Η ατομική ευθύνη στη σχέση με τον τόπο μας και τον δημόσιο χώρο

 Ο εγκλεισμός και η απόσταση, η προσφορότερη ευκαιρία για αφύπνιση και αναστοχασμό

Του Νίκου Κονδυλάτου

Η Μαρία Ευθυμίου, σε άρθρο της που αναδημοσίευσε το “Άρωμα Λευκάδας”, γράφει κάπου: Μέσα από την πρόκληση του κορωνοϊού, η ελληνική κοινωνία μοιάζει να βρήκε το πρόσωπο που διακόσια χρόνια τώρα επεδίωκε να διαμορφώσει”. Δεν ξέρω αν αυτό ισχύει, πολλές φορές ενθουσιαζόμαστε και λέμε μεγάλα λόγια, όπως τότε με τους ολυμπιακούς αγώνες και την άψογη στάση που επιδείξαμε, ύστερα όμως δυστυχώς επανήλθαμε στα ίδια. Θυμάμαι πως και μετά τους μεγάλους σεισμούς τόσο στην Αθήνα όσο και στη Λευκάδα, πάλι είχαν διατυπωθεί ανάλογες σκέψεις για την απερίσκεπτη και αδηφάγο συμπεριφορά μας εις βάρος του τόπου μας και ότι πλέον θα έπρεπε να συνετιστούμε και να δούμε τα πράγματα διαφορετικά.

Είναι αλήθεια πάντως, πως τώρα έχουμε μία ακόμα ευκαιρία περισυλλογής, αναστοχασμού και εσωτερικής αλλαγής. Βοηθάει σε αυτό η επιβεβλημένη απομόνωση και η απόσταση μας από τον δημόσιο χώρο και το ευρύτερο περιβάλλον. Αυτός ο υποχρεωτικός χωρισμός, εμείς στον ιδιωτικό μας χώρο ( που πάντα επιμελούμαστε και φροντίζαμε καθώς τον θεωρούμε δικό μας) και ο δημόσιος χώρος (αυτός που πάντα αμελούσαμε και κακοποιούσαμε καθώς τον θεωρούμε ξένον),αφημένος στην ησυχία του, η απόσταση αυτή από τον δημόσιο χώρο, ας μας αφυπνίσει και ας μας διεγείρει να δούμε με πιο καθαρή ματιά και σε μεγαλύτερο βάθος, την ουσία και το νόημα αυτής της σχέσης, μιας σχέσης αναγκαίας για την ποιότητα της ζωής μας αλλά και ζωογόνα και αναντικατάστατη για την ίδια μας τη ζωή.

Άνθρωπος-Τόπος Πολιτισμός. Στο μικρό απόσπασμα, από ένα κείμενο του Ζήσιμου Λορεντζάτου, που ακολουθεί, μπορεί κανείς να αντιληφθεί με τον καλύτερο τρόπο, την εσώτερη σχέση και την αυθεντική εγγύτητα που συνδέει αυτές τις τρεις έννοιες:

Φουντάραμε αρόδο στην αγκάλη Άγιος Νικόλαος, κολυμπήσαμε, ξεμεσημεριάσαμε, το απόγεμα μπήκαμε στο λιμάνι της Φολέγανδρος και ανεβήκαμε στο διπλό χωριό, ένα από τα ωραιότερα στις Κυκλάδες. Το βράδι ζυμωτό ψωμί, ρετσίνα σπιτικιά, κατσίκι στα κάρβουνα, σκόρδο, ντοματοσαλάτα με κρεμμύδι, γιδίσιο τυρί, αυγά μάτια με λάδι-ο πολιτισμός στα μονιμότερα συστατικά του. Η κηπουρική ένα με την ψαρική, αυτή ένα με την αρχιτεκτονική, αυτή ένα με την υφαντική και όλα ένα με τη θρησκεία, με τη γλώσσα, με τον κύκλο της ζωής και του θανάτου, με τον ουρανό και τη γη. Ο κρίκος ατόφιος: φίδι ουροβόρο…. (Ζήσιμος Λορεντζάτος, 1975, ΣΤΟΥ ΤΙΜΟΝΙΟΥ ΤΟ ΑΥΛΑΚΙ, εκδ. Δόμος, σελ. 38).

