Τουρίστες πρόθυμοι για ξεψάρισμα

Ο αλιευτικός τουρισμός, τα καΐκια, και τα ιχθυοαποθέματα

Κάθε πρωί, από τις αρχές Μαΐου, η 27χρονη Ανθή Αρβανίτη ξεκινάει από το λιμανάκι της Βλυχάδας στη Σαντορίνη με το σκάφος της για να μαζέψει τα δίχτυα που έχει ρίξει το προηγούμενο απόβραδο. Μαζί της έχει συνήθως μια «παρέα» τουριστών από 4-6 άτομα που θα βοηθήσουν όσο γίνεται στο ξεψάρισμα – αν είναι τυχεροί θα πιάσουν το δικό τους ψάρι με πετονιά, θα ανασύρουν τους κιούρτους με γαρίδες, θα κολυμπήσουν για να δροσιστούν και μετά θα γευτούν τα εδέσματα που έπιασαν με τον κόπο τους πάνω στο καΐκι αγναντεύοντας την καλντέρα. Η Ανθή Αρβανίτη είναι ένας από τους ελάχιστους ανθρώπους που ασχολούνται με τον αλιευτικό τουρισμό στην Ελλάδα, παρά το «εύρος» της ακτογραμμής και τη ζήτηση.

Λιγοστές άδειες

Ο ελληνικός αλιευτικός στόλος μικρής κλίμακας φτάνει τα 11.509 αλιευτικά σκάφη και οι παράκτιοι ψαράδες μετά βίας καταφέρνουν να επιβιώνουν – μόνο 235 άδειες για αλιευτικό τουρισμό εκδόθηκαν το 2021. Μια παράπλευρη δραστηριότητα που θα μπορούσε να στηρίξει τις τοπικές κοινωνίες, να διευρύνει τις προσφερόμενες υπηρεσίες στον τουρισμό, αλλά και παράλληλα να βοηθήσει στην ανάκαμψη των ιχθυαποθεμάτων με τον περιορισμό της υπεραλίευσης, δεν έχει βρει όσους οπαδούς θα μπορούσε. Οι ίδιοι οι αλιείς εμφανίζονται πολύ διστακτικοί, περισσότερο γιατί δεν έχουν ιδέα πώς θα το οργανώσουν. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε κάποια νησιά, όπως στην Κρήτη, τα fishing trips οργανώνονται από ξένους τουρίστες που βρήκαν έναν τρόπο να παρατείνουν την παραμονή τους στη χώρα σε συνεργασία με γραφεία ταξιδίων και βέβαια να βγάλουν και χρήματα.

«Κλειδί» η ενημέρωση

«Το κλειδί της επιτυχίας για τη διάδοση του αλιευτικού τουρισμού είναι η ενημέρωση των αλιέων, αλλά και ευρύτερα των τοπικών κοινωνιών», λέει στην «Κ» ο αρμόδιος υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΥΠΑΑΤ) Σίμος Κεδίκογλου. Εξηγεί ότι από την πλευρά του ΥΠΑΑΤ σε συνεργασία με το υπουργείο Τουρισμού θα γίνει μεγάλη προσπάθεια ενημέρωσης. Σημειώνει επίσης ότι επειδή ενδεχομένως να απαιτούνται κάποιες παρεμβάσεις στα καΐκια ώστε να μπορούν να υποδεχθούν τουρίστες, «στην επόμενη προγραμματική περίοδο του ΕΠΑΛ (Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αλιείας) που ξεκινάει τον Οκτώβριο θα υπάρξει μέριμνα για σχετική χρηματοδότηση». Διευκρινίζει επίσης ότι «η προοπτική του αλιευτικού τουρισμού αφορά όλες τις περιοχές που βρίσκονται δίπλα σε θάλασσα, λίμνη ή λιμνοθάλασσα. Με δυο λόγια, το μεγαλύτερο μέρος της πατρίδας μας».

