Δημήτρης Κουρέτας: ο Έλληνας που ψήφισαν έξι Νομπέλ!

Κεντρική εικόνα: Ο Δημήτρης Κουρέτας στο εργαστήριο του, στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Από τα Προσφυγικά της Πάτρας στο Χάρβαρντ και, τώρα, στην Παγκόσμια Ακαδημία Επιστημών. Με ψήφους από έξι διάσημους νομπελίστες. Για τον καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, που βρήκε τρόπο να μετατρέπει τα γεωργικά απόβλητα σε πολύτιμη διατροφή. Και έκανε την έρευνα στόχο ζωής

Από τον Παύλο Ηλ. Αγιαννίδη

Στο… βιοχημικό, καθηγητικό του γραφείο στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας κρατάει πάντα σε περίοπτη θέση μία φωτογραφία του από το 1969. Είναι βουτηγμένος στις λάσπες και τραβάει από το σορτς έναν παίκτη της Παναχαϊκής, λίγο μετά την νίκη επί του πρωταθλητή της Β’ Εθνικής, Φωστήρα, η οποία ανέβασε την ιστορική ομάδα της Αχαϊας στην Α’ Εθνική. Ο καθηγητής Δημήτρης Κουρέτας είναι – «τώρα και πάντα» – παθιασμένος οπαδός της Παναχαϊκής και το δηλώνει, άλλωστε. Από τότε που ο πατέρας του, αστυνομικός υπεύθυνος για την φύλαξη των παικτών της Παναχαϊκής, τον πήγε σε εκείνο και άλλα ματς της αγαπημένης του ομάδας, στην Πάτρα.

Όμως, είναι ακόμη πιο παθιασμένος οπαδός της επιστημονικής έρευνας δια βίου. Και αυτό όχι μόνον το δηλώνει, αλλά φαίνεται και από τα επιτεύγματά του. Κάπου 6.000 αναφορές στο επιστημονικό του έργο (όταν πανεπιστήμια έχουν το πολύ 200!) και μια επίμονη και επίπονη έρευνα έκαναν έξι διάσημους νομπελίστες, τις προάλλες, να επιλέξουν τον Έλληνα καθηγητή στο περιφερειακό πανεπιστήμιο ως μέλος της Παγκόσμιας Ακαδημίας Επιστημών (The World Academy Of Sciences – TWAS). Διάκριση ζηλευτή από έναν παγκόσμιο οργανισμό, με έδρα την Τεργέστη, που αριθμεί 1.000 επιστήμονες, πολλούς νομπελίστες, από 70 χώρες. Η δε επιστημονική επιτροπή που επέλεξε τον καθηγητή Δημήτρη Κουρέτα αποτελείται από τους κατόχους βραβείων Νόμπελ στην Φυσική, την Ιατρική, τη Χημεία: τον Αμερικανό αστροφυσικό και κοσμολόγο, εξερευνητή της «μαύρης μάζας» Τζορτζ Φιτζέραλντ Σμουτ, το Γερμανό βιοφυσιολόγο Έρβιν Νέχερ, βραβευμένο για τη δουλειά του πάνω στα ιοντικά κανάλια των κυττάρων, το Γερμανό βιοχημικό Χάρτμουτ Μίχελ (αποκάλυψε τον ρόλο της αδενοσίνης στη φωτοσύνθεση), τον Αμερικανό πρωτοπόρο βιοχημικό και ειδικό της φαρμακολογίας Φερίντ Μουράντ Ferid, ο οποίος κατέδειξε τον ρόλο των νιτρικών στο καρδιοαγγειακό σύστημα, τον επίσης ειδικό στην φαρμακολογία με καταγωγή από την Ονδούρα και τη Βρετανία Σερ Σάλβαντορ Μονκάδα, που προέκτεινε την προηγούμενη έρευνα στον πόλεμο κατά του καρκίνου και Sir Salvador Moncada (Nobel Prize in Medicine) και τον Πολωνό ενδοκρινολόγο Άντριου Βίκτορ Σκάλι, πρωτοπόρο στην έρευνα των ορμονών στην υπόφυση.