Αυτή η αισθαντική δισυπόστατη σχέση του ανθρώπου με τον τόπο του, η οποία χαρακτηρίζεται από πράξεις, ιδέες και αισθήματα, γιορτές και πανηγύρια, διαπλάθει τον χαρακτήρα του κατοίκου και την ατμόσφαιρα του τόπου και κατ’ επέκτασιν πλάθει τον πολιτισμό και την κουλτούρα του τόπου και του κατοίκου. Μέσα σε αυτόν τον βιότοπο αναπτύσσονται όλες οι συνθήκες του βίου και όλες οι κοινωνικές διαπλέξεις που εξασφαλίζουν τη ζωή και την ισορροπία του  οικοσυστήματος.

Ο κάτοικος του διαμορφωμένου οικισμού είχε βαθιά συναίσθηση της παράδοσης του τόπου του και απόλυτο σεβασμό σε αυτήν ώστε να θεωρεί αδιανόητη κάθε παρέμβασή του η οποία θα παραβίαζε τη γενική εικόνα και την αισθητική του συνόλου. Ακόμα και η πιο νεωτερική πρωτοβουλία του, συνδύαζε το παλαιό με το νέο, χωρίς να ξεφεύγει από την κλίμακα και τον κανόνα του συνόλου. Μέσα από τη δική του ατομική συμβολή και παρουσία, η οποία εντασσόταν στο πνεύμα της ομάδας, διαπλαθόταν η προσωπικότητά του και συντελούταν η αυτοπροσωπογράφησή του.

Η απόζευξη του ανθρώπου από τα θέσμια του τόπου του η οποία αποτελεί συνέπεια της διάρρηξης που έχει επέλθει στο κέλυφος του βιότοπου μέσα στο οποίο γεννήθηκε και καλλιεργήθηκε αυτή η εσώτερη και αξεδιάλυτη σχέση μεταξύ ανθρώπου-τόπου-πολιτισμού, είναι αναπόφευκτο να επιφέρει διαταραχές στην ψυχοπαθολογική του κατάσταση.

Το κενό που υφίσταται στην ψυχική ισορροπία, μετά την απόζευξη του κατοίκου από τα θέσμια του τόπου του,  επιτείνεται, όταν στην πόλη του σήμερα, το γενικευμένο αίσθημα ανικανοποίησης συγκρούεται με το πλαίσιό της, καθώς στερείται του πολιτισμικού επιπέδου της πόλης του χθες που ήταν το επιγενόμενο των εσώτερων διεργασιών που τεκταίνονταν στους κόλπους της.

Ο σημερινός κάτοικος δεν είναι ο συνδιαμορφωτής ενός γνήσιου τοπικού πολιτισμού αλλά ο πρόθυμος καταναλωτής των πρόχειρων σκευασμάτων του πολιτισμού της εικόνας, που του σερβίρονται με την τεχνοτροπία του fast food, συνήθως στο πλαίσιο της λογικής του “άρτον και θεάματα”. Και αυτό όμως, μέσα στο ευρύτερο περιβάλλον της παράνοιας που έχει επικρατήσει μετά τους εθισμούς μας σε κάθε τι ξένο προς την ανθρώπινη φύση και δημιουργία, όπου το απολύτως μη φυσιολογικό θεωρείται σήμερα ως το φυσιολογικό, περνάει ως ωραίο και αληθινό!

Η Λευκάδα είναι ένα μικρό νησί ευνοημένο από τη φύση, που του χάρισε απλόχερα πολλή ομορφιά, ποικιλία και αρμονία στο τοπίο, σμαραγδένιες θάλασσες και ακρογιάλια και ένα ανάγλυφο σμιλεμένο με τις πιο αδρές γραμμές  και τις πιο υπέροχες θέες.

