Μάγιερ – Άμποτ: Σε αναζήτηση του πάθους που ενώνει δυο γυναίκες φωτογράφους

Από την Αργυρώ Μποζώνη

Ποια είναι η σχέση αυτών των δυο εντελώς διαφορετικών γυναικών; Ως φωτογράφοι δούλεψαν με εντελώς διαφορετικό τρόπο, η μια στο φως, η άλλη στη σκιά. Η μια χτυπά ακούραστα κάθε πόρτα, η άλλη μένει σε όλη της τη ζωή στην ανωνυμία, κρατώντας κρυφή την ενασχόλησή της με τη φωτογραφία.

Οι φωτογραφίες της Βίβιαν Μάγερ και της Μπερενίς Άμποτ συνομιλούν στην έκθεση «Une fantastique passion», στην γκαλερί Les Douches στο Παρίσι. Αυτό που της ενώνει, είναι το πάθος να αποτυπώσουν την πραγματικότητα. Έζησαν διαφορετικά, αλλά η ζωή τους ήταν διαποτισμένη με πνεύμα ελευθερίας και το έργο τους με πάθος.

Η Βίβιαν Μάγερ με τη φωτογραφική μηχανή της

Η Βίβιαν Μάγερ με τη φωτογραφική μηχανή της

Με την ανακάλυψη των φωτογραφιών της Βίβιαν Μάγερ το 2007, η ιστορία της φωτογραφίας δρόμου αρχίζει να ξαναγράφεται. Το 2007, κατά τη διάρκεια μιας δημοπρασίας σε ένα τοπικό παλαιοπωλείο του Σικάγο, ο ιστορικός και συλλέκτης John Maloof απέκτησε εντελώς τυχαία ένα μεγάλο κουτί γεμάτο αρνητικά, που άνηκαν σε μία «άγνωστη ερασιτέχνη φωτογράφο». Του κόστισαν 380 δολάρια.

Ο Μαλούφ, χωρίς να το γνωρίζει, είχε μόλις αποκτήσει ένα θησαυρό. Μέσα στο κουτί ανακάλυψε και μια από τις πιο σημαντικές φωτογράφους της σύγχρονης ιστορίας. Την Βίβιαν Μάγερ, μια από τους σημαντικότερους εκφραστές της street photography του 20ού αιώνα. Απόμακρη και μυστικοπαθής, σε όλη τη διάρκεια της ζωής της, δε μοιράστηκε με κανέναν το πάθος της. Η σπουδαία αυτή φωτογράφος πέθανε πάμπτωχη σ’ ένα οίκο ευγηρίας το 2009. Μέχρι την τελευταία της πνοή κράτησε το μυστικό της επτασφράγιστο. 100.000 αρνητικά καρέ, 700 ρολά έγχρωμου φιλμ που δεν είχε ποτέ εμφανίσει και αρκετές 16mm ταινίες. Η Μάγερ δεν είχε πάντα τη δυνατότητα να εμφανίζει τις φωτογραφίες που τραβούσε. Κρατούσε κλειδωμένα τα αρνητικά στα ντουλάπια και όταν κάποια στιγμήδεν μπορούσε να πληρώσει το ενοίκιο της αποθήκης στην οποία είχε φυλάξει φιλμς, αρνητικά και φωτογραφίες μιας ζωής το υλικό χωρίστηκε σε κουτιά και πήρε το δρόμο των δημοπρασιών, φτάνοντας στα χέρια πολλών αγοραστών.

Βίβιαν Μάγερ

Βίβιαν Μάγερ

Η Βίβιαν Μάγερ, η μεγαλύτερη φωτογραφική ανακάλυψη των τελευταίων ετών, δεν πρόλαβε να δει τις φωτογραφίες της να χτυπάνε τιμές ρεκόρ, τις σημαντικότερες γκαλερί του κόσμου να της ανοίγουν τις πόρτες και τα μουσεία σε όλο τον κόσμο να την κατατάσσουν ανάμεσα στους πιο σημαντικούς φωτογράφους του 20ου αιώνα.

Η Βίβιαν Μάγερ είχε επιλέξει τη σκιά ως τρόπο ζωής και εργασίας στη φωτογραφία

Προφανώς για την Μάγερ τίποτα από όλα αυτά δεν είχε σημασία. Γι’ αυτό και η ιστορία της γυναίκας που μας άνοιξε τα πιο συναρπαστικά παράθυρα στην αμερικανική ζωή κατά το δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα, παραμένει μέχρι σήμερα μυστηριώδης.

