Φρόυντ: Η δυσφορία μέσα στον πολιτισμό

«Όλα αυτά με τα οποία προσπαθούμε να  προστατευτούμε από την απειλή που εκπέμπουν οι πηγές του πόνου ανήκουν στον ίδιο ακριβώς τον πολιτισμό»

«Η έρευνά μας για την ευτυχία δεν μας έχει  μάθει προσώρας τίποτα που δεν είναι ευρέως γνωστό. Ακόμη κι όταν τη συνεχίζουμε με το ερώτημα γιατί είναι τόσο δύσκολο για τους ανθρώπους να είναι ευτυχισμένοι, η προοπτική να μάθουμε κάτι καινούργιο δεν είναι τόσο μεγάλη. Έχουμε ήδη δώσει την απάντηση, αφού ήδη μνημονεύσαμε τις τρεις πηγές από τις οποίες προέρχονται τα βάσανά μας: την υπεροχή της φύσης, την αδυναμία του σώματός μας, και τις ατέλειες των θεσμών που ρυθμίζουν τις αμοιβαίες σχέσεις των ανθρώπων στην οικογένεια, το Κράτος και την κοινωνία.

Σε σχέση με τις δύο πρώτες, η κρίση μας δεν μπορεί να ταλαντεύεται περισσότερο· μας αναγκάζει να αναγνωρίσουμε αυτές τις πηγές πόνου και να παραδοθούμε στο αναπότρεπτο. Δεν θα κυριαρχήσουμε ποτέ ολότελα  πάνω στη φύση, ο οργανισμός μας, κομμάτι κι ο ίδιος αυτής της φύσης, θα παραμείνει πάντα ένα πρόσκαιρο, ένα περιορισμένης προσαρμογής και απόδοσης μόρφωμα. Η επίγνωση αυτή δεν λειτουργεί παραλυτικά· τουναντίον, κατευθύνει τη δραστηριότητά μας. Δεν μπορούμε να εξαλείψουμε όλα τα βάσανά μας, αλλά μπορούμε να εξαλείψουμε πολλά από αυτά, ενώ κάποια άλλα να τα ανακουφίσουμε- η εμπειρία χιλιάδων χρόνων μάς το έχει αποδείξει.

Διαφορετικά συμπεριφερόμαστε με την τρίτη πηγή, την κοινωνική πηγή του πόνου. Δεν θέλουμε να την παραδεχτούμε, δεν μπορούμε να αντιληφθούμε γιατί οι θεσμοί που οι ίδιοι δημιουργήσαμε δεν θα έπρεπε να μας προστατεύουν και να μας ωφελούν περισσότερο. Εξάλλου, όταν σκεφτόμαστε πόσο άσχημα έχει λειτουργήσει το ζήτημα της πρόληψης του πόνου, εγείρεται η υποψία ότι πίσω του μπορεί, επίσης, να κρύβεται ένα κομμάτι της ακατανίκητης φύσης, δηλαδή της δικής μας ψυχικής κατασκευής.

Καθώς ασχολούμαστε με τούτη την πιθανότητα, συναντάμε μια τόσο εκπληκτική άποψη, στην οποία θα θέλαμε να σταματήσουμε για λίγο. Σύμφωνα με αυτήν ένα μεγάλο μέρος ευθύνης για την αθλιότητά μας φέρει ο αποκαλούμενος πολιτισμός, που, αν τον αρνούμασταν και επιστρέφαμε στις πρωτόγονες σχέσεις, θα ήμασταν πιο ευτυχισμένοι. Τη λέω εκπληκτική, διότι –όπως και αν θέλουμε να ορίσουμε την έννοια πολιτισμός– όλα αυτά με τα οποία προσπαθούμε να  προστατευτούμε από την απειλή που εκπέμπουν οι πηγές του πόνου ανήκουν στον ίδιο ακριβώς τον πολιτισμό».

«Τα τελευταία χρόνια οι άνθρωποι έκαναν εξαιρετικές προόδους στις φυσικές επιστήμες και στις τεχνικές τους εφαρμογές, η κυριαρχία τους επί της φύσεως εδραιώθηκε σε έναν αδιανόητο προηγουμένως βαθμό. Τα καθέκαστα αυτών των προόδων είναι κοινώς γνωστά, και περιττεύει να τα απαριθμήσουμε. Οι άνθρωποι περηφανεύονται γι’αυτά τα επιτεύγματα, και όχι αδίκως. Όμως φαίνεται πως έχουν αντιληφθεί ότι η νεοαποκτηθείσα εξουσία επί του χώρου και του χρόνου, η υποταγή των φυσικών δυνάμεων, εκπλήρωση χιλιόχρονων πόθων, δεν αυξάνει τον βαθμό ικανοποίησης της απόλαυσης που προσδοκούν από τη ζωή, δεν τους προσφέρει περισσότερο ευτυχισμένα συναισθήματα».