Μέσα σε αυτό το περιβάλλον αναπτύχθηκαν οι δραστηριότητες των ανθρώπων του νησιού και ο αγώνας τους για επιβίωση-συμβίωση-διαβίωση διαμόρφωσε το κοινωνικό οικοσύστημα και τον πολιτισμό του. Ένας μικρόκοσμος με τα δικά του ήθη και έθιμα, την δική του αρχιτεκτονική, την δική του υφαντική, την δική του μουσική παράδοση, την δική του πρωτογενή παραγωγή, τα δικά του τοπικά προϊόντα.

Ο πολιτισμός αυτός άφησε το αποτύπωμά του στο παρθένο τοπίο με κατασκευές και κτίσματα,  δρόμους, μονοπάτια, γεφύρια, οικισμούς, εκκλησιές και μοναστήρια, όλα συνταιριασμένα αρμονικά με το τοπίο που τα περιβάλλει! Τίποτα δεν ήταν παράταιρο, τίποτα δεν έδινε την αίσθηση του παραπανίσιου ή του περιττού. Αρμονία παντού, στο μέτρο και την κλίμακα του ανθρώπου.

Μέσα σε αυτό το πνεύμα, αυτό που θα έπρεπε να μας απασχολεί σήμερα για τη Λευκάδα, είναι πώς, έχοντας σαν εφόδια, μνήμες και βιωματικές εντυπώσεις και εμπειρίες από τον τόπο που μεγαλώσαμε, να αναζητούμε γι’ αυτόν μία φυσική εξέλιξη η οποία να εντάσσεται στην κλίμακα και το πνεύμα που τον διαμόρφωσε. Έγιναν όμως έτσι τα πράγματα; Είναι αυτό που αντικρίζουμε, περιδιαβαίνοντας τον τόπο μας, την πόλη, τους οικισμούς, την εξοχή, μία ομαλή και αρμονική συνέχεια αυτού που παραλάβαμε; Ή μήπως η εικόνα δείχνει πως υποκύπτοντας στον πειρασμό του εύκολου κέρδους, δεν σεβαστήκαμε τον τόπο μας, ασχημονήσαμε εις βάρος του και τον εκμεταλλευτήκαμε προς ίδιον όφελος;

Το ένα μετά το άλλο τα αγαπημένα μας μέρη χάνονται, αλλοιώνονται, παραμορφώνονται. Τα μέρη αυτά που συνδέσαμε με τις πιο όμορφες στιγμές της ζωής μας. Σήμερα, για να καλύψουμε το ψυχολογικό κενό, τα βλέπουμε με νοσταλγία, στις φωτογραφίες και τα video, όταν αναρτώνται κάθε τόσο,στις σελίδες των τοπικών ηλεκτρονικών εφημερίδων.

Ο τόπος μας βρίσκεται σε σημείο καμπής. Για να διασωθεί ό, τι έχει απομείνει, πρέπει υποχρεωτικά να επιβληθούν κανόνες, όροι, περιορισμοί. Αυτά μπορούν να υπάρξουν μόνον αν υπάρξει πολεοδομικός και χωροταξικός σχεδιασμός για όλο το νησί. Τα μεγάλα λόγια για ανάπτυξη, έργα, επενδύσεις κ.λ.π.. χωρίς τον απαραίτητο σχεδιασμό, θα οδηγήσουν τον τόπο σε περαιτέρω αποσύνθεση και φθορά.

Αξίωση της τοπικής κοινωνίας πρέπει να είναι όλες οι δημοτικές παρατάξεις:

– να καταθέσουν το όραμά τους για το νησί. Για έναν τόπο που θα ανήκει πρώτα στους κατοίκους του και ύστερα στον τουρισμό. Για έναν τόπο που θα τον αγαπούμε, θα τον σεβόμαστε και θα απολαμβάνουμε από αυτόν ποιότητα ζωής. Αυτός ο τόπος θα προσελκύσει και τον τουρισμό που του αξίζει.

