«Επτανησιακό φως – Σολωμική μεταφυσική και ιστορική πραγματικότητα»

Σπύρος Βρεττός

Παγκόσμια ημέρα ποίησης, 21η Μαρτίου 2019

«Επτανησιακό φως – Σολωμική μεταφυσική και ιστορική πραγματικότητα»

Παρακολουθούσα για χρόνια την επενέργεια του φωτός της Επτανήσου στην ποιητική δημιουργικότητα.

Είδα το φως αυτό να επηρεάζει άμεσα την καλλιτεχνική δημιουργία σε περιοχές, όπου η φύση και το συνολικό φυσικό κάλλος δημιουργούν στιγμές τέχνης. Έτσι, η λαϊκή ποίηση υπάρχει και ευδοκιμεί σε σημεία εξαίρετου φυσικού κάλλους και ασταμάτητου καλλιτεχνικού γίγνεσθαι, σε ορεινές μέσα στο φως περιοχές με ανοιχτόν ορίζοντα, ενώ απουσιάζει από άλλες λιγότερο ευνοημένες, που βρίσκονται σε σκοτεινά κι ανήλια μέρη, σε χαράδρες, όπου η ματιά του ανθρώπου στενεύει και περιορίζεται.[1]

Το φυσικό αυτό σύμπαν – όπου το φως[2] αποτελεί βασικό στοιχείο της ποιητικής του ουσίας, που το μεταμορφώνει διαρκώς σε μια μεγαλοφυή, κάποτε μη υλοποιήσιμη ενδεχομένως από την τέχνη ποικιλία μεταβολών, (που εμπεριέχουν κάτι από την αθανασία της τέχνης), επηρεάζει άμεσα τη γένεση της Σολωμικής ποίησης.

Θεωρώ σημαντική την παρατήρηση του Ιακώβου Πολυλά για την επήρεια στο Σολωμό, από το ξεκίνημα του κιόλας, της επτανησιακής φύσης: «Ήδη τον έχει αρπάξει όλον η ποίηση, προς την οποία μακρόθεν αισθάνθηκε σφορδρά τα πρώτα ορμήματα της ψυχής του. Προτού ακόμη μεταβεί εις την Ιταλία, μιαν ημέρα ενώ επεριδιάβαζε εις την εξοχήν μ’ έναν ομήλικον του, και έξαφνα ακούσθηκε το λάλημα μιας φλογέρας, άστραψε εις την φαντασία του η εξωτερική φύση μ’ όλη την ήμερη χάρι, πώχει εις το μητρικό νησί του, τόσο ώστε εγύρισε προς τον σύντροφον του και τον ερώτησε: «Τι αισθάνεσαι;» «Τίποτε», του αποκρίθηκε εκείνος, ψυχρότης την οποίαν ο ποιητής έμελλε ν’ απαντήσει συχνά εις το δρόμο της ζωής του, όταν εζητούσε από τους άλλος ενθουσιασμόν ανάλογο με τη φλόγα της καρδιάς του. Τουτοιοτρόπως, επρωτάκουσε τη μυστηριώδη φωνή, με την οποία η φύση σιγανά προσκαλεί τον γεννημένο ποιητή εις ταις αγναίς αγκάλαις της, να γένει ο καλύτερος αυτής ερμηνευτής. Με όμοιαν ετοιμότητα άνοιξε ο νους του εις τα κάλλη της Τέχνης…».[3]

Το φυσικώς περιέχον αποτελεί πηγή ζωής, ηθικής επενέργεια, φυσικό και μεταφυσικό είναι ως να συγχωνεύονται.[4] Ως ζων έργο τέχνης παραπέμπει στο επέκεινα του αμετάβλητου κόσμου των ιδεών. Το φυσικώς περιέχον συντίθεται σε έργο τέχνης και παίρνει νόημα από μια μεταφυσική ζώσα στη σκέψη του ποιητή, [5] όπου και το φως – πιστεύω το επτανησιακό φως – φαίνεται να διεκδικεί πρωτεύοντα ρόλο.

Από τον «Ύμνο εις την Ελευθερίαν», όπου και η ιστορική πραγματικότητα έχει την άμεση απήχησή της που διήκει σε όλο το σολωμικό έργο, το φως, φυσικό και μεταφυσικό, αναδεικνύεται σε πηγή ζωής αέναη, η ελευθερία ενυπάρχει μέσα στο φως:

94

Α! το φως που σε στολίζει
σαν ηλίου φεγγοβολεί
και μακρόθεν σπινθηρίζει
δεν είναι όχι από τη γη.

