Πρέβεζα-Νικόπολη: Mια εκδρομή πατριδογνωσίας

Κείμενο Έλενα Κατερίνη*, φωτογραφίες Νίκος Εξαρχόπουλος

Ένα Σαββατοκύριακο στην Πρέβεζα δεν έχει ίχνος μελαγχολίας – αχ, καημένε ποιητή! Αντίθετα έχει διασκεδάσεις, εκδρομές κι έναν αρχαιολογικό χώρο από τους πιο σημαντικούς: την αρχαία Nικόπολη, που λάμπει στον χειμωνιάτικο ήλιο.

Την Πρέβεζα τη γνώριζα από τα παιδικά μου καλοκαίρια. Πρωινό μπάνιο στην Κυανή Ακτή και στο Μονολίθι, μεσημεριανή σαρδέλα στις ταβέρνες του ιστορικού κέντρου και απογευματινή περαντζάδα στην προκυμαία με τα συνωστισμένα ιστιοπλοϊκά και τις παραταγμένες καφετέριες. Oπως όμως συμβαίνει σε όλα τα παραθαλάσσια μέρη στην Ελλάδα, έτσι και στην Πρέβεζα για να την πλησιάσεις καλύτερα, για να σου ανοιχτεί, πρέπει να την επισκεφθείς και χειμώνα, χωρίς τους καψαλισμένους τουρίστες και τον κοσμοπολίτικο αέρα. Κάπως έτσι έπεισα την παρέα μου για ένα Σαββατοκύριακο εκεί.

Oταν μάλιστα έριξα στο τραπέζι το όνομα του Αντώνιου και της Κλεοπάτρας, τη γέννηση μιας αυτοκρατορίας και την ίδρυση μιας πόλης, της Νικόπολης, το ενδιαφέρον ανέβηκε. Το βράδυ της Παρασκευής μάς βρήκε στον κεντρικό δρόμο της Πρέβεζας, τη Λεωφόρο Ειρήνης. Κάποτε ήταν η κοίτη του χειμάρρου Καρυδά. Σήμερα χωρίζει την πόλη στο νεότερο δυτικό και το παλαιότερο ανατολικό τμήμα. Ξεφορτώνουμε στο ξενοδοχείο και χωνόμαστε με τα πόδια στο ιστορικό κέντρο. Ψιλόβροχο, σκοτάδι, υγρά σοκάκια και λίγοι περαστικοί. Ιδανικό σκηνικό για μια πρώτη επαφή μ’ εκείνη τη ρομαντική μελαγχολία για την οποία φημίζεται η πόλη. Ανάμεσα στα διώροφα σιωπηλά σπιτάκια, τα ουζερί και οι ταβέρνες είναι ασφυκτικά γεμάτες κόσμο. Η Πρέβεζα έχει δύο ΤΕΙ Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής με 2.500 φοιτητές, ενώ η υποθαλάσσια ζεύξη φέρνει τα βράδια κόσμο για διασκέδαση από την αεροπορική βάση του Ακτίου και τη γειτονική Λευκάδα.

Καθόμαστε στο Σαϊτάν Παζάρ για τσίπουρο και μεζέδες. Απέναντι, το σπίτι όπου έζησε ο Καρυωτάκης. Μια δυσμενής μετάθεση και μια χιλιοειπωμένη αυτοκτονία. Πίσω του άφησε στίχους γεμάτους σαρκασμό για τον τόπο που τον φιλοξένησε τις τελευταίες 32 μέρες της ζωής του. Λίγος χρόνος και άδικος για να κολλήσει τη ρετσινιά στην πόλη. Τα τζάμια θολώνουν, το σπίτι σβήνει κι εγώ πιάνω κουβέντα με τους δύο νεαρούς από την Aρτα στο διπλανό τραπέζι.

