Πώς τα μεγάλα μουσεία του κόσμου αντιμετωπίζουν τις προκλήσεις της νέας εποχής και της σύγχρονης τέχνης;

Νέοι χώροι, προεκτάσεις κλασικών κτιρίων για τον ταχέως αναπτυσσόμενο κόσμο της τέχνης

Αναζητώντας νέο κοινό που ψάχνει καινούργιους τρόπους αλληλεπίδρασης με την τέχνη, τόσο τα μικρά όσο και τα μεγάλα μουσεία σε Ηνωμένες Πολιτείες και Ευρώπη επανεξετάζουν τα βήματά τους, δημιουργώντας νέους χώρους για τον ταχέως αναπτυσσόμενο κόσμο της τέχνης.

Το Philadelphia Museum of Art, για παράδειγμα, του οποίου το νεοκλασικό κτίριο χρονολογείται από το 1928, υφίσταται μια μεταμόρφωση από τον Frank Gehry, τον δημιουργό του Guggenheim του Μπιλμπάο, το οποίο άνοιξε με μεγάλη επιτυχία στην Ισπανία το 1997. «Υπάρχουν τόσο πολλές κατευθύνσεις τώρα» είπε ο Gehry σε συνέντευξή του, περιγράφοντας την ανάγκη για νέους χώρους. «Υπάρχει τέχνη στην έρημο, στον ουρανό. Υπάρχουν υπολογιστές. Υπάρχει ήχος. Υπάρχει φως. Υπάρχουν τα πάντα. Η ζωγραφική δεν υπάρχει μόνο σε καμβά» τόνισε. «Είναι ένας μεγάλος, νέος κόσμος. Δείτε το σαν ένα σκηνικό που θα φιλοξενήσει οτιδήποτε μπορεί να σκεφτεί κανείς».

Το σχέδιό του για το Μουσείο της Φιλαδέλφειας προβλέπει επιπλέον 7.246 τ.μ. εκθεσιακού χώρου, συμπεριλαμβανομένων των 5.109 τετραγωνικών που θα βρίσκονται κάτω από τη βεράντα του και θα καταλήγουν στα 72 πέτρινα σκαλοπάτια που έγιναν διάσημα χάρη στις ταινίες «Rocky». Ο χώρος αυτός θα χρησιμοποιηθεί για την παρουσίαση ειδικών εκθέσεων και για τη σύγχρονη τέχνη. Ο προϋπολογισμός γι’ αυτό που το μουσείο αποκαλεί «πυρήνα του έργου» είναι 196 εκατομμύρια δολάρια. Αυτή η φάση του έργου έχει προγραμματιστεί να ολοκληρωθεί μέχρι το 2020, ενώ το λεγόμενο master plan θα χρειαστεί μια δεκαετία παραπάνω και το κόστος του είναι ακόμη απροσδιόριστο.

Η Βασιλική Ακαδημία Τεχνών στο Λονδίνο όπως θα είναι το 2018.

Η Βασιλική Ακαδημία Τεχνών στο Λονδίνο, που ιδρύθηκε το 1768, έχει προσλάβει έναν από τους δικούς της ακαδημαϊκούς, τον David Chipperfield, ώστε να εκπονήσει ένα σχέδιο 50 εκατομμυρίων λιρών για να ενώσει το υπάρχον κτίριο Burlington House, στο Piccadilly, με το κοντινό του κτίριο της δεκαετίας του 1870, το 6 Burlington Gardens, το οποίο βγάζει σε έναν πιο ήσυχο δρόμο στο Mayfair.

Στη Νέα Υόρκη, το Αμερικανικό Μουσείο Φυσικής Ιστορίας συνεργάζεται με το Studio Gang Architects και την εταιρεία σχεδιαστών εκθέσεων Ralph Appelbaum Associates για το νέο Gilder Center, αξίας 340 εκατομμυρίων δολαρίων, το οποίο θα συνδέεται με 10 από τα 25 κτίρια του μουσείου και θα εκτείνεται στο πάρκο που το περιβάλλει.