95
Λάμψιν έχει όλη φλογώδη
χείλος, μέτωπο, οφθαλμός
φως το χέρι, φως το πόδι
κι όλα γύρω σου είναι φως.

Ήδη από την Ode per la prima messa, (Ωδή για πρώτη λειτουργία), όπου συντίθεται σε ποίηση η δημιουργία του κόσμου και ειδικότερα η δημιουργία του φωτογόνου Ήλιου – και όπου ενυπάρχει η πιο καίρια, αισθητικώς εναρμονισμένη διαλεκτική (φυσικού και μεταφυσικού) φωτός και σκότους καθώς και η ταύτιση του θείου λόγου – ηλιακού φωτός – το φως είναι κυρίαρχο:

Ανάμεσα στου κόσμου την σιωπή, είπεν ο Θεός από ψηλά
Γεννηθήτω ο ήλιος. Κι επλημμύρισε με φως τ’ ατέλειωτο διάστημα,
ζεστός από την παντοδύναμη προσταγή ο Ήλιος.
Αφότου φωτίζει τον Κόσμο, ποιο θαύμα είδε ποτέ του
πιο όμοιο με τα λόγια Σου;
…………………………………………………………

Θαυμάσια έργα, που έξω από τη σκιά των αιώνων
Υμνούν την υψηλή δύναμιν Εκείνου, που βρίσκεται
σε βαθειάν άβυσσο φωτός, όπου ο νους δεν εισχωρεί!
…………………………………………………………

Μα από ολόπυκνα σκότη βλέπω τέτοιον ωκεανό,
που δεν έχει τέλος.
…………………………………………………………

Όλο το Ουράνιο κενό να, βλέπω ξαφνικά ν’ αναπληρώσει
ένας ωκεανός ανήσυχου φωτός ….[6]
Έτσι, ενδεχομένως κατανοούμε πληρέστερα την απαρχή των Ελεύθερων Πολιορκημένων[7]:
Το χάραμα επήρα
του Ήλιου το δρόμο
κρεμώντας τη λύρα
τη δίκαιη στον ώμο.

…………………….

Στίχοι φωτός και ζωής από τους Ελεύθερους Πολιορκημένους, (όχι αρυτίδωτοι από την απειλή του σκότους – θανάτου):

Β’ 14: Π’ άστραψε γέλιο αθάνατο, παιχνίδι της χαράς του
‘στο φως της καλοσύνης του, ‘ς το φως της ομορφιάς του.

Β’ 16: Μ’ όλον που τότε ασάλευτος ‘ς του νου μ’ ο νιος εστήθη
Κ’ είχε τον ήλιο ασάλευτο και το φεγγάρι αστήθη.

Β’ 17: Κι άνθιζε μέσα μου η ζωή μ’ όλα τα πλούτια πώ’χει
Β’ 37: Οπού ν’ ερμιά και σκοτεινιά και του θανάτου σπίτι
Β’ 39: Χτες πρωτοχάρηκε το φως και τον γλυκόν αέρα.
Β’ 41: Ολίγο φως και μακρινό σε μέγα σκότος κ’ έρμο
Β’ 44: Φως που πατεί χαρούμενο στον Άδη και τον Χάρο

Γ. (Απόσπασμα 8)

8) Τα μάτια δείχνουν έρωτα για τον απάνου κόσμο

Και ‘ς τη θωριά του είν’ όμορφο το φως και μαγεμένο!

Περιδιαβαίνοντας προχτές την ορεινή Λευκάδα με θέα προς το Ιόνιο – τους Παξούς και την Κέρκυρα – μακρινό περίγραμμα – με τα βουνά της Ηπείρου απέναντι – βουνά της απαρασάλευτης ελευθερίας – και τον ήλιο του Μαγιού να πυρπολεί με φως το θαμπό γλαυκό πάνω από τη θάλασσα, σκεφτόμουν και πάλι την Ωδή για πρώτη λειτουργία και μαζί το φως των Ελεύθερων Πολιορκημένων:

«Φως που πατεί χαρούμενο στον Άδη και τον Χάρο».

Και παρόλο που ήξερα πως άγγιζα διαφορετικές ποιότητες στίχων και φωτός, στη διαπερατότητα του μεταφυσικού από το φυσικό και του φυσικού από το μεταφυσικό, αυτό το χαρούμενο φως που οδηγεί – κατά το Σολωμό – στην κατανίκηση του θανάτου και στην αθανασία της ζωής. Η ποίηση του επιβεβαιώνει την νίκη.

