Όμως μόνο δυο χρόνια πρόλαβε η Άννα να ασχοληθεί με αυτό μιας και ο Αγγελος είχε ήδη εγκατασταθεί στο Πήλιο και της έπαιρνε κάθε βράδυ τα μυαλά.


«Μια μέρα στο Σανατόριο Καραμάνη στο Πήλιο”. Ενδιαφέρον ντοκυμαντερ εσωτερικής παραγωγής Γενικών Αρχείων Κράτους – Αρχείων Ν. Μαγνησίας με αντίστοιχη έκδοση «Το πρώτο ορεινό σανατόριο” σε συνεργασία με την Πνευμονολογική εταιρία.

Ο Σικελιανός  ερωτεύτηκε τρελά την Αννα, και για έξι μήνες περνούσαν κάθε βράδυ μαζί στο πρεβαντόριο της. Τα ερωτικά τους σημειώματα και γράμματα προέρχονται κι από τις ημέρες που ήταν μαζί εκεί,  αλλά κι από τις ημέρες που εκείνος επέστρεφε στην Αθήνα. Η δυσκολία για αυτό τον έρωτα ήταν μεγάλη, καθότι μια παντρεμένη γυναίκα εκείνη την εποχή ήταν μεγάλο σκάνδαλο να αφήσει τον άνδρα της. Όμως η ίδια η Άννα τα λέει όλα με δικά της λόγια, για το που βρήκε το κουράγιο να κάνει το μεγάλο βήμα :

«Το ύφος της γλώσσας του με διαπέρασε και συνεννοήθηκα μαζί του τόσο φυσικά, όπως το παιδί που έμαθε να κολυμπά και για χρόνια στερήθηκε τη θάλασσα, μα μόλις άκουσε τη βουή του πελάγου ξαναρίχτηκε στο γνώριμό του στοιχείο».

Ακολούθησαν δύσκολες δίκες και ψευδείς καταθέσεις στα δικαστήρια προκειμένου να βγει το διαζύγιο της, που δυσκόλεψαν πολύ την Άννα η οποία πόνεσε στα αλήθεια για το χωρισμό της με το γιατρό Καραμάνη.

Από την άλλη ο Σικελιανός της έδινε δύναμη με όλα αυτά που της έγραφε-όπως το σημερινό  love letter μας- ενώ παράλληλα αγωνιούσε φριχτά για το αν θα μπορέσει να την κάνει δικιά του. Το πιο ακραίο που έκανε, ήταν να ζητήσει- με ένα γράμμα πάλι- και την «ευλογία” του Καραμάνη. Όπως και  η Αννα λέει:

 «…Αυτά τα γράμματα είναι σαν Χαιρετισμοί και μόνο σ’ ένα απ’ αυτά ξεστομίζει για το παιδί που θέλει από μένα… Από δω κι εμπρός θα είναι η καθημερινή προσευχή του μαζί με την αγωνία του για το μεγάλο μας δρόμο και προορισμό, πότε θα νικηθούν τα εμπόδια που μας τριγυρνάνε και πώς θα πραγματοποιηθεί το δικό μου ξερίζωμα από την πρωτύτερη ζωή μου. Ο θάνατος του πατέρα μου σ’ αυτό το καλοκαίρι, μια αρρώστια που μ’ έφερε στο χείλος του τάφου κι η σωματική αδυναμία μου που ακολούθησε, όλα φοβίζουνε τον Άγγελο για το μεγάλο μας ξεκίνημα»

Το μεγάλο ξεκίνημα της Άννας λοιπόν, γίνεται όταν αποφασίζει να πάει να βρει τον ποιητή στην Αθήνα, αλλά από τις ενοχές της πισογυρίζει. Τότε κι αν τα γράμματα εκείνου είναι σπαρακτικά… Εν τέλει παίρνει την οριστική της απόφαση στις 12 Ιανουαρίου του 1939.

«Έφτασα στην Αθήνα στις 12 Ιανουαρίου του 1939 με το τρένο πάλι. Ο Άγγελος με περιμένει και μόλις με βλέπει σκύβει και μου φιλεί τα γόνατα και με κρατάει, τρέμοντας για κάθε μου βήμα, για κάθε μου κίνηση…»

Ακολούθησαν δύσκολες δίκες και ψευδείς καταθέσεις στα δικαστήρια προκειμένου να βγει το διαζύγιο της, που δυσκόλεψαν πολύ την Άννα η οποία πόνεσε στα αλήθεια για το χωρισμό της με το γιατρό Καραμάνη.

«Η ζωή, που μου χάρισε έναν Άγγελο, μου ζήτησε απαράδεκτη πληρωμή όταν έπρεπε να καταθέσω πως ο Γιώργος(Καραμάνης) μού φερνότανε άπρεπα. Πίστευα πως δεν θα μιλούσα ποτέ γι’ αυτόν παρά για την καλοσύνη του, την ευγένειά του, την τιμιότητά του, τις γλυκές φροντίδες του και για το φαρμάκι που άθελά μας τον ποτίσαμε.»