– να μας πουν πώς σκέφτονται και πώς βλέπουν το νησί μας. Για το σήμερα, για το αύριο, για το μέλλον. Αφού αναλογιστούν τι τόπο μας παρέδωσαν οι προηγούμενες γενιές, να μας πουν  τι τόπο σκέφτονται ότι πρέπει, να παραδώσουμε εμείς στις επόμενες.

– να μας πουν αν πρέπει να είμαστε ευχαριστημένοι με τον τρόπο που μέχρι σήμερα ο τουρισμός επηρέασε τον τόπο, την κοινωνία και τον πολιτισμό του και τι σκέφτονται αυτοί να κάνουν. Ποιες είναι οι προτάσεις τους και ποιο το σχέδιο τους για την πραγματοποίησή τους.

Στην Ελλάδα όλοι υπόσχονται και προτείνουν έργα, παρεμβάσεις, ανάπτυξη, πρόοδο και προκοπή! Την αλήθεια όλοι την κρύβουν. Και η αλήθεια είναι πικρή γιατί αποκαλύπτει τα κενά, τα λάθη, τις πληγές, τις στρεβλώσεις, τις αγκυλώσεις, την οπισθοδρόμηση. Γιατί αποκαλύπτει τη νοοτροπία μας, την ανομία, την αναρχία, την ασυδοσία και το χάος που επικρατεί. Και γιατί όλα αυτά που αποκαλύπτει απαιτούν σχέδιο και προτάσεις για την αντιμετώπισή τους. Και εδώ είναι το δύσκολο. Οι προτάσεις πρέπει υποχρεωτικά να περιλαμβάνουν κανόνες, όρους, περιορισμούς…

Η αλήθεια όμως είναι μία: Όσο και αν αυτό μας στοιχίζει, αν θέλουμε να σώσουμε τον τόπο μας, πρέπει να επιβάλουμε τη λήψη μέτρων τα οποία θα υπαγορευτούν από τον αναγκαίο σχεδιασμό που υποχρεωτικά πρέπει να υπάρξει. Από ένα όραμα για τον τόπο μας. Από την αγάπη μας για το νησί μας. Από την έννοια μας για τις επόμενες γενιές.

Η πόλη μας, υποταγμένη στην κυριαρχία του Ι.Χ. αυτοκινήτου, θυμίζει μία μικρογραφία της Αθήνας με όλα τα συνεπακόλουθα, και αυτό δεν φαίνεται να μας απασχολεί, καθώς είμαστε απόντες από τη γενικότερη προσπάθεια που γίνεται σε άλλες πόλεις για τον περιορισμό της χρήσης του, υπέρ των ήπιων μορφών μετακίνησης. Δεν μπήκαμε ποτέ στο νόημα της αναζήτησης, της επεξεργασίας, της προβολής, της κοινώνησης στους πολίτες και της εφαρμογής τέτοιων πολιτικών. Και αυτό συμβαίνει γιατί μας λείπει ένα όραμα για την πόλη.

Η κρίση γίνεται προφανής στην κατάσταση των κοινόχρηστων χώρων. Πλατείες, δρόμοι και πεζοδρόμια, μολονότι συνιστούν θεμελιώδη υποδομή και θα μπορούσαν να προσθέσουν αξία στην πόλη, παραμένουν στην πλειοψηφία τους, χώροι απαξιωμένοι, ανεπαρκείς για τις λειτουργίες που υποτίθεται πως εξυπηρετούν και ακατάλληλοι για επικοινωνία και αναψυχή των κατοίκων. Ωσάν να πρόκειται για ακάλυπτο περίσσευμα, χρήσιμο μόνο για εμπορικές ή άλλες λειτουργίες, ανεξέλεγκτη στάθμευση των αυτοκινήτων ή τη διάθεση των απορριμμάτων.