Ελάχιστα μόνο θα μιλήσω για τέχνη: «Το ποίημα ας έχει ασώματη ψυχή, η οποία απορρέει από το Θεό…»,[8] παρατηρεί ο Σολωμός.

Αυτό το «ασώματη ψυχή», μου θυμίζει τις απόψεις του Wassily Kandinsky: «Το έργο της τέχνης και η δημιουργία του υπακούει στους νόμους της «εσωτερικής αναγκαιότητας» είναι ένα ζωντανό ον, «εμψυχωμένο από μια πνευματική πνοή».[9] Αλλά και το θαυμαστό του Ροντέν: «Ω Αφροδίτη της Μήλου! Ο θαυματουργός τεχνίτης που σε έπλασε μπόρεσε να σου μεταδώσει το προίκισμα της γενναιόδωρης φύσης, το ρίγος της ίδιας της ζωής!»,[10] τις απόψεις του Νίκου Σκαλκώτα στο σύντομο θεωρητικό του κείμενο «Αρμονία και Αντίστιξη»,[11] τις απόψεις πολλών μεγάλων δημιουργών για την «αυθεντική πνοή ζωής» που παίρνουν οι λέξεις,[12] το μάρμαρο, το χρώμα, οι νότες… μετουσιωμένες σε τέχνη, ώστε ν’ ακτινοβολούν, ως για την αιωνιότητα, στον ευαισθητοποιημένο – και στο λιγότερο ευαισθητοποιημένο – δέκτη προκαθορίζοντας, ως ένα βαθμό, και την αποστολή της τέχνης. «Η τέχνη δεν είναι δημιουργία χωρίς σκοπό, αλλά δύναμη που εξυπηρετεί την ανάπτυξη και την ευαισθητοποίηση της ανθρώπινης ψυχής».[13]

……………………………                ……………………………..

Πέρ’ από τις έννοιες της διαλεκτικής του φωτός προς το σκότος, και του φωτός προς το φως – του επτανησιακού και του φωτός της Δυτικής Ελλάδας, υπεισέρχεται και η έννοια μιας άλλης διαλεκτικής καθώς βασική υποδομή  της Σολωμικής ποίησης είναι η ιστορία, στην τοπική και στην παγκόσμια της διάσταση.

Από τον «Ύμνο εις την Ελευθερίαν» ήδη, μέσα σε εικόνες εξαιρετικής αγριότητας η ελευθερία ζητάει την πραγμάτωση της στον αντικειμενικό κόσμο, εντείνοντας το φονικό ως τ’ ακρότατα όρια, καθώς η απελπισία οδηγεί στην ασύγκριτη βία:

64
Κοίτα χέρια απελπισμένα
Πως θερίζουνε ζωές!
Χάμου πέφτουνε κομμένα
Χέρια, πόδια, κεφαλές.

65
Και παλάσκες και σπαθία
Μ’ ολοσκόρπιστα μυαλά
Και μ’ ολόσχιστα κρανία
Σωθικά λαχταριστά.

Εικόνες φρίκης και τρόμου! Τόσο που ο ίδιος ο ποιητή καθώς η ευαισθησία του η προσωπική – ακόμα και η έννοια της αισθητικής – διεγείρονται μέσα του αναγκαζόταν να αναφωνήσει, αντιτιθέμενος στο, ως για την αιωνιότητα, φονικό:

66
Προσοχή καμία δεν κάνει
Κανείς, όχι, εις τη σφαγή.
Πάντα πάντα εμπρός! Ω! φθάνει.
Φθάνει έως πότε οι σκοτωμοί;

Αντίσταση, επανάσταση, ελευθερία, πολιτικές πραγματώσεις και τέχνη; «Κάμε ώστε ο μικρός Κύκλος μέσα και στον οποίο κινείται η πολιορκημένη πόλη, να ξεσκεπάζει εις την ατμόσφαιρα του τα μεγαλύτερα συμφέροντα της Ελλάδας, για την υλική θέση όπου αξίζει τόσο για εκείνους οπού θέλουν να τη βαστάξουν, όσο και για εκείνους οπού θέλουν να την αρπάξουν – και για την ηθική θέση, τα μεγαλύτερα συμφέροντα της Ανθρωπότητας. Τουτοιοτρόπως η υπόθεση δένεται με το παγκόσμιο σύστημα».[14]

Την προέκταση της Σολωμικής ελευθερίας – και ό,τι θα μπορούσε ν’ αποκαλέσουμε συναίσθηση δικαιοσύνης, δημοκρατικότητας ή και ηθικοποίησης της κοινωνίας, παρά την όποια αφορμή γράφηκε το ποίημα[15] – επαρκώς φωτίζει το σατιρικό «Το όνειρο». (Η αναφορά είναι για Ζακυνθινό άρχοντα).