ΣTHN APXAIA NIKOΠOΛH

Την επόμενη μέρα, ένας ήλιος λαμπερός μας φέρνει στον αρχαιολογικό χώρο της Νικόπολης, έξι χιλιόμετρα βόρεια της Πρέβεζας. Το 31 π.Χ. η Ναυμαχία του Ακτίου με αντιπάλους τον Οκταβιανό και τη Ρώμη από τη μία πλευρά, την Κλεοπάτρα, τον Αντώνιο και την Ανατολή από την άλλη, έκρινε την πορεία όλου του τότε γνωστού κόσμου.

Ο Οκταβιανός θα νικήσει και η νίκη του αυτή θα σηματοδοτήσει την εξάπλωση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στα βάθη της Ανατολής. Σε ανάμνηση αυτής, αλλά και για τον στρατιωτικό έλεγχο της περιοχής, ο Οκταβιανός Αύγουστος θα ιδρύσει μία πόλη στο λαιμό της χερσονήσου, αναγκάζοντας σε μετοίκιση τους κατοίκους γειτονικών περιοχών. Ελληνική πολιτεία εξ αρχής, ελεύθερη και αυτόνομη, με δικό της νομισματοκοπείο, τρία λιμάνια και μία «ύπαιθρο χώρα» που έφτανε ώς τη Ναύπακτο, η Νικόπολη θα γνωρίσει σύντομα μεγάλες δόξες.

Ισχυρά οχυρά τείχη κι ένα άψογα ρυμοτομημένο σχέδιο, λαμπρά δημόσια κτίρια και πλούσιες ιδιωτικές επαύλεις θα τη μετατρέψουν σε ελκυστικό αστικό, διοικητικό και πολιτιστικό κέντρο ολόκληρης της Δυτικής Ελλάδας.

Ο Απόστολος Παύλος, ο φιλόσοφος Επίκτητος, ο Νέρων και ο Αδριανός θα περάσουν από εδώ. Μετά τις επιδρομές βαρβάρων και την κρίση του 3ου αι. μ.Χ. που θέρισε όλη την αυτοκρατορία, η Νικόπολη θα αναγεννηθεί από τις στάχτες της στο όνομα του χριστιανισμού, θα γνωρίσει νέα ακμή για να σβήσει ολοκληρωτικά κάπου στον 11ο αι. μ.Χ.

Σήμερα, το μεγαλύτερο τμήμα της πόλης κρύβεται ακόμη κάτω από το χώμα. Οι διαδικασίες για τη δημιουργία ενός αρχαιολογικού πάρκου βρίσκονται ακόμη σε εξέλιξη, ενώ η λειτουργία ενός νέου σύγχρονου μουσείου, δυστυχώς κάπως μακριά από το χώρο, αναμένεται μέσα στον επόμενο χρόνο. Στο μικρό παλιό μουσειάκι καρφώνω με το βλέμμα μου τον ναύαρχο Αγρίππα. Το στρατηγικό του σχέδιο και η προπαγάνδα του Οκταβιανού κατατρόπωσαν μια για πάντα τη φιλόδοξη βασίλισσα της Αιγύπτου. Πιο εκεί η άτακτη καλλονή Φαυστίνα, που λατρεύτηκε σαν θεά. Δίπλα, οι μαρμάρινες σαρκοφάγοι όλο γιρλάντες και πλουμίδια και στο κέντρο, το βάθρο με τις αμαζόνες, που κάποιο σεβάσμιο χέρι τις σκέπασε με δύο ψηφιδωτούς αγίους. Στις επιτύμβιες επιγραφές διαβάζω ονόματα νεκρών: Ευάρεστος, Μάρκος, Νοβίας, Κόρερμα, Σπένδουσα…