Και όμως οι δημόσιοι χώροι, οι πλατείες, οι δρόμοι και τα πάρκα, όπως και τα κτίρια, όταν ισορροπούν μέσα στο αστικό οικοσύστημα, συνιστούν πεδίο ποιοτικής διαβίωσης και επικοινωνίας μεταξύ των πολιτών καθώς και στοιχείο που καθιστά την πόλη λειτουργική και φιλική, ώστε το βελτιωμένο περιβάλλον να γίνει ευχάριστο πλαίσιο ζωής για τους κατοίκους και πόλος έλξης για τους ξένους. Επίσης η αξιοποίηση του δημόσιου χώρου και των στοιχείων συλλογικής μνήμης, συμβάλλουν στη διαμόρφωση “αστικής συνείδησης” και στην καλλιέργεια αισθημάτων περηφάνιας των κατοίκων για τον τόπο τους.

Το ζήτημα της κυκλοφορίας και της στάθμευσης είναι το πρώτο που απασχολεί τις σύγχρονες πόλεις, εκείνες τουλάχιστον που αναζητούν μία καλύτερη ποιότητα ζωής για τους κατοίκους τους. Και είναι το πρώτο που αντιμετωπίζεται στις βασικές του γραμμές (ιεράρχηση του οδικού δικτύου της πόλης-απαιτούμενες θέσεις στάθμευσης-σύνθετες μορφές διαχείρισης κυκλοφορίας-στάθμευσης) σε ένα στρατηγικό σχέδιο που αντιμετωπίζει το περιβάλλον της πόλης ως αστικό οικοσύστημα, δηλαδή ΤΟΠΟ ΖΩΗΣ για τους πολίτες (ΒΙΟ-ΤΟΠΟΣ) και άσκηση για την ευρύτερη Παιδεία, καθώς η ποιότητα ζωής εννοείται ως στοιχείο Πολιτισμού. Η ανασυγκρότηση του αστικού τοπίου, των κέντρων, των γειτονιών, όπως και της υπαίθρου, είναι αγώνας για τον Πολιτισμό.

Χέρι-χέρι με τα θέματα της βιώσιμης αστικής κινητικότητας πάνε και τα θέματα διαχείρισης και διευθέτησης του δημόσιου χώρου. Όταν υπάρχει υστέρηση στο πρώτο είναι αναμενόμενη η υστέρηση και στο δεύτερο. Και τα δύο αυτά ελλείμματα  αντικατοπτρίζονται εμφατικά στην εικόνα της πόλης αλλά και των οικισμών μας. Και δεν πρέπει να μας διαφεύγει, πως η εικόνα της πόλης είναι η αντανάκλαση του πολιτισμού της κοινωνίας της.

Στοιχεία-ανάμεσα σε πολλά άλλα- ενός οράματος για μία μικρή πόλη σαν τη Λευκάδα θα έπρεπε να είναι:

-η επιδίωξη μας ώστε το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό των καθημερινών μας μετακινήσεων να γίνεται με το ποδήλατο  (σε πόλεις της Ευρώπης με πολύ μεγάλες αποστάσεις και πολύ δυσμενέστερες συνθήκες-Κοπεγχάγη, Ουτρέχτη κ.ά.- καταγράφονται ποσοστά της τάξης του 60-70%) ή με τα πόδια, σε ένα ασφαλές δίκτυο ποδηλατοδρόμων-πεζοδρόμων

– να μην υπάρχουν αυτοκίνητα στην παλιά πόλη (όταν σχεδιάστηκε η παλιά πόλη δεν υπήρχαν αυτοκίνητα, όλοι οι χώροι ήταν και είναι, προορισμένοι για τους κατοίκους).

– Η υπερτοπική κυκλοφορία να διοχετευτεί έξω από τον αστικό ιστό. Η διαμπερής κυκλοφορία (όση δεν γίνεται με το ποδήλατο) από το ένα σημείο της πόλης στο άλλο, να μην διέρχεται από κομβικά σημεία του συμπαγούς αστικού ιστού (π.χ. Αγ. Μηνάς) έστω και αν απαιτούνται κάποιες περιπορείες (αποτρεπτικές και στη χρήση του Ι. Χ. αυτοκινήτου). Η περιοχή πέριξ του Αγ. Μηνά να αναπλαστεί ως περιβάλλων χώρος του ναού, περιλαμβάνοντας και την αποκατάσταση της συνέχειας του ιστορικού άξονα Πλατεία Αγ. Μηνά-Παραλία.

