Τζαν Εϊμπραμ στην «Κ»: Συχνά το παιδί εκφοβίζει γιατί το ίδιο νιώθει τρομοκρατημένο

Το Σχέδιο Απομάκρυνσης των παιδιών από το Λονδίνο από τη βρετανική κυβέρνηση κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ονομάστηκε «Επιχείρηση Πολύχρωμος Αυλητής». Η επίπτωση του αποχωρισμού από τους γονείς σε οποιαδήποτε ηλικία, αλλά κυρίως πριν από τα δέκα, είναι τραυματική.

Από την Μαριαλένα Σπυροπούλου

Ενα σημαντικό και επίκαιρο βιβλίο κυκλοφορεί αυτές τις μέρες στα ελληνικά. Ο λόγος για την ελληνική έκδοση του βιβλίου του Βρετανού παιδιάτρου και ψυχαναλυτή Ντ. Γ. Ουίνικοτ με τίτλο «Αποστέρηση και παραβατικότητα» από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη. Τον πρόλογο της αγγλικής και ελληνικής έκδοσης υπογράφει η διδάσκουσα της Βρετανικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας Τζαν Εϊμπραμ (Jan Abram). Η ψυχαναλύτρια με πολυσχιδές και αναγνωρισμένο έργο επισκέφθηκε την Ελλάδα στις 2 Νοεμβρίου. Η «Κ» εξασφάλισε μια συνέντευξη μαζί της.


Το βιβλίο του Ντ. Γ. Ουίνικοτ που κυκλοφορεί αυτές τις μέρες στα ελληνικά.

– Μιλήστε μου λίγο για τα φαινόμενα που παρατήρησε ο Ουίνικοτ κατά την απομάκρυνση παιδιών την περίοδο του πολέμου, πώς μετά αυτή η απομάκρυνση επηρέασε τον ψυχισμό των παιδιών;
– Ο Ουίνικοτ είναι γνωστός για τη ρήση του ότι τα παιδιά που αποχωρίστηκαν τους γονείς τους θα ήταν καλύτερα να είχαν βομβαρδιστεί! Είναι τραγικό να το λέει αυτό κανείς, αλλά ο Ουίνικοτ ήθελε να τονίσει ότι η επίπτωση του αποχωρισμού από τους γονείς σε οποιαδήποτε ηλικία, αλλά κυρίως πριν από τα δέκα, θα ήταν τραυματική και θα δημιουργούσε σημαντική διαφορά στην ψυχολογική τους ανάπτυξη. Το Σχέδιο Απομάκρυνσης των παιδιών από τη βρετανική κυβέρνηση κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ονομάστηκε «Επιχείρηση Πολύχρωμος Αυλητής». Τέθηκε σε εφαρμογή με σκοπό να σωθούν οι ζωές των παιδιών από τους τρομερούς βομβαρδισμούς του Λονδίνου, όμως η άποψη του Ουίνικοτ ήταν πως δεν υπολόγισαν την ψυχολογία των παιδιών και των οικογενειών τους. Το όνομα της επιχείρησης το κραυγάζει. Ο πολύχρωμος αυλητής ήταν υπεύθυνος για τον αποχωρισμό των παιδιών του Χάμλιν, και άφησε τους γονείς αποστερημένους και συντετριμμένους από την απώλεια.

– Τι σχέση έχει η αποστέρηση περιβάλλοντος με την επιθετικότητα, την αντικοινωνικότητα; Πώς συνδέονται;
– Ο Ουίνικοτ έχει πει ότι η αντικοινωνική τάση ήταν ένα σημάδι ελπίδας. Η ψυχανάλυση δίνει έμφαση στη φύση του ασυνειδήτου επειδή μια αντικοινωνική πράξη, όπως για παράδειγμα ένα έγκλημα, ενεργοποιείται από μια ασυνείδητη παρόρμηση του παιδιού εξαιτίας της αποστέρησης. Υπό αυτή την έννοια, η επιθετικότητα που σχετίζεται με την αντικοινωνική πράξη αναδύεται από μια βασική ανάγκη να γίνει κατανοητό ότι κάτι έχει πάει στραβά στο μεγάλωμα του παιδιού. Αυτό θα μπορούσε να ισχύει και για το παιδί το οποίο φαινομενικά είχε μια καλή οικογενειακή βάση. Επομένως, η αντικοινωνική συμπεριφορά έχει σχέση με την πρώιμη ανάπτυξη όταν υπήρξε πραγματικά μια αποστέρηση η οποία πιθανότατα συνδέθηκε με την ψυχολογική αποστέρηση.