Βγαίνοντας θαυμάζω τα παλαιοχριστιανικά τείχη, το πιο γνώριμο μνημείο της Νικόπολης και το μεγαλύτερο οχυρωματικό έργο στην Hπειρο της εποχής εκείνης. Με το εντυπωσιακό τους ύψος, τις ζώνες από πλίνθους και λίθους, τα αψιδώματα και τους πύργους, θυμίζουν εκείνα της Θεσσαλονίκης και της Κωνσταντινούπολης. Πλάι στα τείχη και έξω από αυτά ώς το «Προάστειον», αλλού με τα πόδια μέσα από τα χωράφια και αλλού με το αυτοκίνητο, αποτυπώνουμε εικόνες από το παρελθόν: τα ψηφιδωτά με όλα τα πλάσματα του επίγειου κόσμου στη Βασιλική Δομετίου, τη μοναχική Βασίλειο Πύλη στη Βασιλική Αλκίσονος, τη σαρκοφάγο με τον ακέφαλο μάρτυρα στη Βασιλική Δ’, τις άδειες από τα αγάλματα κόγχες στο Νυμφαίο, την Αραπόπορτα, το Υδραγωγείο, το Θέατρο, τα Λουτρά της Κλεοπάτρας, το στάδιο και το γυμνάσιο για τους αγώνες των Ακτίων, το κουκλίστικο Ωδείο με τις σκοτεινές στοές στο κοίλο, την έπαυλη με τα triclinia για τα ρωμαϊκά συμπόσια, τη Βόρεια Νεκρόπολη με τα μαυσωλεία. Αργά το μεσημέρι, στο Μνημείο του Αυγούστου, ορφανεμένο από τα έμβολα των εχθρικών πλοίων που κάποτε περήφανα ο ίδιος είχε εντοιχίσει, ρουφάμε από ψηλά τη θέα με τις αρχαιότητες σκορπισμένες ανάμεσα στο γαλήνιο Αμβρακικό και το απέραντο Ιόνιο.

H EΠOMENH MEPA

Κυριακή πρωί, και όσοι από την παρέα κατορθώσαμε να ξυπνήσουμε νωρίς έπειτα από τη χθεσινοβραδινή ουζοκατάνυξη σπεύδουμε στον Αη Γιάννη τον Χρυσόστομο για να ακούσουμε τη λειτουργία του πατέρα Θεοδόσιου στη Δημοτική!

Λίγο αργότερα, ο Νίκος Καράμπελας, φίλος και πρόεδρος του Ιδρύματος «Ακτία Νικόπολις», μας έχει τάξει μια βόλτα στις γνωστές και άγνωστες γωνιές της πόλης. Το ραντεβού είναι στο ρολόι, πλάι στον Αγιο Χαράλαμπο, το μόνο βεβαιωμένο κτίσμα της Β’ Ενετοκρατίας (1752).

Ανάμεσα στη στεριά και τη θάλασσα, την Ηπειρωτική ενδοχώρα και τα Επτάνησα, η ευλίμενη Πρέβεζα γνώρισε πολλούς κατακτητές. Από τον 11ο αι., οπότε και αποτελούσε ένα μικρό συνοικισμό με αλβανικό όνομα, η πόλη υπήρξε «μήλον της Εριδος» ανάμεσα στους Οθωμανούς (1477 – 1684, 1699 – 1717) και τους Ενετούς (1684 – 1699, 1717 – 1797), για να περάσει για λίγο στα χέρια των Γάλλων ώς την οριστική κατάληψη και το «χαλασμό» της από τον Αλή Πασά (1798). Ομως παρά την πολυτάραχη ιστορία, ώς την απελευθέρωσή της, το 1912, η Πρέβεζα είχε εξελιχθεί σε μία από τις σπουδαιότερες σκάλες των δυτικών ακτών.