Η Βίβιαν Μάγερ είχε επιλέξει τη σκιά ως τρόπο ζωής και εργασίας στη φωτογραφία. Έδινε τα φιλμς της για εκτύπωση με το ψευδώνυμο V. Smith. Οι διάσπαρτες πληροφορίες, που βλέπουν μέχρι σήμερα το φως της δημοσιότητας, μας βοηθούν ελάχιστα στο να κατανοήσουμε την προσωπικότητά της. Τόσο οι συγγενείς, όσο και οι άνθρωποι με τους οποίους ζούσε και δούλευε ως νταντά, δεν είχαν ιδέα ότι φωτογράφιζε.

Το ίδιο φειδωλά μοιραζόταν τις σκέψεις της, με αποτέλεσμα να γνωρίζουμε ελάχιστα και για την προσωπικότητά της. Το μόνο που ζητούσε από τους ανθρώπους για τους οποίους εργαζόταν, ήταν να έχει κλειδαριά η πόρτα του δωματίου της. Τα δωμάτια που κατοικούσε ήταν μια απαγορευμένη ζώνη. Η Μάγιερ δε θέλησε και δε θα απαντήσει ποτέ στην ερώτηση που απασχολεί όποιον μπει στον μαγικό κόσμο της: Ποια είσαι; Ποια ήσουν; Ούτε η ίδια θα μπορούσε πιθανώς να απαντήσει την ερώτηση, κοιτάζοντας τα πορτρέτα που τράβηξε η ίδια στον εαυτό της. Ή ίσως με αυτά προσπαθούσε να ανακαλύψει τον άνθρωπο που την κοίταζε από την τυπωμένη φωτογραφία. Στη ζωή ήταν μια γκουβερνάντα που τύχαινε να τραβάει φωτογραφίες. Σήμερα είναι μια φωτογράφος που τύχαινε να είναι και γκουβερνάντα.

Βίβιαν Μάγερ, 1954

Βίβιαν Μάγερ, 1954

Βίβιαν Μάγερ, 1959, Nέα Υόρκη

Βίβιαν Μάγερ, 1959, Nέα Υόρκη

Βίβιαν Μάγερ, 1959

Βίβιαν Μάγερ, 1959

Βίβιαν Μάγερ, 1954

Βίβιαν Μάγερ, 1954

Η Βίβιαν Μάγιερ γεννήθηκε στο Μπρονξ από μητέρα Γαλλίδα και πατέρα Αυστριακό, που χώρισαν όταν η ίδια ήταν μικρή. H Μάγιερ σε ηλικία 4 ετών ζούσε στη Νέα Υόρκη με τη μητέρα της και τη Γαλλίδα φωτογράφο Jeanne Bertrand. Φωτογράφιζε από τα νεανικά της χρόνια με μια Κόντακ Brownie με φίλμ 6 × 9. Όμως, το 1952, το έργο της Μάγιερ αλλάζει δραματικά. Αγόρασε μια ακριβή φωτογραφική μηχανή Rolleiflex και από τότε δε σταμάτησε να απαθανατίζει ό,τι έβλεπε γύρω της.

Το κλασικό στιλ της Μάγιερ ξεκίνησε να παίρνει μορφή. Έζησε όλη τη ζωή της ως γκουβερνάντα, δραστηριότητα που κράτησε περίπου 40 χρόνια, κυρίως στο Σικάγο. Όσο εξασκούσε το επάγγελμά της έπαιρνε τα παιδιά, σαν μια άλλη Μαίρη Πόππινς, μαζί της σε μικρές εκδρομές. Στις παραλίες, σε παρελάσεις, στα πάρκα. Εργάσθηκε πολλά χρόνια σε μια οικογένεια με τρία αγόρια. Την θυμούνται ως τρυφερή, δυναμική και εκκεντρική γυναίκα με ελεύθερο πνεύμα. Η περιέργεια την οδηγούσε στο να εξερευνά μέσα από το φακό της την ανθρώπινη φύση. Και η αλήθεια είναι ότι συνέλαβε τη φύση των ανθρώπων σε επικές στιγμές.

Στη Μάγιερ, το μυστικό της γοητείας που ασκεί η εικόνα βρίσκεται στο περιεχόμενο

Η φωτογραφία ήταν όλη της η ζωή. Ποτέ δεν παντρεύτηκε, δεν είχε παιδιά, ούτε πολύ στενούς φίλους που θα μπορούσαν να πει ότι την «γνώριζαν» σε προσωπικό επίπεδο. Πρόλαβε και ταξίδεψε, μόνη της πάντα, στον Καναδά το 1951 και το 1955, το 1957 στη Νότια Αμερική, το 1959 στην Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και την Ασία, το 1960 στη Φλόριντα, το 1965 στα νησιά της Καραϊβικής. Αν σήμερα σκύψουμε πάνω στις φωτογραφίες της, μας αποκαλύπτεται μια ασύγκριτη ομορφιά που δεν αφορά μόνο τη σύνθεση της φωτογραφίας. Το μυστικό της γοητείας που ασκεί η εικόνα βρίσκεται στο περιεχόμενο. Κυρίως για τη συναισθηματική της συγγένεια με αυτούς που αγωνίζονται να τα βγάλουν πέρα, κυρίως για την εξοικείωσή της με τη δύσκολη όψη της καθημερινότητας, με ανθρώπους ξεχασμένους.