Αυτό είναι απλώς ένας σημαντικός σταθμός σε μια πολυκύμαντη διαδρομή που πέρασε από την Πάτρα, τη Θεσσαλονίκη, το περίφημο Χάρβαρντ στις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Λάρισα. Και από τη Φαρμακευτική (στο Πανεπιστήμιο Πατρών) στην ενζυμολογία – βιοχημεία (ως διδακτορικό στο Χημικό του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου), στη μεταδιδακτορική έρευνα πάνω στην Μοριακή Φαρμακολογία (στο αμερικανικό πανεπιστήμιο) και, πλέον, στη Φυσιολογία Ζωικών οργανισμών – Τοξικολογία (στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας).

Το παιδί από τα Προσφυγικά της Πάτρας, γόνος ενός Μεσσήνιου (από ένα χωριό της Πύλου) και μιας Μικρασιάτισσας (με καταγωγή από την Σμύρνη) αποτιμά σήμερα στα θετικά του εκείνη την μικρή, φτωχική, κοινωνία. «Όταν ζεις σε ένα μικρό μέρος, δεν μπορείς να κάνεις κάτι κακό, διότι πιο εύκολα το πληρώνεις», μου εξηγεί. «Πρέπει να είσαι και μαθαίνεις να είσαι ευθύς και έντιμος. Και να μην χρησιμοποιείς τεχνάσματα επιβίωσης». Όπως και όταν βρίσκεσαι, όπως εκείνος, σε ένα πανεπιστήμιο όπως το Χάρβαρντ, όπου «ο ουρανός είναι το μόνο όριο», το ίδιο το περιβάλλον μπορεί να σου αλλάξει πολύ την προσωπικότητά σου. Να σε κάνει να πιστέψεις πολύ στον εαυτό σου, στο καλό μέσα σου και στο καλό που μπορείς να κάνεις. «Αυτά τα δυόμισι χρόνια στο Χάρβαρντ με έκαναν να πιστέψω πως μπορώ, πραγματικά, να δώσω πίσω στην κοινωνία εκείνο που μου έδωσε: τις σπουδές μου, την έρευνά μου. Όπως πίστεψα, τότε ακριβώς, ότι πρέπει να γυρίσω πίσω στον τόπο μου και να προσφέρω».

Στο γραφείο του

Όταν βρέθηκε στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, ακόμη δεν υπήρχε – θυμάται – σχεδόν τίποτα. Τότε ξεκινούσαν να το βάφουν. Ήταν δύο πράγματα που τον οδήγησαν σε αυτή την απόφαση κι ας μην είχε ακόμη δίπλα του την οικογένειά του, την γιατρό σύζυγό του που έμενε μέχρι το 2006 στις Σέρρες, διότι δεν είχε καταφέρει να βρει δουλειά στη Θεσσαλία και την κόρη του: «Ένα ήταν ότι αντιμετωπίζω την ζωή με άγνοια κινδύνου. Το δεύτερο ήταν ότι ήθελα να κάνω κάτι εδώ, καθώς από νωρίς πίστευα ότι η επιστήμη μπορεί να παρέμβει ουσιαστικά σε μια κοινωνία μικρής κλίμακα, όπως η Ελλάδα. Μια χώρα με καταπληκτική βιοποικιλότητα, η δεύτερη στον κόσμο με αυτό. Και ήθελα να συνδέσω την Διατροφή με τον Πολιτισμό και τον Τουρισμό. Να αναδείξω τις ιδιαιτερότητες της δικής μας περιοχής και μέσα από την επιστήμη μου να τους προσδώσω προστιθέμενη αξία»

Η Ελλάδα, πιστεύει, «δεν θα έπρεπε να ασχολείται το Πολυτεχνείο μας, ας πούμε, με την Ρομποτική και με την τεχνολογία, όπως το ΜΙΤ. Θα έπρεπε να ασχολούμαστε περισσότερο, πιστεύω, με τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα. Που είναι και η μεγάλης βιολογικής αξίας ιδιαίτερη διατροφή μας, κάτι που πλέον είναι το αντικείμενό του και τον έφερε ως την Παγκόσμια Ακαδημία Επιστημών. «Τώρα το βρίσκουμε μπροστά μας αυτό. Το να γίνεις εξπέρ στην ρομποτική και να καταλήξεις, ας πούμε στο Βέλγιο, σε καρπώνεται εν τέλει το Βέλγιο. Το ζήτημα είναι να δουλέψεις με τα δικά σου συγκριτικά πλεονεκτήματα. Της πατρίδας σου. Αυτά να αναπτύξεις. Όλα όσα γίνονται εδώ δεν έχουν, δυστυχώς, κανέναν μπούσουλα και κανένα όραμα. Έτσι χάθηκαν πολλές ευκαιρίες. Στην Ελλάδα υπάρχουν μόνον θύλακες, που έχουν προκύψει πρόχειρα ή ατομικά».