Η νεαρή καπετάνισσα

Η ιστορία της νεαρής καπετάνισσας δείχνει τον δρόμο αλλά και τα προβλήματα. «Το 2016 είχα τελειώσει τις σπουδές μου στη Φιλοσοφική στο Ρέθυμνο και επέστρεψα στη Σαντορίνη. Αντί να συνεχίσω τις σπουδές μου σκεφτόμουν ότι ήθελα να κάνω κάτι δικό μου, κυρίως γιατί έβλεπα ότι οι άνθρωποι λόγω της κρίσης δεν έβρισκαν δουλειές και δεν πληρώνονταν ανάλογα για τα χρόνια των σπουδών τους».

Εκείνο το καλοκαίρι βοηθούσε στο οικογενειακό εστιατόριο τους δικούς της, όταν έφτασε ένα «χαρτί» στο σπίτι. Ηταν η άδεια αλιευτικού τουρισμού για την οποία ο πατέρας της είχε αιτηθεί το 2007, εννιά χρόνια πριν. «Το είχαμε σχεδόν ξεχάσει ότι είχαμε ζητήσει άδεια» γελάει η Ανθή. «Σκέφτηκα τότε ότι πολλοί άνθρωποι στην ταβέρνα με ρωτούσαν συχνά πώς θα μπορούσαν να πάνε για ψάρεμα με κάποιο καΐκι και είπα “εγώ θα το κάνω”». Εβγαλε επαγγελματικό δίπλωμα για το καΐκι, απαραίτητο, αν και πολλοί ψαράδες δεν διαθέτουν. Το καΐκι είχε αγοραστεί λίγα χρόνια νωρίτερα από την οικογένειά της για να αλιεύονται τα ψάρια που χρειάζονταν και στη συνέχεια σερβίρονταν στην ταβέρνα.

Παραδοσιακό και σύγχρονο

«Ευτυχώς είναι παραδοσιακό, ξύλινο καΐκι», χαμογελάει η Ανθή. Εγιναν μικρές παρεμβάσεις: η κουζίνα χρειάστηκε να γίνει πιο λειτουργική και η τουαλέτα πιο άνετη. Επίσης στήθηκε ένα τραπεζάκι στην κουπαστή για να σερβιριστεί με άνεση η ψαριά της ημέρας. Σήμερα, έμπειρη καπετάνισσα πια, είναι πολύ χαρούμενη με αυτό που κάνει. «Είναι σαν να βάζεις ένα στοίχημα κάθε μέρα. Θα πιάσεις, δεν θα πιάσεις. Ενας σωστός ψαράς δεν θα ρίξει πολλές φορές στο ίδιο μέρος για να μην ξεκληρίσει όλο το κοπάδι, οπότε χρειάζεται να μετακινηθείς, ακόμα και αν έχεις εντοπίσει ψαρότοπο. Υπάρχουν μέρες καλές και μέρες κακές», λέει με συγκατάβαση. Αν υπάρχει μια λέξη που χαρακτηρίζει τα καλοκαίρια της τα τελευταία χρόνια είναι η λέξη «κούραση».

«Το πρωί ξεκινάμε στις 9.30 έως τις 2.30 την πρώτη βόλτα και ύστερα από τις 2.30 το 2ο γκρουπ έως τις 9 το βράδυ. Το απόγευμα είναι πιο ωραία γιατί βλέπεις και το ηλιοβασίλεμα», εξηγεί. «Δεν επιστρέφω σπίτι πριν από τις 11 το βράδυ κάθε μέρα. Φέτος από τον Μάιο έχουμε ξεκινήσει πολύ δυνατά». Πώς όμως ένας ψαράς θα μπορέσει να επικοινωνήσει με τους τουρίστες που θα φιλοξενήσει στο καΐκι του; «Οι αλιείς θα πρέπει να εξοικειωθούν με κάποιες βασικές αρχές, που στον τουριστικό κλάδο θεωρούνται αυτονόητες: τη σωστή υποδοχή, την καλή επικοινωνία, τον επαγγελματισμό και την ευγένεια στην εξυπηρέτηση, τη διασφάλιση μιας θετικής, ευχάριστης και πρωτότυπης εμπειρίας για τους επισκέπτες, βασισμένης στη γνώση του αντικειμένου και την αγάπη για το επάγγελμά τους», τονίζει ο κ. Κεδίκογλου.