Μπερενίς Άμποτ

Μπερενίς Άμποτ

H περίπτωση της Μπερενίς Άμποτ είναι αντελώς διαφορετική. Πρωτοπόρος φωτογράφος, μέλος της καλλιτεχνικής avant-garde σκηνής της Νέας Υόρκης, έγινε διάσημη για τις φωτογραφίες της πόλης που άλλαζε, με τους ουρανοξύστες να σκίζουν τον ουρανό και να σκιάζουν τη γη, αυτές είναι και οι πιο διάσημες φωτογραφίες της. Η Άμποτ πίστευε ότι η φωτογραφία είναι ο καλύτερος εκπρόσωπος της επιστήμης, μάλιστα το 1939 έγραψε ένα μανιφέστο με το τίτλο «Φωτογραφία και Επιστήμη», στο οποίο δήλωνε ότι σε έναν κόσμο φτιαγμένο από την επιστήμη, η φωτογραφία είναι ο καλύτερος διερμηνέας, όσο καμία άλλη μορφή έκφρασης.

Η Μπερενίς Άμποτ έγινε διάσημη για τις φωτογραφίες της Νέας Υόρκης που άλλαζε

Η Άμποτ έγινε κυρίως γνωστή από τις ασπρόμαυρες νεωτεριστικές εικόνες στη δεκαετία του ’30, επηρεασμένη από τον μέντορά της Μαν Ρέι, αλλά και τα ιστορικά συγγράμματα του Λούις Μάμφορντ, ενός από τους τελευταίους οικουμενικούς στοχαστές του αιώνα μας, ο οποίος  από τις αρχές του 1930, χωρίζει την αμερικανική ιστορία σε μια σειρά από τεχνολογικές εποχές.

Μπερενίς Άμποτ, Broadway near Broome Street, Manhattan, NYPL

Μπερενίς Άμποτ, Broadway near Broome Street, Manhattan, NYPL

Μπερενίς Άμποτ, Καλύβες και άστεγοι, West Houston and Mercer Street, Manhattan, 1935, NYPL

Μπερενίς Άμποτ, Καλύβες και άστεγοι, West Houston and Mercer Street, Manhattan, 1935, NYPL

Η Μπερενίς Άμποτ γεννήθηκε το 1898 στο Σπρίνγκφιλντ του Οχάιο και μεγάλωσε εκεί με τη διαζευγμένη μητέρα της. Παρακολούθησε για λίγο το πανεπιστήμιο της πόλης, την οποία εγκατέλειψε το 1918 για να μετακομίσει στο Greenwich Village της Νέας Υόρκης, όπου «υιοθετήθηκε» από τον εξόριστο Τσέχο αναρχικό Hippolyte Havel, ζώντας στο ίδιο διαμέρισμα με τη συγγραφέα Τζούνα Μπαρνς, το φιλόσοφο Κένεθ Μπερκ και τον κριτικό λογοτεχνίας Malcolm Cowley.

Η Άμποτ πίστευε ότι η φωτογραφία είναι ο καλύτερος εκπρόσωπος της επιστήμης

Επιχειρεί να γίνει δημοσιογράφος, αλλά σύντομα τα εγκαταλείπει για να στρέψει το ενδιαφέρον της στο θέατρο και τη γλυπτική. Δύο χρόνια αργότερα, η Άμποτ ταξίδεψε στην Ευρώπη για να σπουδάσει γλυπτική στο Βερολίνο και το Παρίσι. Το κομψό, γεμάτο αυτοπεποίθηση κορίτσι με το ανδρόγυνο στιλ, ήταν σε αρμονία με την εποχή που στο Παρίσι άνθιζε η αναπτυσσόμενη σκηνή της avant-garde και την ψευδαίσθηση ότι τίποτα δε μπορεί να σταματήσει τα νέα καλλιτεχνικά ρεύματα.

Η Άμποτ πόζαρε για τον Μαν Ρέι το 1921 και αμέσως μετά έγινε βοηθός του. Εντυπωσιασμένος από την ενστικτώδη ικανότητά της στη φωτογραφία, της επέτρεψε να χρησιμοποιεί το σκοτεινό θάλαμο και να αναπτύξει τη δική της εργασία. Η Άμποτ κατάφερε να βρει τον πρώτο της χρηματοδότη στο πρόσωπο της Peggy Guggenheim, βρήκε το δικό της στούντιο και φωτογράφιζε τον Ζαν Κοκτό, τον Αντρέ Ζιντ και τον Τζέιμς Τζόις με τη σύζυγό του Νόρα. Τα πορτρέτα της Άμποτ παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά στους τοίχους του διάσημου βιβλιοπωλείο του Παρισιού Shakespeare and Company.