Μέσα στα στενά της αγοράς από το τουρκικό κάστρο του Αγίου Ανδρέα ώς τα Παλιοσάραγα του Αλή, από την κρήνη του τζαμιού ώς το ερειπωμένο Χαμάμ, από τον προμαχώνα της Βρυσούλας ώς το κάστρο του Αγίου Ανδρέα, πλάι στα χαμόσπιτα με τις ταπεινές αυλίτσες σώζονται τα διώροφα αρχοντόσπιτα των Συρρακιωτών εμπόρων και των Πρεβεζάνων καραβοκυραίων. Ωχρα στους τοίχους, σφυρήλατα κιγκλιδώματα στα μπαλκόνια, πράσινα ξεφτισμένα σκούρα στα πορτοπαράθυρα. Τα Ζιακέικα, τα Ποταμιανέικα, το ρώσικο, το ιταλικό και το αγγλικό προξενείο, το παλιό δημαρχείο, το τουρκικό διοικητήριο. Στην Οδ. Ανδρούτσου με την τσίγκινη πινακίδα, η Αφροδίτη Τσάιμου μας ανοίγει το σπιτικό της. Στη λιλιπούτεια σάλα με τα τσατμαδένια χωρίσματα, ανάμεσα στα ασπροκέντια και τα μπαούλα, τις φθαρμένες πολυθρόνες και τα ξεφτισμένα χαλιά, τα καδράκια με τους μουστακαλήδες προγόνους και τα βόρεια χιονισμένα τοπία, μπροστά από την πορσελάνινη φοντανιέρα και την καράφα με το λικέρ, η Αφροδίτη τυλίγεται με τη ρόμπα της, ανάβει τσιγάρο και μας λέει ιστορίες για τον παππού τον αραμπατζή.

Στην αρχή, ο πλούτος ήρθε από τη θάλασσα: ναυτιλία, ναυπηγική, ιχθυοτροφεία, αλυκές και εμπόριο. Στο Βαθύ ή τη Μαργαρώνα, το λιμάνι της Πρέβεζας, καράβια ναυπηγούνταν και εμπορεύματα συγκεντρώνονταν από τα Γιάννενα και τη Θεσσαλία ώς την Τεργέστη και την Αυστρία. Σήμερα οι Πρεβεζάνοι εξακολουθούν να αλιεύουν, ο Αμβρακικός όμως έχει υποστεί αλόγιστη εκμετάλλευση και απαιτεί άμεσα προστασία. Μεγαλύτερο κέρδος φέρνει η αγροτική καλλιέργεια. Τα εσπεριδοειδή και τα λαχανικά ξερίζωσαν τον γερασμένο βενετσιάνικο ελαιώνα. Μαζί με τα θερμοκήπια ήρθαν και οι πολυκατοικίες της αντιπαροχής. Οι Πρεβεζάνοι δεν φέρονται καλά στην πόλη τους. Ακόμη και σήμερα που κάποιοι έχουν αντιληφθεί την ομορφιά της, τα αρχοντόσπιτα ξηλώνονται βάναυσα και κάποιες αναστηλώσεις μάλλον κακοποιούν παρά αναδεικνύουν. Ευτυχώς γι’ αυτήν, όμως, η Πρέβεζα δεν είναι μόνο οι σαρδέλες, οι καφετέριες της προκυμαίας και τα ιστιοπλοϊκά. Είναι τα σκίτσα του Αλή Ντίνο, τα τοπία του Μόραλη, οι φωτογραφίες του Οικονομόπουλου, η φωνή του Βαμβακάρη, το πίτσι που παίζουν οι μάγκες στον Αη Γιώργη και το αμπαλί οι γεροντότεροι, το χαμόγελο των ψαράδων, η Αδειά του Μάνου με τη μοναχική πορτοκαλιά, το νταλιάνι της Λασκάρας, τα λίγα γέρικα λιόδεντρα από τον ενετικό ελαιώνα, ο Αδάμ και η Εύα στο ταβάνι του Αη Θανάση, η θέα στα ακαρνανικά βουνά από το κάστρο του Παντοκράτορα.

*Η Ελενα Κατερίνη είναι αρχαιολόγος στην ΓΛ’ Εφορία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Πρέβεζας – Αρτας.

Πηγή: Καθημερινή