Φωτορεαλιστική απόδοση του Gilder Center που θα γίνει στο Αμερικανικό Μουσείο Φυσικής Ιστορίας.

Το Frick Collection εργάζεται πάνω σε ένα νέο σχέδιο, αφού η ανακαίνιση που πρότεινε συνάντησε τις αντιδράσεις των πολιτών το 2013. Εκείνο το σχέδιο προέβλεπε την εξάλειψη του περιφραγμένου κήπου του στο Upper East Side του Μανχάταν για την προσθήκη έξι ενοτήτων. Το νέο σχέδιο των Selldorf Architects, που θα παρουσιαστεί την επόμενη χρονιά, θα εξυπηρετήσει την ανάπτυξη των συλλογών του Frick, τη δημιουργία νέων εκθεσιακών χώρων και την αναβάθμιση των εγκαταστάσεων διατήρησης και έρευνας − όλα αυτά αποτελούν ό,τι το μουσείο περιέγραψε ως «κτιριακό αποτύπωμα».

Μικρότερα μουσεία κάνουν το ίδιο. Τον Ιούνιο, το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του Σικάγο θα ολοκληρώσει μια εξάμηνη ανακαίνιση 16 εκατομμυρίων δολαρίων του κτιρίου του Josef Paul Kleihues, που εποπτεύουν οι Johnston Marklee. Στόχος αυτού του προγράμματος είναι να μετατρέψει 1.115 τ.μ. του μουσείου σε νέους δημόσιους χώρους, όπως ένα εστιατόριο 371 τ.μ., διακοσμημένο από τον καλλιτέχνη Chris Ofili.

Στο Μαϊάμι, το Μουσείο Bass, το οποίο στεγάζεται σε μια art deco δημόσια βιβλιοθήκη που αποτελεί τοπόσημο, ανακαινίζεται από το 2015. Οι εργασίες της ανακαίνισης θα κοστίσουν 12 εκατομμύρια δολάρια και έχει προγραμματιστεί να ολοκληρωθούν τον Οκτώβριο. Δημιουργία των αρχιτεκτόνων Arata Isozaki και David Gauld, ο οποίος σχεδίασε την πρώτη επέκταση του μουσείου το 2001, το νέο σχέδιο αυξάνει τον ωφέλιμο χώρο κατά 50% σχεδόν, σε μεγάλο βαθμό εξαλείφοντας μια ράμπα που συνέδεε το αρχικό κτίριο με μια πτέρυγα που χτίστηκε το 2001.

Φωτορεαλιστική απόδοση της εξωτερικής όψης του Bass Museum στο Μαϊάμι.

Οι αναβαθμισμένες εκπαιδευτικές εγκαταστάσεις είναι σημαντικές σε όλα αυτά τα έργα. Με την ολοκλήρωσή του, το master plan του Μουσείου της Φιλαδέλφειας θα διπλασιάσει τον εκπαιδευτικό χώρο που διαθέτει σήμερα, σε μεγάλο βαθμό μέσα από ένα νέο, σύγχρονο κέντρο εκπαίδευσης. Βασικό χαρακτηριστικό των σχεδίων του Chipperfield για τη Βασιλική Ακαδημία είναι η ανακατασκευή του αρχικού αμφιθεάτρου στο 6 Burlington Gardens, ενώ το σχέδιο για το Αμερικανικό Μουσείο Φυσικής Ιστορίας περιλαμβάνει είτε την ανακαίνιση είτε την αντικατάσταση του 75% των αιθουσών διδασκαλίας του. Ομοίως, ο χώρος που αφιερώνεται στην εκπαίδευση στο Bass θα πενταπλασιαστεί σε 464 τετραγωνικά, ενώ το Frick θα κατασκευάσει τις πρώτες αίθουσες διδασκαλίας ειδικά γι’ αυτόν το σκοπό.