– Τι μορφές μπορεί να λάβει μια τέτοια αντικοινωνικότητα;
– Οποιαδήποτε συμπεριφορά η οποία υποχρεώνει το περιβάλλον (που το εκπροσωπούν οι δάσκαλοι, η αστυνομία και όσοι έχουν θέσεις εξουσίας) να προσέξει την πράξη. Αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει κάθε πράξη, από την πιο ήπια, όπως το κλέψιμο μήλων από ένα περιβόλι μέχρι τον φόνο και τις βίαιες επιθέσεις προς ένα πρόσωπο ή προς τους ανθρώπους. Οι ρίζες κάθε μορφής πράξης που επιβάλλει αντίδραση από το περιβάλλον σχετίζεται με την αίσθηση ενός ελλείμματος στο άτομο που έχει ανάγκη να το ακούσουν και να το προσέξουν.

– Αυτό το φαινόμενο μπορεί να λειτουργεί και στις μέρες μας σε περιπτώσεις παιδιών που ασκούν σχολικό εκφοβισμό (bullying);
– Ναι, και αυτό είναι ένα καλό παράδειγμα μιας μορφής της αντικοινωνικής συμπεριφοράς που κάνει τον δάσκαλο να μισεί το παιδί που εκφοβίζει. Πολύ συχνά όμως, το παιδί τείνει να εκφοβίζει γιατί το ίδιο νιώθει τρομοκρατημένο και επομένως το να εκφοβίζει είναι ένα είδος αυτοάμυνας. Το παιδί που εκφοβίζει πολύ συχνά έχει βιώσει τον εκφοβισμό κι έτσι είναι κι αυτή μια συμπεριφορά που μαθαίνεται.


Η διδάσκουσα της Βρετανικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας Τζαν Εϊμπραμ.

– Σε ποια σημεία φαίνεται ότι ένα παιδί, ένας έφηβος έχει βιώσει εγκατάλειψη, ή έχει στερηθεί ένα ασφαλές πλαίσιο;
– Πολλά μπορεί να είναι αυτά τα σημεία, όπως για παράδειγμα όταν ένα παιδί αποσύρεται και είναι ήσυχο. Αυτός είναι ο λόγος που ο Ουίνικοτ λέει ότι η αντικοινωνική πράξη είναι ένα σημάδι ελπίδας. Λέει ελπίδα, γιατί αν είσαι αποσυρμένος, δεν προκαλείς ενόχληση και τα πρόσωπα εξουσίας μπορεί να μην σε προσέξουν. Αν όμως είσαι διαφορετικός μέσα στο περιβάλλον, τότε προκαλείς ενόχληση και αυτό συνιστά μια επικοινωνία από το ασυνείδητο, που ζητεί να την παρατηρήσουν και να την ακούσουν.

– Μπορεί μια κοινωνία να οργανωθεί με τέτοιους όρους; Να σκεφθεί σχετικά με τη μετακίνηση των προσφύγων για παράδειγμα, την περίεξή τους, δηλαδή να τους εντάξει στους κόλπους της μια κοινωνία;
– Ο Ουίνικοτ έχει πει ότι η οργάνωση μιας κοινωνίας μπορούσε να οριστεί με τον ίδιο τρόπο που μπορεί να ορίζεται η ψυχολογική οργάνωση ενός ανθρώπου. Πρόκειται φυσικά για ένα πολύπλοκο θέμα. Ομως, εφαρμόζοντας τις ψυχαναλυτικές θεωρίες, μπορούμε να πούμε ότι μια συγκεκριμένη κοινωνία είναι πιο υγιής από μια άλλη.

Για παράδειγμα, ο Ουίνικοτ θα έλεγε πως μια κοινωνία υπό ολοκληρωτικό καθεστώς είναι μια κλειστή και καταπιεστική κοινωνία. Η εφαρμογή αυτού του συστήματος σε ένα άτομο θα σήμαινε ότι τέτοια άτομα συμπεριφέρονται σαν να έχουν καταληφθεί από μια εσωτερική ολοκληρωτική κοινωνία. Αυτό θα υποδήλωνε ότι ο άνθρωπος έχει έναν πολύ σκληρό δικαστή που καταστρατηγεί τη σκέψη και επιβάλλει συμμόρφωση σε έναν εσωτερικό τύραννο. Αυτό οδηγεί σε προβλήματα ψυχικής υγείας.