Διάθεση και ευγένεια

Η Ανθή λέει ότι τα πράγματα είναι πιο απλά στην πράξη τελικά.

«Καλή διάθεση και ευγένεια. Με λίγα λόγια να συμπεριφέρεσαι καλά στους ανθρώπους», λέει. «Στο καΐκι έχω μαζί μου έναν Αιγύπτιο, που τα πρώτα χρόνια δεν ήξερε λέξη αγγλικά. Ομως όσα κάνει πάνω στο σκάφος για όλους μας είναι από μόνα τους ένας τρόπος επικοινωνίας. Ολοι ξέρουν ότι είναι εκεί για να τους βοηθήσει», συμπληρώνει.

Ο Ιωακείμ Καραμολέγκος διοργανώνει επίσης fishing tours στη Σαντορίνη, όμως έχει άλλη εξειδίκευση. «Εχω πελάτες Αμερικανούς και Αυστραλούς. Αυτοί θέλουν να ψαρεύουν με καλάμι, όπως βλέπουμε στις ταινίες». Οπως εξηγεί, στην ουσία «νοικιάζει» το σκάφος του σε ένα ή δύο ζευγάρια για ένα ταξίδι πέντε ωρών το οποίο ο ίδιος έχει οργανώσει. «Προσπαθούμε να βγάλουμε ένα ψάρι, συνήθως στείρα, ροφό ή τόνο. Μετά όση ώρα οι τουρίστες κολυμπούν εμείς το μαγειρεύουμε. Ετσι έχουν την ευκαιρία να φάνε ένα φρέσκο ψάρι, το οποίο έπιασαν οι ίδιοι»…

Μικρές παρέες τουριστών βγαίνουν με τα καΐκια για ψάρεμα. Αν είναι τυχεροί, θα πιάσουν το δικό τους ψάρι. Σίγουρα θα κολυμπήσουν στα καθαρά νερά και θα γευθούν τα φρέσκα εδέσματα –ακόμη κι αν δεν πιάσουν τίποτε– πάνω στο καΐκι, αγναντεύοντας την Καλντέρα.

Προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος πιάνοντας «κακά» ψάρια

Tα ξενικά ή αλλιώς λεσεψιανά είδη στις ελληνικές θάλασσες δεν είναι πλέον κάτι σπάνιο ή αξιοπερίεργο, αλλά μια καθημερινότητα. Κάποια από αυτά μάλιστα, όπως ο γερμανός και το λεοντόψαρο, είναι βρώσιμα και εξαιρετικά εύγευστα. Ψαρεύοντας και καταναλώνοντάς τα, βοηθάμε –εκτός των άλλων– και το θαλάσσιο περιβάλλον, δεδομένου ότι περιορίζουμε την εξάπλωσή τους.

«Οι ελληνικές θάλασσες αλλάζουν. Δεν μπορούμε ούτε να μειώσουμε τη θερμοκρασία ούτε να κλείσουμε τη διώρυγα του Σουέζ· οπότε πρέπει να δούμε πώς αντιμετωπίζουμε αυτή την αλλαγή. Δεν χρειάζεται πανικός αλλά γνώση και ενημέρωση» λέει στην «Κ» η Αναστασία Μήλιου, διευθύντρια Ερευνας στο Ινστιτούτο Θαλάσσιας Προστασίας Αρχιπέλαγος.

Ο γευστικός γερμανός Φωτ. ALEXANDROS MALAGARIS

Επιστημονικά στοιχεία

Με βάση τα επιστημονικά στοιχεία, έχουν καταγραφεί μέχρι στιγμής 1.000 ξενικά είδη στη Μεσόγειο (ψάρια, ασπόνδυλα και φύκια). Περίπου 650 ξενικά είδη έχουν βιώσιμους πληθυσμούς, δηλαδή έχουν πλέον εγκατασταθεί για τα καλά στη Μεσόγειο. Εκτιμάται ότι περίπου 100 είδη είναι εισβολικά· αυξάνονται δηλαδή με ταχύτατους ρυθμούς και εκτοπίζουν τους ντόπιους πληθυσμούς και απειλούν τη θαλάσσια βιοποικιλότητα.