Η Αννα για τον Αγγελο : «Το ύφος της γλώσσας του με διαπέρασε και συνεννοήθηκα μαζί του τόσο φυσικά, όπως το παιδί που έμαθε να κολυμπά και για χρόνια στερήθηκε τη θάλασσα, μα μόλις άκουσε τη βουή του πελάγου ξαναρίχτηκε στο γνώριμό του στοιχείο».

Παρότι για αρχή εγκατέστησαν τον έρωτα τους στην Διονυσίου Αεροπαγίτου, σύντομα μετακόμισαν στη Σαλαμίνα όπου ο ποιητής είχε νοικιάσει ένα ταπεινό σπιτάκι δίπλα στη θάλασσα, χτισμένο από έναν καλόγερο (αρχικά ήταν ένα κελί και σταδιακά το ολοκλήρωσαν). Για τον αρχαιολάτρη Αγγελο είχε σημασία ότι ζούσαν κοντά και στην Ελευσίνα, αγαπημένο τόπο του. Εκεί παντρεύτηκαν το 1940, στο μικρό εκκλησάκι- αφιερωμένο στα «Εισόδια της Θεοτόκου» -που βρίσκεται στον αρχαιολογικό χώρο, δίπλα ακριβώς στη φημισμένη «Αγέλαστο Πέτρα» όπου είχε καθίσει η Θεά Δήμητρα όταν άρπαξε την κόρη της Περσεφόνη ο Αδης,

Παρότι για αρχή εγκατέστησαν τον έρωτα τους στην Διονυσίου Αεροπαγίτου, σύντομα μετακόμισαν στη Σαλαμίνα όπου ο ποιητής είχε νοικιάσει ένα ταπεινό σπιτάκι δίπλα στη θάλασσα, χτισμένο από έναν καλόγερο (αρχικά ήταν ένα κελί και σταδιακά το ολοκλήρωσαν). Για τον αρχαιολάτρη Αγγελο είχε σημασία ότι ζούσαν κοντά και στην Ελευσίνα, αγαπημένο τόπο του

«Μόνη μας συντροφιά το τζάκι ως τη βαθιά νύχτα, η θάλασσα, ο αέρας. Στο σπιτάκι της Σαλαμίνας πήρα ανάσα… Ο Άγγελος, ένας άγγελος, φωλιάζει το χέρι του μες στο δικό μου και περνάει μαζί μου τη Στενή Πύλη με υπομονή και τρυφεράδα. Στο σούρουπο ξεμυτίζομε για λίγα βήματα μες στο δάσος ή περιμένομε ν’ ανηφορίσει το φεγγάρι για να τ’ απαντήσομε με το βαρκάκι καταμεσής της θάλασσας»

Πέρασαν πολλά μαζί, κατοχή, εμφύλιο, μια αποτυχημένη εγκυμοσύνη της Αννας, αποτυχίες του Αγγελου στα νόμπελ (πέντε φορές προτάθηκε ανεπιτυχώς) πάντα αγαπημένοι κι ενωμένοι. Το σανατόριο επίσης υπέστη μεγάλες ζημιές από βομβαρδισμούς του Β Παγκοσμίου κι όμως ο γενναίος Καραμάνης προσπάθησε μέχρι τα 91 του να το ξαναστήσει. Το 1957, μετά το θάνατο του Σικελιανού, η Αννα επισκέφτηκε για μια τελευταία φορά το Πήλιο. Λέγεται ότι εκείνη τη μέρα ο πρώην σύζυγος της τραγούδησε για πρώτη φορά στη ζωή του.

Η Άννα έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 106 χρόνων το 2006, συντροφιά με τα ποιήματα του Αγγέλου και τον αργαλειό της, που όπως είπαμε της τον είχε μάθει η πρώην γυναίκα του Αγγέλου, Εύα Πάλμερ. Κι από τον πρώτο της σύζυγο αλλά και από τον μεγάλο ποιητή είχε μεγάλη ηλικιακή διαφορά.

Από τον ίδιο τον Σικελιανό είχε δημοσιευτεί η ερωτική του αλληλογραφία στις εκδόσεις «Ίκαρος» με τίτλο «Γράμματα στην Άννα». Η ίδια έγραψε δύο βιβλία με τίτλους «Ο ποιητής Άγγελος Σικελιανός» και «Η ζωή με τον Σικελιανό» από όπου και οι πληροφορίες. Τέλος από τις εκδόσεις «Καστανιώτη» κυκλοφορεί το βιβλίο «Ο έρωτας και το όνειρο» των Γουργουλιάνη- Κυριαζή που μιλάει για εκείνη.

Για την Αννα, τον έρωτα της στο σανατόριο και όχι μόνο, υπάρχει ένα ενδιαφέρον ντοκιμαντέρ των Δημήτρη Βερνίκου και Πόλυς Βλάχου σε συνεργασία με την Πνευμονολογική Εταιρεία που τιτλοφορείται «Πνοή Ζωής».

Tέλος, την περίοδο 2011-2012 οργανώθηκε in situ αλλά και με άλλες δράσεις το art project : sanatorio project με συμμετοχή 20 καλλιτεχνών το οποίο χρησίμευσε για  το φωτογραφικό κι αρχειακό υλικό εδώ.

*Από την εκπομπή της ΕΡΤ «Αντ΄αυτού»- συνέντευξη με την ίδια την Αννα Καραμάνη-Σικελιανού

Πηγή