Με μία τέτοια πολιτική θα απελευθερωθεί σημαντικός χώρος που σήμερα ανήκει στο αυτοκίνητο, υπέρ του πεζού και του ποδηλάτη.

Αντ’ αυτών παρατηρούμε: Ασύδοτη και άναρχη κυκλοφορία και στάθμευση. Υπερβολική και ασυνείδητη χρήση του Ι.Χ. αυτοκινήτου. Ασφαλτολαγνεία και λεωφόρους σε βαθμό αλλοίωσης του χαρακτήρα και της κλίμακας μίας μικρής και, άλλοτε, γραφικής πόλης σε βαθμό τέτοιο, ώστε άφθονος δημόσιος χώρος να έχει πάει χαμένος. Εικόνα μίας μικρής…μεγαλούπολης που απαιτεί πλέον σειρά αναπλάσεων, οι οποίες δεν πρέπει να είναι τυχαίες, αλλά θα υπακούουν σε έναν ευρύτερο σχεδιασμό και στο όραμα μας για την πόλη.

Χρησιμοποιούμε σαν πρόσχημα το γεγονός ότι υπάρχει η υποχρεωτική διέλευση της κυκλοφορίας μέσα από την πόλη, λόγω του σημείου που βρίσκεται η γέφυρα, για να μην κάνουμε τίποτα. Η πραγματική αιτία όμως είναι ότι δεν τολμούμε γιατί δεν θέλουμε να χαλάσουμε τη βολή μας ή το κακώς εννοούμενο συμφέρον μας και υπάρχει και το διαβόητο …. πολιτικό κόστος.

Άλλοι προβάλλουν σαν πρόσχημα την πληθυσμιακή παλίρροια του καλοκαιριού. Αυτό είναι ίσως το χειρότερο, καθώς δείχνει πως απλώς είμαστε υποχείρια του μαζικού τουρισμού και τρέχουμε πίσω από αυτόν, προσπαθώντας να ικανοποιήσουμε τις χρόνο με το χρόνο αυξανόμενες ανάγκες του, με επιφανειακές και βεβιασμένες παρεμβάσεις που ακυρώνουν τους όρους βιωσιμότητας, σπαταλούν πόρους και υποβαθμίζουν μακροπρόθεσμα το αστικό οικοσύστημα.

Ο σχεδιασμός μας που οφείλει να εξασφαλίζει ποιότητα ζωής στους κατοίκους, και μία πολιτισμένη όψη στην πόλη, είναι ο ίδιος ακριβώς και λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο όλες τις εποχές. Υπακούει σε ένα όραμα που έχουμε για την πόλη και το υπηρετούμε με σχέδιο και συνέπεια.  Μία τέτοια αντιμετώπιση μάλιστα θα αποτελέσει και την απαρχή για την αλλαγή της τριτοκοσμικής εικόνας του καλοκαιριού αλλά και του επιπέδου του τουρισμού μας.

Ζηλεύουμε τις πόλεις που επισκεπτόμαστε στο εξωτερικό, τους πεζόδρομους, τους ποδηλατόδρομους, τον φροντισμένο και καλλιεπή δημόσιο χώρο γενικότερα, αλλά δεν κάνουμε κάτι για να τους μοιάσουμε με το πρόσχημα πως άλλο Ευρώπη, άλλο Ελλάδα.

Ένας τρόπος υπάρχει να αλλάξουν τα πράγματα. Απλός και καθαρός: Να το αποφασίσουμε! Ο αναστοχασμός, που ευνοεί η μόνωση λόγω του κορωναϊού, είναι η προσφορότερη ευκαιρία.