Η αποδοχή είναι ένα θέμα ζωτικής σημασίας για όλους

– Το «τραύμα» του αποχωρισμού είναι δυνατόν να αποκατασταθεί από κοινωνικές δομές;
– Αυτή είναι μια ενδιαφέρουσα ερώτηση. Αν ακολουθούσαμε τον τρόπο σκέψης του Ουίνικοτ, η απάντηση θα λάμβανε υπ’ όψιν τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν οι δομές και γιατί λειτουργούν έτσι. Αν, για παράδειγμα, οι δομές διαθέτουν ιδιαίτερη ευαισθησία προς τις ανθρώπινες ανάγκες, λόγου χάρη τη συνήθη ανάγκη κάποιου να αναγνωριστεί γι’ αυτό που είναι, το οποίο περιλαμβάνει την καταγωγή του, τότε αυτή η δομή είναι δυνητικά θεραπευτική. Σε αυτήν την περίπτωση, μόνο και μόνον αν ο «άλλος» είναι ικανός να θεραπεύσει τον νεοφερμένο (ξένο) χωρίς προκατάληψη, τότε το υποκείμενο (ο ξένος) θα μπορέσει να νιώσει ότι γίνεται αποδεκτός, καθώς η αποδοχή είναι ένα θέμα ζωτικής σημασίας για όλους.


«Τα βιντεοπαιχνίδια βοηθούν τον έφηβο να δομήσει τα συναισθήματά του. Το πρόβλημα είναι πως αν το παιχνίδι είναι με κάποιο τρόπο διαστροφικό, μπορεί να “παρασύρει” τον έφηβο».

– Σύγχρονοι έφηβοι που αναζητούν φυγή στα βιντεοπαιχνίδια και αφαιρούν μέχρι και τη ζωή τους ή σκοτώνουν άλλους συμπαίκτες τους θα μπορούσε ενδεχομένως να ανήκουν σε τέτοιες κατηγορίες; Να βιώνουν αποσταθεροποίηση ή εγκατάλειψη;
– Αν και τα βιντεοπαιχνίδια δεν υπήρχαν την εποχή που έγραφε ο Ουίνικοτ, ο ίδιος επεξεργάστηκε την έννοια της «αποσύνδεσης». Πρόκειται για έναν ψυχικό μηχανισμό που σημαίνει ότι το άτομο αποκόπτεται από τα συναισθήματά του επειδή αυτά τα συναισθήματα είναι πολύ επώδυνα. Η προέλευση αυτής της «αποκοπής» απορρέει από το τραύμα. Επομένως, το μωρό είναι καλά και θηλάζει όταν ξαφνικά, για οποιονδήποτε λόγο, το τάισμα διακόπτεται. Η μητέρα νιώθει να πονά ή κάτι εξωτερικό διακόπτει την ικανότητά της να βρίσκεται με το μωρό της σε μια ονειροπόληση. Αυτή η εμπειρία είναι πολύ δύσκολη για το μωρό επειδή δεν έχει τρόπο να καταλάβει τι συνέβη. Η ικανότητα να διαχωρίζει ανάμεσα σε μια βροντή που είναι εξωτερική και σε έναν στομαχόπονο που είναι μέσα στο σώμα δεν έχει ακόμη αναπτυχθεί ως ικανότητα.

Ολοι οι έφηβοι αγαπούν και παίζουν με τα παιχνίδια. Είναι κάτι διαφορετικό από τη δημιουργικότητα, είναι όμως μέρος του μεγαλώματος. Παρ’ όλα αυτά, σε σχέση με κάποια παιχνίδια, μερικοί έφηβοι οι οποίοι έχουν βιώσει πολλαπλούς τραυματισμούς από το περιβάλλον τους, αναζητούν και χρειάζονται ένα είδος παιχνιδιού που θα τους βοηθήσει να δομήσουν τα τραύματά τους. Εκεί πιστεύω πως μπορεί να έρχονται στο προσκήνιο τα βιντεοπαιχνίδια. Βοηθούν τον έφηβο να δομήσει τα συναισθήματά του. Το πρόβλημα είναι πως αν το παιχνίδι είναι με κάποιο τρόπο διαστροφικό, μπορεί να «παρασύρει» τον έφηβο και στην αναζήτησή του να βρει μια δομή, να καταλήξει να πρέπει να συμμορφώνεται σε μια «δομή» που γίνεται περισσότερο «καθεστώς». Μπορεί τότε να υποπέσει σε ένα ολοκληρωτικού είδους καθεστώς, π.χ. το παιχνίδι, το οποίο τον δομεί μέχρι έναν βαθμό αλλά όχι με καλό τρόπο. Το ολοκληρωτικό παιχνίδι θα αρχίσει να κοστίζει τα πάντα σε κάποιους εφήβους. Αντί να απελευθερώνει το άτομο για να ζει τη ζωή του, θα το φυλακίζει στη συμμόρφωση. Ο Ουίνικοτ έχει πει ότι η συμμόρφωση δεν είναι τρόπος ζωής.

Ευχαριστούμε την κ. Νεφέλη Ταμπάκη (μία εκ των μεταφραστών του βιβλίου στα ελληνικά) για τη μετάφραση της συνέντευξης.

Πηγή