(α)
Όταν έπλασαν τα χέρια
Που σκορπίσανε τ’ αστέρια
Του θνητού τα σωθικά
Και τα πλάσανε καλά,
Πρώτ’ απ’ όλα τ’άλλα πάθια
Τσου έχουν βάλει τη Συμπάθεια.

(β)
Και την έδιωξες εσύ
Σαν τη χήρα τη φτωχή
Απ’ τη νιότη σου την πρώτη
Για να βάλεις τη σκληρότη
Αυτή σώλεε να ζητάς
Το ψωμί της φτωχουλιάς
Και το διάφορο να θες
Τρεις και τέσσαρες φορές.

…………………………………..

(γ)
Κ’ έτσι δα, με τέτοιους φόνους,
Για σαράντα πέντε χρόνους
Παντελώς δεν είναι θάμα
Αν εσύ φθασες να κρύψεις
Απ’ τους φόβους για να λείψεις
Το σωρό του χρυσαφιού σου
Και ‘ς ταις τράβαις του σπιτιού σου,

(δ)
Μα της φτώχειας η κατάρα
Δυστυχότατη τρομάρα
Θα πλακώσει την ψυχή σου
Σαν η πλάκα το κορμί σου
Κοίτα αν είν’ Δικαιοσύνη
Εκεί πάνου για να κρίνει
………………………………
Κι έτσι μ’ όλο σου τ’ ασήμι
Μνέσκεις άκλαφτο ψοφίμι. [16]

Είναι φανερό ότι η έννοια της ελευθερίας του Δ. Σολωμού, έννοια πολύμορφης παρουσίας στο σύνολο του έργου του, στη συνείδηση του πραγματώνεται από μία πληρότητα ζώντων στοιχείων που αναπτύσσονται, ας μου επιτραπεί ο όρος, σε μία πληρότητα διαλεκτικής.

Η μεταφυσική του άλλωστε πλήρωση – και η συνολική πλήρωση – (και η ποιητική του δημιουργία) συγκροτείται από πληθύ στοιχείων, της δυτικής φιλοσοφίας, του χριστιανισμού αλλά και της λαϊκής παράδοσης και του λαϊκού πολιτισμού γενικότερα.[xvii]

Ελευθερία, διαρκώς μαχόμενη, που σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί έννοια μιας ιδεατής και μόνο πραγμάτωσης. Ή απλώς μιας ηθικής νίκης και πολύ περισσότερο έννοια αυτοκαταστροφής! Ή, προεκτείνοντας τα πράγματα ως τις μέρες μας, πλασματική έννοια μιας αθέατης, απόλυτης! υποδούλωσης των «ανελεύθερων πολιορκημένων» του παρόντος και του μέλλοντος χρόνου. Απεναντίας, παραμένει διαρκώς μαχόμενη, ζώσα πηγή ελπίδας αντικειμενικών πραγματώσεων, για την απελευθέρωση του ανθρώπου.

Στο τελευταίο αυτό έγκειται, ενδεχομένως – η σημασία της – είναι ένα από τα στοιχεία της διαρκούς επικαιρότητας του ποιητή – του ζωτικού φωτός της Επτανήσου – ή και της διαρκούς επικαιρότητας της ποίησης, ως για την αιωνιότητα.

Σπύρος Βρεττός,
Συγγραφέας, Δ/φ

[1]. Βλ. Σπύρου Βρεττού, Οι λαϊκοί ποιητές της Λευκάδας, (1900-1985) ως κοινωνικό φαινόμενο, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1990, σ.64-67.

[2]. Φως, ηλεκτρομαγνητικά κύματα στην περιοχή των συχνοτήτων που γίνονται αντιληπτά από το ανθρώπινο μάτι.

