Η Ιρακινή γιατρός που αλλάζει τόπους, αλλά πάντοτε ελπίζει

Από την Ιωάννα Φωτιάδη

Σε μια ερημική παραλία, έξω από τη Σμύρνη, μια μάνα και τα τρία της παιδιά προσεύχονται λίγο προτού βασιλέψει ο ήλιος. Σε λίγο αναχωρεί το πλοιάριο για Ελλάδα. «Ισως είναι η τελευταία φορά που είμαστε όλοι μαζί», τους λέει η μαμά, «μπορεί να χαθούμε, εδώ είναι τα τηλέφωνα των θείων και των παππούδων σας στην Ευρώπη, ψάξτε τους μόλις πατήσετε στεριά».

Η 48χρονη Μπούσρα Αλραμάχι από το Ιράκ δεν είχε ποτέ φανταστεί τον εαυτό της να περνάει τη θάλασσα. Κόρη πανεπιστημιακού, γόνος μιας οικογένειας όπου «τα κορίτσια γίνονταν γιατροί και τα αγόρια μηχανικοί», μεγαλωμένη στο προάστιο των ακαδημαϊκών στη Βαγδάτη, προαλειφόταν για μια άνετη ζωή στην πόλη που τόσο αγάπησε. «Δεν ξέρεις πώς ήταν κάποτε η Βαγδάτη», λέει και τα μάτια της λάμπουν. «Tο Ιράκ ήταν το πρώτο αραβικό κράτος με Κοινοβούλιο, γυναίκες γιατρούς είχαμε από το 1958. Μαζί με τον Λίβανο ήμασταν οι πιο προοδευτικές αραβικές χώρες». Ακολουθώντας την οικογενειακή παράδοση σπουδάζει ιατρική και επιλέγει την αναισθησιολογία. Εκτοτε, αυτοπροδιορίζεται μέσω του επαγγέλματός της. Το 1999, της δίνεται η ευκαιρία να φύγει από τη χώρα, κάτι που κάνουν παράνομα πολλοί επιστήμονες. «Ο Σαντάμ απαγόρευσε σε δημόσιους λειτουργούς να εγκαταλείπουν τη χώρα», διευκρινίζει.

Παλιννόστηση

Μετά την αμερικανική εισβολή, η Μπούσρα, παντρεμένη και μητέρα ενός 4χρονου αγοριού, παίρνει θάρρος για να παλιννοστήσει, αλλά δύο μήνες αργότερα αρχίζουν εκ νέου οι βομβαρδισμοί. Ενα από τα πρώτα θύματα ήταν ο ένας της αδελφός – η εικόνα του διαμελισμένου του κορμιού τη στοιχειώνει μέχρι σήμερα. Ακολουθεί η απαγωγή του άλλου της αδελφού, κάτι που εξωθεί την οικογένειά της να μεταναστεύσει στη Βρετανία. «Εκτέλεσαν 360 γιατρούς και οι βομβαρδισμοί έβαιναν αυξανόμενοι». Εξ ου και η ανάγκη για γιατρούς είναι μεγάλη. Οι μετακινήσεις γίνονται σχεδόν ανέφικτες και η Μπούσρα, που έχει εγκατασταθεί οικογενειακώς μιάμιση ώρα έξω από τη Βαγδάτη, δυσανασχετεί. «Ηθελα τα παιδιά μου να έχουν τις ίδιες ευκαιρίες με εμένα», εξηγεί το παράτολμο αίτημά της να γυρίσουν στη Βαγδάτη.