«Φαίνεται βέβαιο ότι δεν νιώθουμε καλά μέσα στον σημεριινό πολιτισμό μας, αλλά είναι πολύ δύσκολο να κρίνουμε αν και σε ποιον βαθμό οι άνθρωποι προηγούμενων εποχών αισθάνονταν ευτυχέστεροι και κατά πόσο συνέβαλλαν σ’ αυτό οι πολιτισμικές συνθήκες. Θα έχουμε πάντα την τάση να αντιλαμβανόμαστε την αθλιότητα αντικειμενικά, δηλαδή να μεταφερόμαστε με την ευαισθησία και τις απαιτήσεις μας σ’ εκείνες τις συνθήκες και, κατόπιν, να αναζητούμε τις αφορμές που θα βρίσκαμε σ’ αυτές για συναισθήματα ευτυχίας ή δυστυχίας. Τούτος ο τρόπος παρατήρησης, που φαίνεται αντικειμενικός, διότι παραβλέπει τις παραλλαγές της υποκειμενικής ευαισθησίας, είναι φυσικά, και ο πλέον υποκειμενικός που μπορεί να υπάρξει, εφόσον κάποιος τοποθετεί στη θέση όλων των άλλων άγνωστων ψυχικών ιδιοσυγκρασιών τη δική του.

Όμως, η ευτυχία είναι κάτι τελείως υποκειμενικό. Τρομάζουμε ακόμη απέναντι σε ορισμένες καταστάσεις, όπως αυτή του αρχαίου σκλάβου της γαλέρας, του αγρότη κατά τον Τριακονταετή πόλεμο, του θύματος της Ιεράς Εξέτασης, του Εβραίου που περίμενε το πογκρόμ. Αλλά μας είναι αδύνατον να προσεγγίσουμε εσωτερικά αυτούς τους ανθρώπους, να μαντέψουμε τις μεταβολές που η αρχική απάθεια, η σταδιακή άμβλυνση, η αναστολή των προσδοκιών, οι τραχύτεροι ή λεπτότεροι τρόποι νάρκωσης της ευαισθησίας τους για συναισθήματα ευχαρίστησης ή δυσαρέσκειας έχουν επιφέρει. Σε περίπτωση ακραίας πιθανότητας πόνου ενεργοποιούνται και κάποιοι προστατευτικοί ψυχικοί μηχανισμοί. Μου φαίνεται άσκοπο να συνεχίσουμε παραπέρα τούτη την πλευρά του ζητήματος.

Αποσπάσματα από το βιβλίο του Σίγκμουντ Φρόυντ, Η δυσφορία μέσα στον πολιτισμό, εκδ. Πλέθρον. Ο Σίγκμουντ Φρόυντ ήταν γερμανός Αυστριακός ιατρός, φυσιολόγος, ψυχίατρος και θεμελιωτής της ψυχαναλυτικής σχολής στον τομέα της ψυχολογίας. Αναγνωρίζεται ως ένας από τους πλέον βαθυστόχαστους αναλυτές του 20ου αιώνα που μελέτησε και προσδιόρισε έννοιες όπως το ασυνείδητο, την απώθηση και την παιδική σεξουαλικότητα. Οι επιστημονικές θεωρίες του Φρόυντ και οι τεχνικές θεραπείας που ανέπτυξε θεωρήθηκαν ιδιαίτερα καινοτόμες και αποτέλεσαν αντικείμενα έντονης αμφισβήτησης όταν παρουσιάστηκαν στη Βιέννη του 19ου αιώνα. Ωστόσο και σήμερα συνεχίζουν να εγείρουν έντονο προβληματισμό και αντιπαραθέσεις. Η επίδραση του Φρόυντ δεν περιορίστηκε μόνο στην ψυχολογία και την ψυχιατρική, αλλά ταυτόχρονα απλώθηκε σε πολλούς τομείς της επιστήμης (ανθρωπολογία, κοινωνιολογία, φιλοσοφία) και της τέχνης.

Πηγή