[3]. Βλ. Δ. Σολωμού, Άπαντα τα ευρισκόμενα ελληνικά ποιήματα, τα ευρισκόμενα Ιταλικά ποιήματα, ο διάλογος και τα προλεγόμενα Ιακώβου Πολυλά. «Φιλολογική», Θεσσαλονίκη, 1962, σ.6.

[4]. «Φύση – πολιτισμός, παρατηρεί ο Ερατοσθένης Γ. Καψωμένος, εμφανίζονται στο Σολωμό ως μια ισοδυναμία θετικά σημασιοδοτημένη η οποία αντιστοιχεί σε μια σχέση αρμονίας ανάμεσα στον άνθρωποι και τη φύση. Σε επίπεδο εικονοπλασίας, η φύση αποτελεί ένα ενδοκοσμικό παράδεισο, που εξασφαλίζει την πληρότητα και την ευδαιμονία των όντων. Σε επίπεδο αφηγηματικής δράσης, η σχέση αυτή εκδηλώνεται ως οντολογική ροπή «συμπάθειας» που ωθεί τον άνθρωπο σε βαθιά επικοινωνία με τη φύση, σε μια μακάρια ταύτιση μαζί της. Σε αξιολογικό επίπεδο εκφράζεται ως σχέση ταυτότητας μεταξύ φυσικών και ανθρώπινων αξιών. Ο άνθρωπος εμφανίζεται ομοούσιος προς τη φύση ως προς τις κοινές κατηγορίες του κάλλους και του αγαθού. Η αντίληψη αυτή παίρνει κοσμοθεωρητικές διαστάσεις με τη συγχώνευση φυσικής και μεταφυσικής περιοχής. (Ερατοσθένης Γ. Καψωμένος: Το ποιητικό σύμπαν του Σολωμού, «Η λέξη», 142, σ. 660-661).

[5]. Αυτή η μεταφυσική βρίσκει τη θεωρητική της έκφανση στους Ελεύθερους Πολιορκημένους: «Μελετήστε καλά της φύση της ιδέας και το υπερφυσικό και γεννητικό βάθος της ας πετάξει έξω το φυσικό μέρος, και τούτα ας τεθεί αβίαστα εις όργανα εθνικά». Βλ. Δ. Σολωμού Άπαντα τα ευρισκόμενα, ό.π., σ. 261.

[6]. Η μετάφραση από τα ιταλικά του Ν. Β. Τωμαδάκη.

[7]. Σχεδίασμα Α’, (ό.π., σ. 265).

[8]. Δ. Σολωμού, Άπαντα τα ευρισκόμενα, ό.π., σ. 262.

[9]. Wassily Kandinsky: Για το πνευματικό στην τέχνη, Νεφέλη 1981, σ. 27.

[10]. Μαρίνα Λαμπράκη – Πλάκα: Ο Ροντέν και η Αρχαία ελληνική τέχνη, Νεφέλη 1985, σ. 40.

[11]. Βρίσκεται στο αρχείο Νίκου Σκαρλώτα, (Ίδρυμα Χουρμούζιου – Παπαϊωάννου, Φανερωμένης 19, Χολαργός. Την πληροφορία οφείλω στον κ. Michel Bichel που καταγράφει το συνολικό έργο του Νίκου Σκαλκώτα).

[12]. Απορία που εκφράζει και ο Μπέρξον για το πώς συντελείται η θαυμαστή αυτή πράξη.

[13]. «Η τέχνη δεν είναι δημιουργία χωρίς σκοπό, αλλά δύναμη, που εξυπηρετεί την ανάπτυξη και την ευαισθητοποίηση της ανθρώπινης ψυχής». Wassily Kandinsky, ό.π., σ.27. Και «φως στα βάθη της ανθρώπινης καρδιάς να στείλει τον καλλιτέχνη το επάγγελμα, λέει ο Σούμαν», ό.π., σ.39.

[14]. Δ. Σολωμού, Άπαντα τα ευρισκόμενα, ό.π., σ. 262-265.

[15]. Βλ. τις απόψεις του Ν.Β. Τωμαδάκη: Διονύσιος Σολωμός, Βασική Βιβλιοθήκη «Αετός» Α.Ε., Αθήναι, σ. κς’.

[16]. Π.ρ.β. και το: Εις μεγιστάνα, Δ. Σολωμού: Άπαντα τα ευρισκόμενα, ό.π., σ.332.

[17]. Βλ. Μ.Γ. Μερακλή, Λαογραφικά σχόλια στο Σολωμό, «Η λέξη», 142, σ. 749 κ.ε..