Στο νοσοκομείο όπου τοποθετείται, ξεκινάει νέα μετεκπαίδευση και της προσφέρουν ένα κοντέινερ για σπίτι. «Εκεί νιώθαμε ασφαλείς, ήμουν ικανοποιημένη που τα παιδιά μου μεγάλωναν μέσα στην ιατρική κοινότητα και φοιτούσαν σε καλά σχολεία». Ωστόσο, ζει σε κατάσταση μόνιμης έντασης – ίσως γι’ αυτό δεν δίνει μεγάλη σημασία στους πόνους που νιώθει. Ανήμερα τα γενέθλιά της, το 2009, μαθαίνει ότι έχει καρκίνο. «Ηταν η πρώτη φορά που έκλαψα, όχι για μένα, για τα παιδιά μου που είχαν μόνον εμένα». Τότε παίρνει την ορθότερη –όπως κρίνει σήμερα– απόφαση. «Εδωσα εντολή να μου κάνουν ολική υστερεκτομή», περιγράφει, «μου έλεγαν “είσαι νέα, ίσως θέλεις και άλλο παιδί”, αλλά εγώ φώναζα, “το μόνο που θέλω είναι να μπορέσω να μεγαλώσω τα παιδιά μου”». Απογοητευμένη, όμως, από τη στάση του συζύγου της, η Μπούσρα τού ζητεί διαζύγιο. «Με πίεζαν να μην προχωρήσω, μου έλεγαν ότι θα ακολουθούσε πάντοτε τα παιδιά μου το στίγμα ότι τα μεγάλωσε “χωρισμένη μαμά”». Από το 2011 έως το 2015 διαπραγματεύεται σκληρά το διαζύγιο. «Παραχώρησα όλη την περιουσία μου και ζήτησα ως μοναδικό αντάλλαγμα την πλήρη κηδεμονία των παιδιών».

Η Μπούσρα δεν είναι ο άνθρωπος που διστάζει έναντι των προκλήσεων. Ετσι, γίνεται η πρώτη γυναίκα γιατρός που υπηρετεί στις νεοσύστατες κινητές μονάδες και προάγεται σε διευθύντρια της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας. Η θέση ευθύνης, όμως, τη φέρνει αντιμέτωπη με την εξουσία. «Zήτησαν από τον διοικητή να με διώξει. “Είναι μόνη με τρία παιδιά σε ένα κοντέινερ, δεν θα χρειαστούμε βόμβα, παρά μόνον έναν αναπτήρα”». Ο κλοιός στενεύει και η ίδια απευθύνεται στις Αρχές για βοήθεια. «Πιστεύεις ότι δεν μπορούμε να σε βρούμε; Αυτή τη στιγμή ο γιος σου περνάει μπροστά μας», της λέει μια άγνωστη φωνή στην άλλη άκρη της γραμμής. «Τότε αντιλήφθηκα ότι δεν είχα περιθώρια». Μέσα σε πέντε μέρες η Μπούσρα επικυρώνει τα απαραίτητα έγγραφα και φτιάχνει βαλίτσες.

«Απελπίστηκα»

Στις 22 Δεκεμβρίου 2015 πετάει για Κωνσταντινούπολη και την επομένη βρίσκεται στο γραφείο της Υπατης Αρμοστείας στην Αγκυρα. «Μου όρισαν ακρόαση τον Δεκέμβριο του 2023, απελπίστηκα». Ψάχνει για δουλειά αντάξια των προσόντων της. «Μια ιδιωτική κλινική μού πρότεινε 4 μήνες αμισθί εργασία και μετά “βλέπουμε”», διηγείται με πικρία. Το πέρασμα, επομένως, στην Ευρώπη μοιάζει μονόδρομος. Με τους διακινητές διαπραγματεύεται για καιρό. «Ξέρω, όλες οι μαμάδες φοβούνται για τα παιδιά τους, αλλά εγώ τα είχα μεγαλώσει μόνη». Ο άνεμος που φέρνει την οικογένεια στη Χίο είναι ούριος. Στην Αθήνα, η Μπούσρα εργάζεται εθελοντικά ως διερμηνέας στους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα, ενώ μέσω του προγράμματος «Home for Hope» της Solidarity Now φιλοξενείται σε μια οικογένεια στα βόρεια προάστια – μια περίοδος νηνεμίας στην πολυτάραχη ζωή της οικογένειας.

Παρά τις αξιοπρεπείς συνθήκες ζωής στην Αθήνα, η Μπούσρα δεν επαναπαύεται. «Είχα υποσχεθεί στα παιδιά να πάμε σε μια χώρα που θα τους δώσει ευκαιρίες». Σήμερα, μένουν σε μια πόλη δύο ώρες από το Μπορντό της Γαλλίας και έχουν λάβει πολιτικό άσυλο. Υπάρχουν στιγμές που τα κουράγια της την εγκαταλείπουν, που προσπαθεί να δείχνει «καλά» μόνον για τα παιδιά. Θα μπορέσει, άραγε, να ξαναεργαστεί ως γιατρός; Θα αντικρίσει ξανά την αγαπημένη της Βαγδάτη; Εκείνη μαθαίνει εντατικά γαλλικά, παλεύει και ελπίζει – όπως πάντα.

Πηγή