Πολλά από αυτά τα ιδρύματα ανταποκρίνονται, αναμφίβολα, στη μεταβολή των αιτιών που οι άνθρωποι επισκέπτονται τα μουσεία. Σύμφωνα με μια έρευνα που κυκλοφόρησε στην Αμερική το 2015 από το Εθνικό Κληροδότημα για τις Τέχνες, το 73% των Αμερικανών λέει ότι παρακολουθεί παραστάσεις ή εκθέσεις σε μουσεία για λόγους κοινωνικοποίησης μαζί με τους φίλους και την οικογένεια, ενώ το 64% ελπίζει να μάθει καινούργια πράγματα και το 51% θέλει να υποστηρίξει την κοινότητα στην οποία ανήκει το εκάστοτε μουσείο.

Μιλώντας πρόσφατα στη Νέα Υόρκη, η Madeleine Grynsztejn, διευθύντρια του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης του Σικάγο, δήλωσε: «Έχουμε περάσει στην εποχή που το μουσείο, από παθητικός ναός, έχει μετατραπεί σε ενεργό χώρο που ζητά τη συμμετοχή του κοινού. Οι σημερινοί θεατές δεν αναζητούν πια τη μουσειακή εμπειρία ενός ψυχρού, “λευκού κύβου”. Αντ’ αυτού, επιθυμούν εντονότερες, συμμετοχικές εμπειρίες». Για τον σκοπό αυτό, η ανακαίνιση αφορά έναν κοινόχρηστο χώρο 186 τετραγωνικών στον δεύτερο όροφο του μουσείου, που δημιουργήθηκε από το μεξικανικό στούντιο σχεδιασμού Pedro y Juana. Η Grynsztejn τον περιέγραψε ως «χειμερινό κήπο για όλες τις εποχές», έναν χώρο πολλαπλών χρήσεων για τις δραστηριότητες της κοινότητας και την αλληλεπίδρασή της με τους καλλιτέχνες.

Ο Christopher Le Brun,ζωγράφος, ακαδημαϊκός και πρόεδρος της Βασιλικής Ακαδημίας, δήλωσε: «Όλο και περισσότερο το κοινό θέλει να εμπλέκεται και να έρχεται σε επαφή με την τέχνη και τους καλλιτέχνες. Θέλει να συμμετέχει. Οι χώροι μας θα τους διευκολύνουν».

Ο Arthur Cohen, διευθύνων σύμβουλος της LaPlaca Cohen, μιας νεοϋορκέζικης εταιρείας συμβουλευτικής σχετικά με θέματα πολιτισμού που συνεργάζεται με το Μουσείο της Φιλαδέλφειας, το Frick και άλλα πολιτιστικά ιδρύματα, άφησε να εννοηθεί ότι τα μουσεία επέλεξαν να αναπτυχθούν μέσα στον χώρο τους «επειδή αυτήν τη στιγμή η ιδέα μιας μεγάλης, φανταχτερής αρχιτεκτονικής χειρονομίας φαίνεται απρεπής, αρκετά παράταιρη. Αυτό που ενδιαφέρει σήμερα είναι η κατανόηση του ρόλου του μουσείου στην κοινότητα και στον κόσμο του. Το θέμα δεν είναι να το κάνουμε μεγάλο και επιδεικτικό αλλά το πώς μπορούμε να ενεργοποιήσουμε πλήρως τον χώρο που υπάρχει, με έναν τρόπο που να μπορεί να συμμετέχει το σημερινό και αυριανό κοινό».

Η Deborah Berke, κοσμήτορας του Yale School of Architecture, από τα προνομιούχα έδρανα του οποίου έχουν περάσει οι Gehry, Chipperfield, Isozaki και Jeanne Gang, συνόψισε τη φιλοσοφική άποψη που επικρατεί στον κόσμο των μουσείων. «Νομίζω ότι τα συμβούλια και οι επισκέπτες των μουσείων βλέπουν με καχυποψία τα τεράστια ποσά που δαπανώνται για νέα κτίρια και όχι για τις συλλογές ή την εκπαίδευση» είπε. «Πλέον το ενδιαφέρον έχει μετατοπιστεί, για πολλούς λόγους, στον τρόπο που διαθέτει ένα μουσείο τους πόρους του και στην ευθύνη που έχει απέναντι στην ευρύτερη κοινότητα που εξυπηρετεί».

Πηγή