Ο ίδιος ήταν πάντα ένα επίμονο παιδί που σκεφτόταν «έξω από το κουτί», όπως μου λέει χαρακτηριστικά. Και μου δίνει ένα παράδειγμα. Πριν τρεις μήνες, σε μία κατάμεστη αίθουσα συνεδρίου, όπου βρέθηκε με έναν φίλο του. Και δεν υπήρχε καρέκλα κενή. Στο βάθος είδε ένα πιάνο και σκέφτηκε ότι εκεί θα έχει και ένα κάθισμα. Και επιβεβαιώθηκε. «Μα πως το σκέφτηκες;» ήταν η αντίδραση του φίλου του. Απλώς γιατί έτσι σκέφτεται, πολυμήχανα, ο Δημήτρης Κουρέτας.

Ο αθλητισμός «τον σώζει», λέει ο καθηγητής

Κάπως έτσι έφτασε και στο σημερινό του αντικείμενο που του έφερε διακρίσεις και την προσοχή της παγκόσμιας επιστημονικής κοινότητας. Ελληνικά, με βάση τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα και «έξω από το κουτί». Τι έκανε; Βρήκε τρόπο να εκμεταλλευθεί τα γεωργικά απόβλητα της Ελλάδας έτσι ώστε να φτάσουν να γίνουν διατροφή για ανθρώπους με σοβαρά προβλήματα υγείας, για τους αμέτρητους πρόσφυγες για τους οποίους δεν επαρκεί πάντα η κρατική διατροφή, αλλά και για τα ζώα, των οποίων αυτή η διατροφή αλλάζει την υγεία και το κρέας τους, όπως μου εξηγεί.

Παράλληλα, ανέπτυξε μεθόδους για την αποτύπωση του μεταβολικού προφίλ μας. Σε αυτόν τον καμβά ετοιμάζεται να στήσει στο πανεπιστήμιο μία νεοφυή (start up) εταιρεία, την Foodoxys, με μετόχους τους φοιτητές του, με κεφαλαιακή χρηματοδότηση από ελληνικό fund. Και αυτό με βάση μια πατέντα τους, ένα μηχανάκι αν θέλετε, το Biolab, που με ένα τσίμπημα στο δάχτυλο βρίσκει τα αντιοξειδωτικά στο αίμα και μπορεί να βοηθήσει καθέναν να διορθώσει την διατροφή του, σε καθημερινή βάση. «Θέλω να γίνουμε παράδειγμα και να αποδείξουμε ότι ο ακαδημαϊκός σπόρος μπορεί να γίνει και σπόρος ανάπτυξης».

Ανάμεσα στους φοιτητές του εργαστηρίου του

Παράλληλα, στο εργαστήριό του στη Λάρισα, που μετράει 20 νέους επιστήμονες, στήνουν βάσεις δεδομένων για την βιολογική αξία τοπικών ελληνικών προϊόντων. Μου μιλάει για την βιολογική αξία του κατσικίσιου και του πρόβειου γάλακτος, για το φασκόμηλο, το θυμάρι, τα κεράσια Εδέσσης, το μαύρο σκόρδο…

Την ίδια ώρα, ο καθηγητής Δημήτρης Κουρέτας είναι μέλος στην επιτροπή Εμπειρογνωμόνων της Κομισιόν για τη Διαχείριση Χημικών και Διατροφικών Κρίσεων (European Commission Council of Experts – Risk assessment of chemical threats) και αναπληρωτής εκδότης σε τρεις πολύ έγκυρες διεθνώς επιστημονικές επιθεωρήσεις: «Food and Chemical Toxicology», «Oxidative Medicine and Cellular Longevity» και «Enviromental Research».