Υπάρχει όμως και μία ευχάριστη είδηση. Ο γνωστός μας, από τις Συναντήσεις του  Ιουλίου στον Αλέξανδρο-τον ατυχή Αλέξανδρο*- διαπρεπής πολεοδόμος,  Δημήτρης Οικονόμου, σημερινός Υφυπουργός Χωροταξίας, ανακοίνωσε τη σύνταξη Τοπικών Χωρικών Σχεδίων (Τ.Χ.Σ.) για ολόκληρη την επικράτεια με νέες, πιο γρήγορες διαδικασίες. Επίσης τα ΣΒΑΚ (Σχέδιο Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας) γίνονται σε όλους τους Δήμους. Βέβαια, τα τελευταία, βάζουν σαν προϋπόθεση την ύπαρξη ενός οράματος για την πόλη …..

Όπως και να έχει το πράγμα είμαστε τώρα υποχρεωμένοι να αφυπνιστούμε, να αναστοχαστούμε και να προετοιμαστούμε όσο γίνεται καλύτερα. Είναι λίγο αργά, αλλά “κάλιο αργά παρά ποτέ”.

Κλείνοντας, ας ελπίσουμε, λοιπόν, ότι ο εγκλεισμός μας λόγω του κορωναϊού και το ισχυρό σοκ που υποστήκαμε από την κοντινή θέα του θανάτου, θα μας ταρακουνήσει ώστε να ξεφύγουμε από τα λιμνάζοντα νερά της καταναλωτικής ευδαιμονίας και τα ανούσια, και ας αναζητήσουμε μίαν άλλη θεώρηση για τη ζωή μας εμπνεόμενη από το νόημα και τα ουσιώδη. Όπως λέει και η Φωτεινή Τσαλίκογλου σε μία πρόσφατη συνέντευξή της: “να απαγκιστρωθούμε από το ανούσιο που είχε μεταμορφωθεί σε ουσιώδες, από την εικόνα που είχε καταβροχθίσει το είναι”(ΤΑ ΝΕΑ, 17-19/04/020).

Ας δώσουμε πάλι στη σχέση μας με τον τόπο, το νόημα μίας στενής βιωματικής σχέσης, μίας σχέσης αλληλοσεβασμού και αγάπης, μίας σχέσης ποιότητας ζωής για αμφότερα τα μέρη. Γιατί ο τόπος μας είμαστε εμείς και εμείς είμαστε ο τόπος μας.

*Στον ατυχή Αλέξανδρο, αφιερώνεται το παρακάτω απόσπασμα από κείμενο του Γιάννη Τσαρούχη, με την ελπίδα ότι τώρα οι αντιλήψεις ίσως αλλάξουν: Οι ενδιαφερόμενοι για την ομορφιά της Ελλάδος, για το σεβασμό των τοπίων της (και έχουν συνείδηση τι θα πει αυτό), χωράνε το πολύ σε πέντε πούλμαν. Είναι απορίας άξιον πώς η πλειονότης του Ελληνικού Λαού δεν αποφάσισε να ξεκάνει αυτή την ενοχλητική μειονότητα.

Αυτός που φροντίζει για την ομορφιά θεωρείται από πολλά εκατομμύρια Ελλήνων ως βλαμένος. Και αυτός που δηλώνει πως τον ενδιαφέρει η ομορφιά, αν δεν είναι ύποπτος ή βλαμένος, συνήθως είναι κακόγουστος και αισθηματολόγος. Άρα επικίνδυνος κι αυτός κι απλώς πνεύμα αντιλογίας. Είναι σπάνιοι αυτοί που καταλαβαίνουν την ομορφιά ενός αρχιτεκτονικού συνόλου τοποθετημένου πετυχημένα σ’ ένα όμορφο τοπίο. Οι πιο πολλοί επιθυμούν γραφικότητα τουριστικού ύφους, μάλλον τυρολέζικου παρά ελληνικού. (Γιάννη Τσαρούχη,“Αγαθόν το εξομολογείσθαι”, σελ.250, Εκδόσεις Καστανιώτης, 1986).

Από τις εκδόσεις Fagottobooks κυκλοφορεί το βιβλίο του Ν. Κονδυλάτου Η Λευκάδα αύριο που πραγματεύεται τον τρόπο ανάπτυξης της Λευκάδας τα τελευταία 40 χρόνια και ιδιαίτερα τα προβλήματα του χώρου.