Οι αλεπούδες της Λευκάδας

Κείμενο: Δημήτρης Βεργίνης

Η αλεπού, η τσατσαμάρω, η τζαμάλω ή όπως αλλιώς τη λένε από χωριό σε χωριό, είναι παντού σε ετούτο το νησί. Αν τις κατέγραφα από πέρυσι τον Δεκέμβρη που έμεινα στα Κολυβάτα, ως τώρα που μένω στον Κάβαλο, θα είχα φτάσει σε τετραψήφιο νούμερο. Κάθε βράδυ 3, 4, 5 ή παραπάνω. Κάθε βράδυ όμως. Μπορεί και να είναι οι ίδιες, αλλά ως θεάσεις είναι πάνω από χίλιες. Κι είναι όλες όμορφες σαν μια χάρη να μου γίνεται, σαν μια χάρη ομορφιάς να γίνεται στην όρασή μου.

Αυτά τα ζώα, αυτά με τη μύτη που έχει δυνατότητες τηλεσκοπίου James Webb, με το αδύνατο κι ευέλικτο σώμα, τα πονηρά μάτια και την ουρά της αρχετυπικής ιδέας της ομορφιάς, ζουν σε λόγγους, σε ορμάνια, σε δάση, δίπλα στην ακτή, εδώ και καιρό δίπλα και στον άνθρωπο. Έχουν εξοικειωθεί με τους θορύβους, τη μυρωδιά μας, τα σκυλιά μας, τα φώτα μας. Όλο και συχνότερα βλέπουμε βίντεο να τρώνε σε κουπάκια που κάποιοι τους αφήνουν, να συμπεριφέρονται σαν κατοικίδια, να μπαίνουν ακόμη και στο εσωτερικό σπιτιών. Ξεχνάμε όμως ότι πρόκειται για άγρια ζώα. Και τρέφοντας τη δική μας ανάγκη να πάρουμε από το ιδιάζον τους, τα φέρνουμε -άθελά μας, ναι θα το δεχτώ- σε κινδύνους που δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν.

Τουλάχιστον μια φορά τη βδομάδα βλέπω νεκρή αλεπού στο δρόμο. Δε φοβούνται τα αυτοκίνητα. Ή τουλάχιστον όχι όσο παλιά. Βολτάρουν στην άκρη της ασφάλτου, παίζουν τα μικρά στη μέση της. Και δεν είναι όλοι οι οδηγοί ίδιοι. Το φρένο σε τέτοιες περιπτώσεις, δεν το χρησιμοποιούν όλοι. Επίσης… αχ επίσης οι κυνηγοί. Η περίοδος ξεκίνησε πάλι, τα όπλα πάρθηκαν στους ώμους και οι αλεπούδες, είναι τα πολύ εύκολα θύματα της macho ανάγκης αποφόρτισης. Τουρίστες μου είπαν πριν λίγες μέρες ότι τρελάθηκαν όταν είδαν σε χωριό της (ημι)ορεινής Λευκάδας, τύπο με αγροτικό αυτοκίνητο να έχει στον ουρανό του νεκρό αλεπουδάκι, να περνάει από το χωριό κορνάροντας και οι συγχωριανοί του να τον επευφημούν. Δεν είπα κάτι. Ούτε να δικαιολογήσω ούτε να βρίσω. Αυτοί είμαστε. Όχι όλοι, αλλά οι τόσοι πολλοί, που οι άλλοι καν δε φαινόμαστε.

Οι φόλες εκατοντάδες. Σε μέρη που αναρωτιέσαι ακόμη και για το άρρωστο μυαλό αυτού που της βάζει, γιατί τις βάζει. Για τα κοτέτσια λένε. Που το πιο κοντινό είναι δέκα χιλιόμετρα μακριά. Γιατί δεν αφήνουν τίποτα, λένε. «Όπως;», ρωτάς. «Τίποτα», λένε. «Τα θηράματά μας», λένε. Κι εννοούν λαγούς, αγριοκούνελα, πουλιά. Άλλα είδη που θέλουν να σκοτώσουν…

Οι αλεπούδες της Λευκάδας είναι ψυχή απ’ την ψυχή του τόπου μας. Είναι οι παππούδες μας και οι γιαγιάδες μας και τα χωριά μας και οι χωματόδρομοί μας και τα παραμύθια μας. Κυρίως αυτά. Μην τις κάνουμε να μας αγαπήσουν. Γιατί αυτές θα το κάνουν. Αλλά εμείς, οι πολλοί από εμάς, δε θα το κάνουμε. Και στο ζύγι στο τέλος, εκεί που θα λείπει βάρος θα είναι απ’ την πλευρά τη δική τους. Της ομορφιάς.