Η εξάπλωση των νέων ειδών θα ήταν μικρότερη αν οι γηγενείς πληθυσμοί ψαριών ήταν… αρκετοί. «Αν είχαμε ελέγξει την υπεραλίευση και είχαμε υγιείς θάλασσες και ιχθυαποθέματα, δεν θα υπήρχε τόσο μεγάλη εξάπλωση» επισημαίνει η κ. Μήλιου. Ενας αλιευτικός μύθος θέλει έναν ψαρά στην Πάρο να πιάνει 65 κιλά λαγοκέφαλους (ξενικό είδος που δεν πρέπει να καταναλώνεται) πριν από μερικούς μήνες. «Δεν ξέρουμε αν η ποσότητα ήταν αυτή, αλλά σίγουρα αλιεύονται μεγάλοι αριθμοί λόγω της εξάπλωσής τους», λέει η κ. Μήλιου.

Ο τοξικός λαγοκέφαλος. Η κατανάλωση κάποιων ξενικών ειδών βοηθάει στη μείωση των πληθυσμών τους και στην αντιμετώπιση της υπεραλίευσης στους γηγενείς πληθυσμούς. Φωτ. Shutterstock

Ανεξέλεγκτη ανάπτυξη

«Τα δικά μας θαλάσσια είδη δεν αναγνωρίζουν τα καινούργια ούτε ως θηρευτές, ώστε να τα αποφεύγουν ούτε ως θηράματα για να τα τρώνε, οπότε χωρίς κανένας να τα εμποδίζει αναπτύσσονται ανεξέλεγκτα», εξηγεί.

Ενα θηλυκό λεοντόψαρο μπορεί να φάει 20 ψάρια σε μισή ώρα και γεννάει πολύ μεγάλο αριθμό αυγών. Σαφώς λοιπόν έχει μεγαλύτερη ανθεκτικότητα και δυνατότητες επιβίωσης από τα ψάρια που ζουν «κανονικά» στις ελληνικές θάλασσες.

Ο λεγόμενος γερμανός (ονομάζεται έτσι εξαιτίας του χρώματός του –πράσινο– που παραπέμπει σε στρατιωτική στολή) είναι ένας πολύ νόστιμος μεζές, λένε οι αλιείς που τον έχουν ψαρέψει.

Η κατανάλωση ξενικών ειδών μπορεί να βοηθήσει να μειωθούν οι πληθυσμοί τους, ενώ ταυτόχρονα μειώνεται η πίεση της υπεραλίευσης στους γηγενείς πληθυσμούς.

Η κ. Μήλιου καλεί επίσης τους πολίτες να φωτογραφίζουν και να αναφέρουν στο Αρχιπέλαγος τα παράξενα είδη που εντοπίζουν στις θάλασσες τώρα το καλοκαίρι. Στείλτε στοιχεία στο observations@ archipelago.gr ή στο ~elnais@hcmr.gr, (φωτογραφία, περιοχή, βάθος, ημερομηνία, αριθμός).

«Είναι πολύ σημαντικό να αναφέρεται κάθε εντοπισμός ξενικού ή εισβολικού είδους που μπορεί να γίνει από όλους μας στην κατάδυση, στο ψάρεμα ή στο κολύμπι», επισημαίνει η κ. Μήλιου. Οι αναφορές καταχωρίζονται στη βάση δεδομένων ELNAIS – Ellenic Network on Aquatic Invasive Species https://elnais.hcmr.gr/του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών και σε σχετικές μεσογειακές βάσεις δεδομένων. Ετσι μπορούν οι επιστήμονες να έχουν σημαντικά δεδομένα για την κατανομή των ειδών αυτών.

πηγή