Μπερενίς Άμποτ, 40th Street between Fifth and Sixth Avenues, Manhattan, 1938, NYPL

Μπερενίς Άμποτ, 40th Street between Fifth and Sixth Avenues, Manhattan, 1938, NYPL

Η Άμποτ θα εγκαταλείψει γρήγορα την τέχνη του πορτρέτου, στην οποία το παν είναι το υποκείμενο, όταν το 1929 θα φτάσει πίσω στη Νέα Υόρκη. Εκεί η ενέργεια και η ορμή της πόλης  την παρασύρουν και βρίσκεται με μια κάμερα στο χέρι να περιπλανιέται και να φωτογραφίζει βιτρίνες καταστημάτων, σκηνές δρόμου και ανθρώπους που εργάζονται, επηρεασμένη από τον Γάλλο φωτογράφο Ευγένιο Ατζέ. Η Άμποτ γνώρισε τον Ατζέ ένα χρόνο πριν από το θάνατό του στο Παρίσι.

Ο Γάλλος φωτογράφος απεικόνιζε την πόλη και τους ανθρώπους της και η νεαρή τότε φωτογράφος όχι μόνο εκτίμησε την αξία της εργασίας του, αλλά εξασφάλισε και  αρκετά αρνητικά και εκτυπώσεις του. Η Άμποτ επί σειρά ετών προέβαλε το έργο του και συνέβαλε στην αναγνώρισή του ως σημαντικού έργου τέχνης, πέρα από την ιστορική του διάσταση, ως ντοκουμέντου για την πόλη του Παρισιού. Αγωνίστηκε κυριολεκτικά για το έργο του Ατζέ μέχρι το 1968, όταν το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης, αγόρασε τη συλλογή της με έργα του Ατζέ και το 1985 παρουσίασε μία τετράτομη συλλογή με θέμα τη ζωή και το έργο του.

Μπερενίς Άμποτ,Blossom Restaurant, 103 Bowery, Manhattan, 1935, NYPL

Μπερενίς Άμποτ,Blossom Restaurant, 103 Bowery, Manhattan, 1935, NYPL

Μπερενίς Άμποτ, Waterfront, South Street, Manhattan, 1935, NYPL

Μπερενίς Άμποτ, Waterfront, South Street, Manhattan, 1935, NYPL

Το 1932, η αισθητική της Άμποτ μετατοπίστηκε και χρησιμοποιώντας πια μια μηχανή μεγάλου μεγέθους, άρχισε να φωτογραφίζει την αρχιτεκτονική της πόλης με μεγαλύτερη λεπτομέρεια, συχνά με άποψη δραματική, με τις περίφημες πλέον φωτογραφίες της να δείχνουν το κτίριο Flatiron από κάτω και το Μανχάταν τη νύχτα από ψηλά – από την κορυφή του Empire State Building.

Η Άμποτ φωτογράφισε μοναδικά τη σχέση της Νέας Υόρκης με την αρχιτεκτονική, που την μεταμόρφωνε καθημερινά. Η δουλειά της Άμποτ είναι ένα ιστορικό χρονικό για την αλλαγή και την καταστροφή της προηγούμενης πόλης για να δημιουργηθεί η επόμενη. Το έργο της «Αλλαγή της Νέας Υόρκης», ένα σύνολο 305 φωτογραφιών, υπάρχει στο Μουσείο της Πόλης της Νέας Υόρκης, μια κοινωνιολογική μελέτη που εντάσσεται στο πλαίσιο των πρακτικών της μοντερνιστικής αισθητικής. Το έργο της Άμποτ υποδηλώνει τη ζωτικής σημασίας αλληλεπίδραση ανάμεσα στις τρεις πτυχές της αστικής ζωής, τους διαφορετικούς ανθρώπους της πόλης, τα μέρη που ζουν, εργάζονται και παίζουν και τις καθημερινές τους δραστηριότητες. Η Άμποτ πίστευε ότι το περιβάλλον τους ήταν αποτέλεσμα της συλλογικής συμπεριφοράς τους και αντίστροφα. Η Άμποτ πέθανε το 1991, σε ηλικία 93 ετών. «Είμαι τόσο γοητευμένη με αυτόν τον αιώνα», είπε κάποτε, «που θα είμαι εκεί μέχρι την τελευταία στιγμή, να τον κρατήσω ζωντανό».

Κεντρική φωτογραφία: Vivian Maier

via