Ο επιστήμονας δε που, όπως μου λέει, «άνοιξα τα μάτια μου και βγήκα στην πόλη ύστερα από έξι χρόνια, καθώς μέχρι τότε ήμουν μόνον πανεπιστήμιο – σπίτι, έχει στο ενεργητικό του ήδη τέσσερα βιβλία. Τα «Η επιλογή της χρυσής τομής» (2006), «Πώς να κρυφτείς από τα παιδιά» (2015), με άρθρα του για την κρίση, «Τρώμε και ομορφαίνουμε» (2018 και βρίσκεται ήδη στην Δ’ έκδοση), με τον Ηλία Μαμαλάκη, όπου εξερευνούσε την επίδραση τοπικών συνταγών στην υγεία. Και το τελευταίο του, «Διαλειμματική νηστεία και αποφυγή νόσων», που θα κυκλοφορήσει μέσα στις ημέρες από τις Εκδόσεις Αρμός και θα παρουσιαστεί στη Στοά του Βιβλίου, στις 25 Φεβρουαρίου. Εκεί, εξερευνά την βιολογική βάση της νηστείας, ουσιαστικά εδώ και 35.000 χρόνια. Όταν ο άνθρωπος έτρωγε κυρίως την άνοιξη, το καλοκαίρι και το φθινόπωρο και αποθήκευε στο σώμα του κάπου πέντε κιλά λίπους, ώστε να μπορεί να βγάλει τον χειμώνα που η τροφή εξέλιπε. «Όταν δε έφτασε να μοιράζεται την τροφή του», προσθέτει, «εξελίχθηκε το συναίσθημά του. Αυτή η διαλειμματική νηστεία (σωστή είναι η θρησκευτική) και η αλλαγή διατροφής είναι η βάση της υγείας μας».

Όταν έκανε το διδακτορικό του στη Βιοχημεία, στη Θεσσαλονίκη, ο καθηγητής Ορφέας Αντώνογλου ήταν εκείνος που τον έκανε να σκεφτεί διαφορετικά. Και τον άλλαξε για πάντα. «Με έκανε να σκέφτομαι τον Άνθρωπο. Αν η έρευνα δεν έχει στόχο τον άνθρωπο και το κοινωνικό σύνολο δεν έχει νόημα». Εκείνο που έφτασε στη συνέχεια να ενδιαφέρει τον Δημήτρη Κουρέτα, επίμονα, ήταν «αυτό που υπάρχει από κάτω, όταν ξύσεις την Επιστήμη. Ξέρω ότι είναι μειοψηφικό αυτό, αλλά πάντα ελπίζω ότι θα αποκτήσει μεγαλύτερη απήχηση».

Σύμφωνα με τον κ. Κουρέτα, «αν η έρευνα δεν έχει στόχο τον άνθρωπο και το κοινωνικό σύνολο δεν έχει νόημα»

Κατά τα άλλα, εκείνο που τον σώζει – λέει – «είναι που κάνω δύο ώρες ποδήλατο την ημέρα». Όπως και ότι ανακάλυψε πως μπορεί κάποιος να φτιάξει αντισώματα στον φθόνο που αντιμετωπίζει όταν έρχονται τα πολλά μπράβο. Το παράπονό του είναι ότι δεν έχει χρόνο για να κατεβαίνει συχνά στον τόπο του, στην Πάτρα για να βλέπει φίλους και συγγενείς. Ένα όνειρό του είναι κάποτε να ανεβάσει τους – υπέργηρους – γονείς του στο βήμα και να πείτε «Δείτε, αυτοί με έκαναν». Στους φοιτητές του λέει: «Δεν θέλω να με αγαπάτε. Θέλω να εμπιστεύεστε. Ότι μπορώ να σας προπονήσω για το Τσάμπιονς Λιγκ της Επιστήμης». Εκεί που παίζει ο ίδιος.

Η αγάπη του, η ζωή του εν τέλει, κυρίως και πάνω από όλα, είναι η επιστημονική έρευνα. «Η έρευνα είναι μια διαδικασία που μπορεί να σου αλλάξει την ζωή. Εκείνο που θέλω είναι να είμαι ερευνητής μέχρι τέλους. Κι όταν πεθάνω αυτό ακριβώς να γράψουν στο μνήμα μου: Ερευνητής μέχρι τέλους».

Πηγή